Οι καινοτόμες ανοσοθεραπείες στο πρώιμο θεραπευτικό στάδιο μπορούν να προσφέρουν βελτιωμένες εκβάσεις υγείας για τους ασθενείς και να μεταβάλλουν τον τρόπο με τον οποίο σκεπτόμαστε για τον καρκίνο σύμφωνα με τη μελέτη: «Η οικονομική αξία των καινοτόμων ανοσοθεραπειών στη θεραπεία του καρκίνου στο πρώιμο στάδιο» που παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια Συνέντευξης Τύπου που διοργάνωσε η βιοφαρμακευτική εταιρία MSD Ελλάδος για την καινοτομία στην υγεία και την αποτίμηση των αποτελεσμάτων και των κοινωνικών επιπτώσεων στη θεραπεία του καρκίνου.
Τη μελέτη παρουσίασε ο κ. Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας, Τμήμα Πολιτικών Δημόσιας Υγείας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και σχολίασαν η κυρία Ζένια Σαριδάκη-Ζώρα, Παθολόγος Ογκολόγος, Πρόεδρος ΔΣ της Εταιρίας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδος (ΕΟΠΕ), Διευθύντρια στην Α’ Ογκολογική Κλινική του Metropolitan Hospital, Αθήνα, επιστημονική υπεύθυνη του Ογκολογικού Τμήματος «Ασκληπιός ΔΙΑΓΝΩΣΙΣ» Ηράκλειο Κρήτης, ο κ. Μιχάλης Λιόντος, Παθολόγος Ογκολόγος, Επίκουρος Καθηγητής, Ογκολογική Μονάδα Εθνικού και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ), ο κ. Αναστάσιος Μπούτης, Παθολόγος Ογκολόγος, Διευθυντής της Γ’ Παθολογικής Ογκολογικής Κλινικής στο «Θεαγένειο» Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης και ο κ. Γιώργος Καπετανάκης, Πρόεδρος ΔΣ της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ). Την εκδήλωση συντόνισε ο κ. Λάζαρος Πουγγίας, Ιατρικός Διευθυντής της MSD Ελλάδος, Κύπρου και Μάλτας.
Το προγνωστικό μοντέλο HOBIP
«O καρκίνος παραμένει παγκοσμίως μία από τις βασικότερες αιτίες νοσηρότητας και θνησιμότητας. Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για το έτος 2022 υπολογίζεται ότι σχεδόν 1 στους 5 ανθρώπους αναμένεται να νοσήσουν από καρκίνο1. Επιπλέον, παγκοσμίως, προβλέπεται μία αύξηση της τάξης του 47% στα νέα περιστατικά καρκίνου μεταξύ 2020 και 20402, ενώ και στην Ελλάδα το φορτίο της νόσου παραμένει εξαιρετικά βαρύ και αναμένεται να αυξηθεί κατά 13,9% (το ίδιο χρονικό διάστημα2). Σκοπός της μελέτης ήταν η πρόβλεψη του επιπρόσθετου οφέλους των ανοσοθεραπειών στο πρώιμο στάδιο θεραπείας του καρκίνου», εξήγησε ο κ. Πουγγίας.
Ο κ. Αθανασάκης παρουσιάζοντας αναλυτικά τον σχεδιασμό και τα ευρήματα της μελέτης ανέφερε ότι η μελέτη βασίστηκε «στο μοντέλο HOBIP που χρησιμοποιεί ελληνικά στοιχεία για την επιδημιολογία, το κόστος των θεραπειών και το κόστος διαχείρισης του καρκίνου, ενώ αποτυπώνει τον θεραπευτικό αλγόριθμο και το ταξίδι του ογκολογικού ασθενούς στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Παράλληλα, χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από τις κλινικές μελέτες για τον υπολογισμό της αποτελεσματικότητας των θεραπειών».
Ο χρονικός ορίζοντας της μελέτης είναι τα 10 έτη, με σύγκριση δύο σεναρίων: στο 1ο σενάριο ο θεραπευτικός αλγόριθμος των ασθενών περιλαμβάνει τις καινοτόμες ανοσοθεραπείες τόσο στο πρώιμο όπως και στο μεταστατικό στάδιο, ενώ στο 2ο σενάριο ο θεραπευτικός αλγόριθμος περιλαμβάνει τις καινοτόμες ανοσοθεραπείες μόνο στο μεταστατικό στάδιο, ενώ στο πρώιμο στάδιο θεραπείας δίνεται η προηγούμενη θεραπεία εκλογής.
