To 1993, o Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) κύρηξε τη φυματίωση ως μία παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη Δημόσια Υγεία. Απηύθυνε έκκληση στα έθνη να συντονίσουν τις προσπάθειές τους για να αποτρέψουν εκατομμύρια θανάτων.
Τον Γενάρη του 2020, ο ΠΟΥ κήρυξε την COVID-19 μία παγκόσμια κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη Δημόσια Υγεία διεθνούς ανησυχίας. Οι ομοιότητες ανάμεσα στις παγκόσμιες απαντήσεις στις πανδημίες σταματάνε εκεί. Οι επιστημονικές, ιατρικές και φαρμακευτικές απαντήσεις στην COVID-19 τα τελευταία δύο έτη ήταν απίθανες.
Από την άλλη πλευρά, η φυματίωση δε έχει αντιμετωπιστεί ως πραγματική κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Παρόλα αυτά, ο παγκόσμιος αντίκτυπος στην υγεία και η θνησιμότητα ήταν εξίσου φριχτά. Η επίπτωση της φυματίωσης παραμένει σταθεροποιημένη στα 10 εκατ. κρούσματα κάθε χρόνια.
Το 2020 παρατηρήθηκε μείωση των νεοδιαγνωσθέντων περιπτώσεων φυματίωσης κατά 18% παγκοσμίως (στα επίπεδα του 2012). Για πρώτη φορά μετά από 10 έτη παρατηρήθηκε αύξηση των θανάτων από φυματίωση παγκοσμίως. Το 2020 υπολογίζεται ότι 1.500.000 άνθρωποι πέθαναν λόγω φυματίωσης (σε σύγκριση με 1.400.000 το 2019) Μειώθηκε σημαντικά ο αριθμός των ατόμων που έλαβαν θεραπεία για πολυανθεκτική φυματίωση και λανθάνουσα φυματική λοίμωξη (κατά 15% και 21% αντίστοιχα). Αυτά τα πισωγυρίσματα έχουν άμεσα σχέση με την COVID-19.
Συγκρίνοντας την ανταπόκριση σε κάθε πανδημία
Οι Εθνικές Ακαδημίες Επιστημών, Μηχανικής και Ιατρικής των ΗΠΑ πραγματοποίησαν ένα εργαστήριο για τη φυματίωση τον Σεπτέμβριο του 2021 και συνέκριναν την απάντηση της παγκόσμιας κοινότητας στις δύο πανδημίες
Με τον SARS-CoV-2, η ανάπτυξη διαγνωστικών τεστ προχώρησε με ταχύτητα. Χρειάστηκε μόλις εβδομάδες από την ανάπτυξη ενός πρωτόκολλου, την ρυθμιστική αναθεώρηση μέχρι την έγκριση. Η ανάπτυξη εμβολίων για την COVID-19 ξεκίνησε από τη γενετική αλληλουχία στην πρώτη φάση των δοκιμών σε λιγότερο από 2 μήνες και στην φάση 3 μετά από 4 μήνες. Η έγκριση έκτακτης ανάγκης από τον FDA ήρθε μέσα σε 11 μήνες. Συγκρίνοντας την τωρινή έρευνα για τα εμβόλια για τη φυματίωση, η διαφορά είναι τρομερή (Πίνακας 1).
Όπως βλέπετε μέχρι στιγμής έχουν εγκριθεί 25 εμβόλια κατά της COVID-19 και μόλις 1 κατά της φυματίωσης. Αυτό συνέβη παρόλο που οι πρώτες κλινικές δοκιμές φάσης 1 για τη φυματίωση ξεκίνησαν το 2004 ενώ για την COVID-19 τον Μάιο του 2020.
Στον 2ο πίνακα καταγράφεται η σύγκριση των κυβερνητικών επενδύσεων στην έρευνα κατά της φυματίωσης σε σχέση με την έρευνα για την COVID-19. Συνολικά για τη φυματίωση η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει επενδύσει 915 εκατομμύρια δολλαρία σε όλους τους τομείς. Αντιθέτως, για την COVID-19 έχει επενδύσει το εξωπραγματικό ποσό των 53 δις δολλαρίων. Αν προσθέσουμε και τις επενδύσεις για τις θεραπείες, αυτό το ποσό φτάνει τα 104 δις δολλάρια.
Θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί πολύ μεγαλύτερη πρόοδος
Ακόμη και με περιορισμένη χρηματοδότηση, πάντως, έχουν σημειωθεί ορισμένοι θρίαμβοι στην έρευνα για τη φυματίωση την τελευταία δεκαετία:
- Οι μοριακές αναλύσεις καθιστούν δυνατή τη διάγνωση σε λιγότερο από 2 ώρες
- Η θεραπεία της πολυανθεκτικής φυματίωσης έγινε πιο σύντομη και ευκολότερη
- η θεραπεία της ευαίσθητης στα φάρμακα φυματίωσης έχει συντομευθεί
- Η θεραπεία της λοίμωξης από φυματίωση έχει περικοπεί, με ασφαλέστερα και καλύτερα ανεκτά σχήματα.
Αλλά όλες αυτές οι πρόοδοι κράτησαν πήραν περισσότερο χρόνο από όσο θα έπρεπε. Οι ευκαιρίες χρηματοδότησης για τη βιοϊατρική έρευνα για τη φυματίωση είναι λιγότερες και οι αναθεωρήσεις των εφαρμογών για φυματίωση είναι αργές. Το συνολικό χρονοδιάγραμμα για τη διεξαγωγή κρίσιμης σημασίας έρευνας για τη φυματίωση είναι σκανδαλωδώς μακρύ. Οι περισσότερες μελέτες παρατείνονται άσκοπα από μακροχρόνιες διοικητικές και κανονιστικές διαδικασίες αναθεώρησης.
Το ευρύτερο πρόβλημα, ωστόσο, είναι πολύ μεγαλύτερο από τη μηχανική των μεμονωμένων οργανισμών χρηματοδότησης ή των ρυθμιστικών φορέων. Πρώτον, κανείς δεν αντιμετωπίζει τη φυματίωση ως πραγματική κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Όπως είδαμε με τηνο COVID-19, όταν όλοι πιστεύουν ότι είναι έκτακτη ανάγκη, οι άνθρωποι ενεργούν διαφορετικά και τα πράγματα κινούνται γρήγορα.
Δεύτερον, η κλινική και ερευνητική υποδομή για τη δημόσια υγεία υποχρηματοδοτείται και υποστηρίζεται σε μεγάλο βαθμό. Η COVID-19 έχει δείξει τι είναι δυνατό όταν ερευνητές, επενυτές και ρυθμιστικοί φορείς ενωθούν για να αντιμετωπίσουν μια κρίση. Οι δοκιμές που αλλάζουν το παιχνίδι μπορούν να διεξαχθούν σε χρόνο ρεκόρ χωρίς να περιορίζονται και να διακυβεύεται η ασφάλεια και η επιστημονική ακεραιότητα των συμμετεχόντων, εάν όλοι συμπεριφέρονται σαν να είναι επείγουσα ανάγκη. Αλλά για να γίνει αυτό απαιτείται μια ριζική αλλαγή νοοτροπίας πέρα από σημαντικά μεγαλύτερους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους.
ΠΗΓΗ: theconversation