Πολλά φάρμακα έχουν τόσο πικρή γεύση που μερικοί άνθρωποι αποφεύγουν να τα παίρνουν. Για να μετριαστεί η κακή γεύση τους γίνονται προσθήκες τροποποιητών γεύσης αλλά και πάλι δεν είναι όλοι οι ουρανίσκοι εύκολο να ξεγελαστούν και σε αυτό παίζει ρόλο η φυλετική καταγωγή!
Παγκόσμια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Chemical Senses και πραγματοποιήθηκε υπό την καθοδήγηση του Monell Chemical Senses Center εξέτασε την ένταση της πικρής γεύσης πέντε φαρμάκων και δύο τροποποιητών πικρής γεύσης σε 338 ενήλικες ευρωπαϊκής καταγωγής και σε πρόσφατους μετανάστες από τις ΗΠΑ και τον Καναδά από την Ασία, τη Νότια Ασία και την Αφρική.
Διαπίστωσαν ότι οι βαθμολογίες πικρότητας διέφεραν ανάλογα με την καταγωγή για δύο από τα πέντε φάρμακα, όπως διέφερε και η βαθμολογία για την αποτελεσματικότητα των τροποποιητών. Εντόπισαν επίσης γενετικές παραλλαγές που εξηγούν ορισμένες πληθυσμιακές διαφορές στην αντίδραση στις πικρές γεύσεις.
«Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που συγκρίνει συμμετέχοντες από διαφορετικές καταγωγές που δοκιμάζουν διαφορετικά πικρά φάρμακα», δήλωσε ο πρώτος συγγραφέας της έρευνας, Ha Nguyen μεταδιδακτορικός συνεργάτης στο Monell.
Συγκεκριμένα, στο μενού φαρμακευτικής «γευσιγνωσίας» περιλαμβάνονταν πέντε φάρμακα με πικρή γεύση: το tenofovir alafenamide - TAF για τον HIV, το moxifloxacin για τη φυματίωση, το praziquantel για τη σχιστοσωμίαση, ένα είδος σκουληκιού, το amodiaquine για την ελονοσία και το propylthiouracil -PROP για τον υπερθυρεοειδισμό . Δοκιμάστηκαν και άλλες λύσεις: TAF αναμεμειγμένο με σουκραλόζη που είναι γλυκιά ή την άγευστη 6-μεθυλοφλαβόνη. Χορηγήθηκε δε καιη σουκραλόζη μόνη της.
Μεγάλες διαφοροποιήσεις
Διαπιστώθηκαν μεγάλες διαφορές από άτομο σε άτομο στις αξιολογήσεις της πικρότητας για όλα τα φάρμακα σε όλες τις ομάδες καταγωγής. Μέσα σε κάθε ομάδα, ορισμένα άτομα βαθμολόγησαν τα φάρμακα στην κορυφή της κλίμακας πικρότητας, υποδηλώνοντας έντονα αρνητική γεύση, ενώ άλλα τα βαθμολόγησαν τόσο χαμηλά όσο το νερό. Παρά αυτό το ευρύ φάσμα απαντήσεων εντός κάθε ομάδας, το 40% των φαρμάκων διέφερε ανά ομάδα καταγωγής. Κατά μέσο όρο, το PROP ήταν πιο πικρό για τα άτομα ασιατικής καταγωγής από ό,τι για τις άλλες καταγωγές, και η αμοντιακίνη για την φυματίωση ήταν πιο πικρή για τα άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής από ό,τι για τα άτομα αφρικανικής καταγωγής.
Οι διαφορές στην πικράδα του PROP μεταξύ των καταγωγών επιβεβαίωσαν προηγούμενα στοιχεία σχετικά με την κατανομή των γενετικών παραλλαγών του υποδοχέα γεύσης TAS2R38 μεταξύ των διαφόρων περιοχών του πλανήτη. Υπήρχαν επίσης διαφορές μεταξύ των καταγωγών στην πικράδα του TAF όταν προστέθηκε σουκραλόζη. Όταν η σουκραλόζη προστέθηκε ως γλυκαντικό για την τροποποίηση της πικράδας, λειτούργησε καλύτερα για τους Αφρικανούς από ό,τι για τους Ασιάτες.
«Τα ευρήματά μας μπορεί να βοηθήσουν στην καθοδήγηση της διαφοροποίησης φαρμάκων με κακή γεύση, ώστε να ικανοποιούνται οι ανάγκες των πιο ευαίσθητων σε αυτά», δήλωσε ο Nguyen.
Γιατί πρέπει να γίνει το πικρό...γλυκό
Η πικράδα δεν είναι πάντα κακή- μπορεί να είναι χρήσιμη όταν προστίθεται σε προϊόντα για την πρόληψη τυχαίων δηλητηριάσεων. «Ωστόσο, η κακή γεύση δεν βοηθά όταν οι ασθενείς φτάνουν να απορρίπτουν τα φάρμακα», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας Dani Reed, PhD, επικεφαλής επιστημονικός υπεύθυνος του Monell.
«Από τη δική μου εμπειρία, μπορεί να είναι ενοχλητικό να εξηγήσω σε έναν γιατρό ότι δεν έδωσα στο παιδί μου την πλήρη δόση του φαρμάκου επειδή αρνήθηκε να το πάρει λόγω της γεύσης».
Το πρόβλημα όμως είναι πιο σοβαρό από αυτό. Η κακή γεύση ενός φαρμάκου αποτελεί εμπόδιο για την ολοκλήρωση και την τήρηση της θεραπείας, και αυτή η μη τήρηση είναι υπόθεση ζωής ή θανάτου σε μέρη με χαμηλές πηγές πόρων, όπου κάθε δόση φαρμάκου είναι υπερπολύτιμη.