Οι ασθενείς που συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση, είναι ενήλικες ασθενείς με μελάνωμα σταδίου ΙΙΒ, ΙΙC, ή μελάνωμα σταδίου ΙΙΙ, που έχουν υποβληθεί σε πλήρη εξαίρεση, ασθενείς με τοπικά προχωρημένο ή πρώιμου σταδίου τριπλά αρνητικό καρκίνο του μαστού με υψηλό κίνδυνο υποτροπής και ασθενείς με νεφροκυτταρικό καρκίνο με αυξημένο κίνδυνο επανεμφάνισης της νόσου έπειτα από νεφρεκτομή, ή έπειτα από νεφρεκτομή και εξαίρεση μεταστατικών βλαβών.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι η χρήση των καινοτόμων ανοσοθεραπειών στο πρώιμο θεραπευτικό στάδιο, δηλαδή ως επικουρική είτε/και νέο-επικουρική θεραπεία αναμένεται να προσφέρουν:
- Μείωση των θανάτων κατά 24% με 881 λιγότερους θανάτους συνολικά.
- Μείωση των υποτροπών κατά 25%, με 1,722 λιγότερες υποτροπές συνολικά.
- Μείωση των θεραπειών σε μεταστατικό στάδιο και πιο συγκεκριμένα στην 1η και 2η γραμμή θεραπείας κατά 27% συνολικά, με 1,782 λιγότερες θεραπείες συνολικά.
- Μείωση των ανεπιθύμητων ενεργειών κατά 0.2% με 18 λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες συνολικά.
- Αύξηση των ετών ζωής χωρίς υποτροπή κατά 11%, προσφέροντας 5,556 επιπρόσθετα έτη ζωής χωρίς υποτροπές συνολικά.
- Αύξηση των επιπρόσθετων ετών ζωής κατά 4%, προσφέροντας 2,556 επιπρόσθετα έτη ζωής συνολικά.
- Αύξηση των σταθμισμένων ποιοτικά ετών ζωής κατά 4%, προσφέροντας 2,363 επιπρόσθετα ποιοτικά σταθμισμένα έτη ζωής συνολικά.
Τα οφέλη αυτά προκύπτουν συγκρίνοντας τις αναμενόμενες εκβάσεις υγείας του 1ου και του 2ου σεναρίου και παρατηρώντας τα επιπρόσθετα οφέλη για τους ασθενείς που έλαβαν θεραπείες με anti PD-L1 αναστολείς στο πρώιμο θεραπευτικό στάδιο. Ωστόσο τα οφέλη που προέκυψαν από αυτή την ανάλυση δεν ήταν μόνο για τους ασθενείς. Από την πλευρά του συστήματος υγείας και της οικονομίας σύμφωνα με τη μελέτη εξοικονομούνται πόροι ύψους 236 εκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων 139 εκατομμύρια (ευρώ) προέρχονται από το κόστος των μεταστατικών σταδίων που αποφεύγονται, ενώ τα υπόλοιπα οφέλη αφορούν εξοικονόμηση σε κόστη παραγωγικότητας, κόστη εξέτασης των ασθενών, και κόστη παρηγορητικής θεραπείας τελικού σταδίου.
«Οι καινοτόμες ανοσοθεραπείες στο πρώιμο θεραπευτικό στάδιο προσφέρουν βελτιωμένες εκβάσεις υγείας για τους ασθενείς και μεταβάλλουν τον τρόπο με τον οποίο σκεπτόμαστε για τον καρκίνο. Ως εκ τούτου, προσφέρουν τη δυνατότητα σε ασθενείς να αποφύγουν πιθανές υποτροπές του καρκίνου, καθιστώντας το καρκίνο μια χρόνια νόσο που είναι διαχειρίσιμη. Επίσης, η επένδυση στις θεραπείες αυτές εκτιμάται ως οικονομικά αποδοτική3-6 για το σύστημα υγείας της Ελλάδας τόσο λόγω του οφέλους που προσδίδουν όσο και της εξοικονόμησης που προσφέρουν για το σύστημα υγείας και την οικονομία. Η συνεισφορά της επιστήμης και της τεχνολογίας στους ασθενείς που δεν θα υποτροπιάσουν χάρη στις καινοτόμες θεραπείες στο πρώιμο θεραπευτικό στάδιο, είναι ανεκτίμητη», επεσήμανε ο κ. Αθανασάκης.
