Μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση 4 εμβόλια κορονοϊού. Πρόκειται για τα εμβόλια της Pfizer, της Moderna, της AstraZeneca και της Johnson & Johnson. Δεδομένου ότι τον Απρίλιο θα αρχίσει να κυκλοφορεί και το εμβόλιο της Johnson & Johnson στα κράτη μέλη της Ένωσης, πολλοί είναι εκείνοι που λανθασμένα σπεύδουν να συγκρίνουν την αποτελεσματικότητά τους.
Προτού εξηγηθεί γιατί είναι άστοχη μία σύγκριση των διαθέσιμων εμβολίων πρέπει να αναφερθούν τα δεδομένα αποτελεσματικότητας που προέκυψαν από τις κλινικές δοκιμές.
Συγκεκριμένα, η αποτελεσματικά στην πρόληψη συμπτωματικής νόσου είναι η εξής:
- Pfizer: 95% (7 μέρες μετά τη 2η δόση)
- Moderna: 94% (14 μέρες μετά τη 2η δόση)
- AstraZeneca: 67% (15 μέρες μετά τη 2η δόση)
- Johnson & Johnson: 66% (28 μέρες μετά την 1 και μοναδική δόση)
Βλέποντας τα ποσοστά κάποιοι αμέσως υποθέτουν ότι τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna είναι πιο αποτελεσματικά από τα άλλα 2. Ωστόσο, αυτή η υπόθεση είναι λανθασμένη.
Πως εξάγεται το ποσοστό αποτελεσματικότητας των εμβολίων
Για να εξαχθεί το ποσοστό αποτελεσματικότητας των εμβολίων πραγματοποιήθηκαν κλινικές δοκιμές για το καθένα. Σε αυτές τις δοκιμές συμμετείχαν δεκάδες χιλιάδες εθελοντές. Οι μισοί από αυτούς έλαβαν ένα εικονικό εμβόλιο (placebo) και οι άλλοι μισοί το κανονικό. Αφού εμβολιάστηκαν χωρίς να ξέρουν ποιο εμβόλιο έλαβαν για να μην επηρεαστεί η συμπεριφορά τους συνέχισαν κανονικά τη ζωή τους.
Μετά από ένα χρονικό διάστημα άρχισαν να νοσούν οι πρώτοι εθελοντές με κορονοϊό. Στις κλινικές δοκιμές της Pfizer από τους 43 χιλιάδες εθελοντές νόσησαν οι 170 μετά από ένα χρονικό διάστημα. Αν υποθετικά όλοι όσοι είχαν νοσήσει είχαν λάβει το εικονικό εμβόλιο, τότε το εμβόλιο COVID της Pfizer θα ήταν 100% αποτελεσματικό. Αν 85 ασθενείς εθελοντές είχαν λάβει το εικονικό εμβόλιο και άλλοι 85 το κανονικό, τότε η αποτελεσματικότητα στην πρόληψη συμπτωματικής νόσου θα ήταν 0%.
Στην πραγματικότητα, οι 162 ασθενείς είχαν λάβει το εικονικό εμβόλιο και άλλοι 8 το κανονικό. Επομένως, η αποτελεσματικότητα στην πρόληψη συμπτωματικής νόσου διαμορφώθηκε στο 95%.
Οι διαφορετικές συνθήκες διεξαγωγής κλινικών δοκιμών καθιστά άστοχη τη σύγκριση
Το στοιχείο που καθιστά λανθασμένη τη σύγκριση αποτελεσματικότητας των εμβολίων είναι η διεξαγωγή των κλινικών δοκιμών σε διαφορετικές συνθήκες. Αυτές, δηλαδή, πραγματοποιήθηκαν σε διαφορετικές περιοχές σε διαφορετικά χρονικά διάστημα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι εθελοντές για κάθε εμβόλιο είχαν διαφορετικές πιθανότητες να νοσήσουν με κορονοϊό, κάτι που επηρέασε το βαθμό αποτελεσματικότητας.
Ας μιλήσουμε, όμως, με παραδείγματα. Οι κλινικές δοκιμές για το εμβόλιο της Moderna (94%) διεξήχθησαν εξ΄ολοκλήρου στην Αμερική από τον Αύγουστο ως τον Νοέμβριο. Όσον αφορά τις κλινικές δοκιμές για το εμβόλιο της Pfizer (95%) έγιναν κυρίως στην Αμερική την ίδια περίοδο περίπου. Σε αυτούς τους μήνες τα κρούσματα κορονοϊού δεν ήταν τόσα πολλά.
Ωστόσο, οι κλινικές δοκιμές του εμβολίου της Johnson & Johnson πραγματοποιήθηκαν από τον Οκτώβριο ως τα τέλη Γενάρη, σε μία περίοδο που τα κρούσματα ήταν αρκετά περισσότερα στις ΗΠΑ. Επιπλέον το μεγαλύτερο μέρος των κλινικών δοκιμών του εμβολίου της Johnsn & Johnson πραγματοποιήθηκε σε περιοχές, όπως η Νότια Αφρική και η Βραζιλία. Θυμίζουμε ότι εκείνη την περίοδο στις συγκεκριμένες περιοχές άρχισαν να κυκλοφορούν 2 πολύ πιο μεταδοτικά στελέχη (το νοτιοαφρικανικό και το βραζιλιάνικο). Επομένως, οι πιθανότητες συμπτωματικής νόσου ήταν αυξημένες για τους εθελοντές. Συνεπώς το ποσοστό αποτελεσματικότητας του συγκεκριμένου εμβολίου (66%) δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θεωρείται χαμηλό δεδομένου ότι οι περισσότεροι ασθενείς εθελοντές είχαν νοσήσει με τα συγκεκριμένα στελέχη.
Επομένως, για να συγκρίνεις με μεγαλύτερη ασφάλεια την αποτελεσματικότητα των εμβολίων πρέπει οι κλινικές δοκιμές να έχουν πραγματοποιηθεί την ίδια περίοδο στην ίδια περιοχή, με το προφίλ των εθελοντών να είναι παρόμοιο.
Πού βρίσκεται η επιτυχία των εμβολίων
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί να κάνουν το εμβόλιο από τη στιγμή που υπάρχουν έστω και λίγες πιθανότητες να νοσήσουν. Ο λόγος είναι απλός. Μέχρι στιγμής και τα 4 εγκεκριμένα εμβόλια στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν 100% αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της νοσηλείας και του θανάτου μετά από λοίμωξη από κορονοϊό.
Αυτή είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία των εμβολίων, καθώς ο ασθενής περνάει τον ιό σαν μία απλή γρίπη. Δηλαδή, δεν πιέζει το Σύστημα Υγείας και φυσικά δεν χάνει τη ζωή του από τον ιό.