Στα τέλη του περασμένου Δεκέμβρη αναρτήθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), που ρυθμίζει τη διαδικασία, τους όρους και τις προϋποθέσεις συμψηφισμού αυτόματης επιστροφής clawback με ποσοστά επί των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης και των δαπανών επενδυτικών σχεδίων ανάπτυξης προϊόντων ή υπηρεσιών ή γραμμών παραγωγής. Περίπου ένα μήνα μετά, στα γραφεία των συναρμόδιων Υπουργών Υγείας και Ανάπτυξης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών έφθασε επιστολή από τον ΣΦΕΕ, το Σύνδεσμό των Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), στην οποία περιγράφονται τα σημεία «αγκάθια» για τις εταιρείες του κλάδου.
Συνοψίζοντας, ο φορέας εκπροσώπησης φαρμακευτικών επιχειρήσεων εκτιμά ότι η εν λόγω ΚΥΑ είναι πιο σύνθετη και πιο προβληματική για επενδύσεις σε Έρευνα & Ανάπτυξη (R&D) για αυτό και θα πρέπει να επανεξεταστούν τα παρακάτω σημεία.
Παράλληλα, όμως, ζητείται και η επανεξέταση της δυνατότητας διάθεσης εθνικών πόρων για τις επενδύσεις σε R&D, εκτιμώντας ότι θα έχει θετικό αποτέλεσμα στην επιστημονική έρευνα, το σύστημα υγείας και τους ασθενείς.
Τα «αγκάθια» της ΚΥΑ
Πρωταρχικό πρόβλημα, κατά τον ΣΦΕΕ, είναι η κατάργηση της ισόποσης κατανομής των κονδυλίων για συμψηφισμό (50% - 50%), μεταξύ των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης και των δαπανών επενδυτικών σχεδίων ανάπτυξης. Όπως αναφέρεται στην επιστολή, η διατήρηση του 50% - 50%, σε συνδυασμό με την μεταφορά κονδυλίων, όταν υπάρχουν περιθώρια απορρόφησης, από τη μια μορφή δαπάνης στην άλλη, είναι πιο διαφανής και πιο οριοθετημένη διαδικασία.
Υπάρχει όμως και μια «απουσία» που φαίνεται δημιουργεί νέα εμπόδια στην προσέλκυση κλινικών μελετών στη χώρα μας. Ειδικότερα, όπως τονίζεται, καταργήθηκε η δυνατότητα που επέτρεπε σε αλλοδαπές μητρικές επιχειρήσεις να επενδύουν σε δαπάνες R&D στη χώρα μας και το ποσό αυτό να συμψηφίζεται με το clawback της θυγατρικής τους στην Ελλάδα.
Σημειώνεται πως είναι αρκετές οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που πραγματοποιούν κλινικές μελέτες με κεντρική χρηματοδότηση, γεγονός που καθιστούσε, μέχρι την κατάργηση της διάταξης, τη χώρα μας ελκυστική για την προσέλκυση κλινικών μελετών.
Η καθυστέρηση έναρξης του προγράμματος υπό το ταμείο ανάκαμψης (RRF) κατά 6 μήνες (Αύγουστος 2021 – Ιανουάριος 2002) είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια συμψηφισμών. Για αυτό και ο Σύνδεσμος ζητάει την παράταση του προγράμματος αντίστοιχα για 6 μήνες μέσα στο 2024. Παράλληλα, θα πρέπει να τηρηθούν και δύο βασικές προϋποθέσεις, αφενός οι εκκαθαρίσεις θα πραγματοποιηθούν μέσα στο έτος 2024 και αφετέρου δε θα έχουν απορροφηθεί όλοι οι πόροι των 250 εκατομμυρίων ευρώ του RRF.
Ακόμη, λόγω καθυστέρησης έναρξης της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, προτείνεται, να οριστεί η 1/3/2022 ως ημερομηνία έναρξης και αν η πλατφόρμα δεν έχει λειτουργήσει, να δοθεί η δυνατότητα στις εταιρείες να υποβάλλουν εγγράφως συνοπτικές αιτήσεις, τις οποίες μετά θα μεταφέρουν στην πλατφόρμα, κατοχυρώνοντας όμως τα δικαιώματα που η υποβολή της αίτησης δημιουργεί.
Επιπροσθέτως, στα διαδικαστικά ζητήματα που προκύπτουν από την ΚΥΑ, τα οποία συνιστούν εμπόδια, ο ΣΦΕΕ ζητάει να προβλεφθεί́ ως ημερομηνία έναρξης ενός έργου έρευνας και ανάπτυξης, η υπογραφή της πρώτης σύμβασης έργου και όχι οι εγκρίσεις από τον ΕΟΦ και Εθνική Επιτροπή Δεοντολογίας, εφόσον η υπογραφή της σύμβασης έπεται της υποβολής αιτήματος ενίσχυσης έργων Ε&Α, κάτι το οποίο θα πρέπει να σηματοδοτεί όλη την περίοδο του RRF. Διαφορετικά, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι επιλέξιμες είναι όλες οι δαπάνες επί των συμβάσεων που υπογράφηκαν μετά την υποβολή του αιτήματος. Ακόμη, σε ό,τι αφορά την ημερομηνία έναρξης και λήψης της υποβολής των αιτημάτων ενίσχυσης προτείνεται η οριοθέτηση ενός τριμήνου (Ιανουάριος - Μάρτιος 2023) για το έτος 2023, ώστε να υποβληθούν τα επόμενα αιτήματα.