Η αλλαγή στις διατροφικές συνήθειες, με γεύματα όπου κυριαρχούν φρούτα, λαχανικά, όσπρια και τρόφιμα ολικής άλεσης μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση του φαινομένου αντίστασης στην ινσουλίνη και να οδηγήσει κάποιους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 σε ύφεση της νόσου, λένε ερευνητές βασισμένοι στα ευρήματα πρόσφατης μελέτης που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο American Journal of Lifestyle Medicine.
Οι ερευνητές εξέτασαν τα αρχεία 59 ασθενών με διαβήτη τύπου 2, οι οποίοι συμμετείχαν σε ένα πρόγραμμα ενδυνάμωσης της καρδιακής ευεξίας μεταξύ 2007 και 2021. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 71,5 έτη και όλοι είχαν προχωρήσει στην υιοθέτηση ενός διαιτολογίου βασισμένου κυρίως σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης.
Τι έδειξε η μελέτη
Οι ασθενείς, σύμφωνα με τους ερευνητές, κατάφεραν να βελτιώσουν αισθητά τις τιμές γλυκόζης στο αίμα τους ενώ ποσοστό 37% πέτυχε πλήρη ύφεση του διαβήτη.
Επιπρόσθετα, λόγω της βελτίωσης των εργαστηριακών τους εξετάσεων, αρκετοί από τους συμμετέχοντες χρειάζονταν πλέον λιγότερα φάρμακα.
Πώς ωφελούνται οι ασθενείς
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι οι χορτοφαγικές δίαιτες, με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες και χαμηλή ποσότητα λιπαρών μπορούν να βοηθήσουν στην επίτευξη ύφεσης του σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2 σε ασθενείς που λαμβάνουν ήδη βασική θεραπεία και μάλιστα χωρίς δραστικό θερμιδικό περιορισμό ή νηστεία.
Τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες βοηθούν στο να αισθανόμαστε χορτάτοι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, εξηγούν οι γιατροί. Με αυτό τον τρόπο το “τσιμπολόγημα” ανάμεσα στα γεύματα περιορίζεται και η συνολική θερμιδική πρόσληψη είναι πιο εύκολο να ελεγχθεί.
“Τα τρόφιμα που έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες μπορούν να βοηθήσουν στην επιβράδυνση της αύξησης των τιμών σακχάρου στο αίμα” επισημαίνει η Αμερικανίδα ενδοκρινολόγος σε κλινική του Κλίβελαντ Mary Vouyiouklis Kellis.
Αυτές οι τροφές έχουν την ιδιότητα να έχουν μεγαλύτερη διάρκεια πέψης και βοηθούν να διαρκεί η αίσθηση κορεσμού για περισσότερο χρόνο, εξηγεί.
Επιπλέον, μια κυρίως ή αμιγώς χορτοφαγική διατροφή περιέχει περιορισμένα κορεσμένα λιπαρά και συνεπάγεται σημαντικά μικρότερη επιβάρυνση της λειτουργίας του παγκρέατος.
Πώς βοηθούν όσπρια και δημητριακά
Δημητριακά ολικής άλεσης και όσπρια φαίνεται να είναι πολύτιμοι σύμμαχοι για τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2. Περιέχουν υψηλά επίπεδα μικροθρεπτικών συστατικών όπως βιταμίνη D, μαγνήσιο και αντιοξειδωτικά τα οποία δυνητικά βελτιώνουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη.
Τι γίνεται με τα υποκατάστατα γευμάτων
Στην προσπάθεια να ελέγξουν την ποσότητα του φαγητού και των θερμίδων που λαμβάνουν, αρκετοί ασθενείς συχνά καταφεύγουν σε υποκατάστατα γεύματος δηλαδή “τρόφιμα” υπό τη μορφή ροφημάτων ή μπάρας με συγκεκριμένα διατροφικά χαρακτηριστικά και λίγες θερμίδες.
Αν και αυτός είναι ένας τρόπος που βοηθά στην προσπάθεια για μείωση του σωματικού βάρους σε ασθενείς που το έχουν άμεσα ανάγκη ωστόσο δεν είναι μια μακροπρόθεσμη λύση, λένε οι γιατροί, αφού τα θετικά αποτελέσματα συνήθως αντιστρέφονται όταν σταματά η κατανάλωση αυτών των προϊόντων και ο ασθενής επιστρέψει σε κανονική διατροφή. Η εκπαίδευση στην υιοθέτηση καλών διατροφικών επιλογών είναι πιο χρήσιμη καθώς αυτό είναι μια μακροπρόθεσμη λύση που θα βοηθήσει τον κάθε ασθενή να ελέγχει τη νόσο του και στο μέλλον, τονίζουν χαρακτηριστικά.
Πολύτιμη η άσκηση
Οι ειδικοί, υπενθυμίζουν ότι εκτός από την βελτίωση των διατροφικών επιλογών, η άσκηση έχει αποδεδειγμένα θετική επίδραση στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2.
Ο στόχος θα πρέπει να είναι ιδανικά 150 λεπτά φυσικής δραστηριότητας την εβδομάδα.
Βήματα για καλύτερη διατροφή
Η δραστική στροφή σε μια αποκλειστική ή κυρίως χορτοφαγική διατροφή δεν είναι μια εύκολη μετάβαση για όλους, παραδέχονται οι διατροφολόγοι.
Τουλάχιστον στην αρχή, προετοιμάστε μεγαλύτερες ποσότητες και γεμίστε το ψυγείο σας με μαγειρεμένο ρύζι ή κινόα, και όσπρια. Μαγειρεμένα ή ψιλοκομμένα λαχανικά, φρούτα πλυμένα έτοιμα για κατανάλωση, εξασφαλίζουν ένα υγιεινό σνακ ανάμεσα στα γεύματα.
Μην παραλείψετε τρόφιμα που είναι καλή πηγή φυτικής πρωτεΐνης όπως ξηροί καρποί και σπόροι.
Περιορισμοί της έρευνας
Η διατροφή φαίνεται ωστόσο ότι δεν έχει τα ίδια θεαματικά αποτελέσματα για όλους τους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, τουλάχιστον στην προσπάθεια για ύφεση της νόσου.
Αυτό μπορεί να οφείλεται εν μέρει σε παράγοντες γενετικής προδιάθεσης, στην επιδείνωση της αντίστασης στην ινσουλίνη καθώς γερνάμε ή σε ασθενείς με μακρύ ιστορικό διαβήτη τύπου 2.
Η συγκεκριμένη μελέτη, σημειώνουν ενδοκρινολόγοι εκτός ερευνητικής ομάδας, χρειάζεται περαιτέρω έρευνα με διεύρυνση της ομάδας ελέγχου ώστε τα ευρήματα της να εδραιωθούν.
Πηγές: journals.sagepub.com και medicalnewstoday.com