Μετά την επικράτηση της παραλλαγής Όμικρον του ιού SARS-CoV-2 τον Ιανουάριο του 2022, η μετάδοση και η διασπορά της νόσου αυξήθηκε σε αρκετά υψηλά επίπεδα, παρόλο που αυτό το «κύμα» ξεκίνησε να μειώνεται πρόσφατα. Για την ώρα παραμένει αβέβαιο αν όντως οι δείκτες θα σταθεροποιηθούν σε χαμηλά επίπεδα όπως παρατηρήθηκε με την Όμικρον ή αν θα υπάρξει νέα κορύφωση του ιού σύμφωνα με νεότερη ανακοίνωση του ECDC (28/4).
Η παρακολούθηση του πλήρους εμβολιασμού κατά της νόσου με βάση το ευρωπαϊκό σύστημα παρακολούθησης (TESSy) είναι περιορισμένη σύμφωνα με το ECDC (Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων) και δεν είναι σε θέση να γνωρίζει το Κέντρο αν τα αυξημένα κρούσματα οφείλονται στην Όμικρον. Παρόλα αυτά μια ξεχωριστή αναλυση σε τρεις χώρες που έχουν ολοκληρωμένα όλα τα δεδομένα που αφορούν τα σοβαρά περιστατικά δείχνει ότι τα πιο σοβαρά περιστατικά παρατηρούνται στους ανεμβολίαστους ανθρώπους (όλοι οι ενήλικοι).
Όλες οι χώρες της ΕΕ/ΕΟΧ συνιστούν επί του παρόντος μια πρώτη αναμνηστική δόση σε καθορισμένο διάστημα μετά τον αρχικό εμβολιασμό. Για την ώρα η χορήγηση της πρώτης αναμνηστικής δόσης στον ενήλικο πληθυσμό στην ΕΕ/ΕΟΧ κυμαίνονται στο 64,2% (εύρος χώρας 11,0−87,9%).
Γενικά η αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της μόλυνσης λόγω της Όμικρον έδειξε πάντως ότι είναι μειωμένη σε σύγκριση με τις άλλες μεταλλάξεις και η προστασία εξασθενεί με την πάροδο του χρόνου. Τα άτομα που έχουν κάνει αναμνηστική δόση, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό σύστημα επιτήρησης (TESSy) είχαν λιγότερες πιθανότητες για νοσηλεία και θάνατ. Αρκετά σπάνια θα μπορούσε να πει κανείς σε αυτή την ομάδα με βάση τους αριθμούς (0,38% και 0,1% αντίστοιχα). Επιπρόσθετα, ο επιπρόσθετος κίνδυνος νοσηλείας και θανάτου είναι μεγαλύτερος για τους πιο ηλικιωμένους, τους άνδες και για όσους έκαναν την αναμνηστική πριν από 3 μήνες.
Σύμφωνα με την βιβλιογραφία που υπάρχει μέχρι τώρα παρόλο που η αποτελεσματικότητα των εμβολίων είναι όντως μικρότερη για την Όμικρον παραμένει ωστόσο αρκετά σημαντική ασπίδα προστασίας παρέχοντας στον οργανισμό μας περίπου 80% -90% προστασία 2- 3 μήνες μετά την πρώτη αναμνηστική δόση, παρόλο που υπάρχουν ενδείξεις ότι φθίνει μετά τους 3 με 4 μήνες.
Ειδικότερα, οι ενδείξεις που υπάρχουν τώρα διαθέσιμες δείχνουν ότι μια νέα αναμνηστική δόση είναι ικανή να αποκαταστήσει τη χυμικής ανοσολογικής απόκριση σε επίπεδα τέτοια που παρατηρούνται και στην πρώτη αναμνηστική δόση παρόλο που φθίνει σχετικά γρήγορα επίσης. Τα πρώιμα δεδομένα δείχνουν ότι το ρίσκο βαριάς νόσησης ή και θανάτου από τη νόσο μειώνονται για περίπου 10 εβδομάδες μετά τη χορήγηση της δεύτερης αναμνηστικής δόσης. Παρόλα αυτά υπάρχουν πληθυσμοί στους οποίους ήδη παρατηρείται χαμηλή ανοσοποίηση. Η μέγιστη διάρκεια προστασίας ωστόσο δεν είναι ακόμα επιβεβαιωμένα γνωστή σχετικά με την τέταρτη δόση (δεύτερη αναμνηστική).
Για τους ανοσοκατεσταλμένους κάτω των 50 ετών για την ώρα η δεύτερη αναμνηστική δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βάση τα τωρινά επιδημιολογικά δεδομένα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο συνεχής εμβολιασμός προστατεύτει από τη σοβαρή νόσηση ή τον θάνατο.
Όπως επισημαίνει το ECDC: «Χρειάζονται περισσότερα δεδομένα και έλεγχος των πληθυσμών». Δεν αποκλείεται την άνοιξη ή το καλοκαίρι του 2022 να αποφασιστεί η χορήγηση της δεύτερης αναμνηστικής ώστε να προστατευτούμε από το επόμενο κύμα που έρχεται το φθινόπωρο.
Νέα «ενισχυμένα» εμβόλια μπορεί να λάβουν έγκριση αργότερα μέσα στο έτος.