Η κυρία Σαριδάκη-Ζώρα σημείωσε ότι: «οι καινοτόμες θεραπείες στην ογκολογία έχουν φέρει πραγματική επανάσταση στη θεραπευτική προσέγγιση των ογκολογικών ασθενών, προσφέροντας στοχευμένες και πιο αποτελεσματικές λύσεις. Η ραγδαία εξέλιξη των μοριακών εξετάσεων για την ανεύρεση βιοδεικτών επιτρέπει στους ογκολόγους να εντοπίζουν συγκεκριμένες μεταλλάξεις που σχετίζονται με τη δημιουργία και εξέλιξη της νόσου και να προσαρμόζουν τη θεραπεία ανάλογα. Αυτή η εξατομικευμένη προσέγγιση, η οποία είναι πραγματικότητα για χιλιάδες ογκολογικούς ασθενείς καθημερινά, οδηγεί σε καλύτερα κλινικά αποτελέσματα, λιγότερες παρενέργειες, βελτίωση στην ποιότητα ζωής και σε πάρα πολλές περιπτώσεις παράταση στη συνολική επιβίωση.
Από το 2011, η ΕΟΠΕ χρηματοδοτεί Προγράμματα Ανίχνευσης Βιοδεικτών, μέσω των οποίων περισσότεροι από 8.000 ασθενείς έχουν λάβει εξατομικευμένες θεραπείες. Πέραν αυτών, η ΕΟΠΕ μετά από πρωτοβουλία του Διοικητικού Συμβουλίου της κατέθεσε πρόσφατα στο Υπουργείο Υγείας έκθεση 108 σελίδων με κατευθυντήριες οδηγίες για τη βέλτιστη ανάλυση των καρκινικών βιοδεικτών και πρόταση αποζημίωσής τους, η οποία στοχεύει στην επικαιροποίηση του πλαισίου αποζημίωσης που παραμένει σε εκκρεμότητα από το 2014, προκειμένου να διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση των ασθενών στην Ελλάδα στις σύγχρονες αυτές θεραπείες».
Ο κ. Λιόντος συμπλήρωσε ότι, «το στάδιο κατά τη διάγνωση της νόσου αποτελεί κύριο παράγοντα που καθορίζει την πρόγνωση – επιβίωση των ασθενών με καρκίνο. Το αξίωμα αυτό δεν θα πρέπει όμως να μεταφράζεται αναπόδραστα ότι η πρωιμότερη διάγνωση του καρκίνου θα αυξήσει την επιβίωση των ασθενών. Το στάδιο δεν είναι απλά συνάρτηση του χρόνου και της τύχης αλλά και συνέπεια της βιολογίας της νόσου. Επομένως, οι στοχευμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις με βάση τη βιολογία της νόσου σε ασθενείς πρώιμου σταδίου είναι η διαδικασία που θα διασώσει περισσότερους από τον καρκίνο. Η ανοσοθεραπεία έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει πλέον αυτή τη δυνατότητα για μια σειρά νεοπλασιών. Κατανοώντας τον πληθυσμό των ασθενών με πρώιμο καρκίνο που θα διασωθούν από την χορήγηση ανοσοθεραπείας, το όφελος δεν περιορίζεται μόνο στον ίδιο τον ασθενή αλλά και στην κοινωνία με όρους βελτίωσης της δημόσιας υγείας, της ποιότητας ζωής, της παραγωγικότητας και της αποφυγής του οικονομικού κόστους που συνεπάγονται οι θεραπείες της μεταστατικής νόσου. Επομένως, μια νέα εποχή προβάλλει στη θεραπευτική του καρκίνου, αυτή της αποτελεσματικότερης παρέμβασης και με τη χρήση της ανοσοθεραπείας σε πιο πρώιμα στάδια διάγνωσης του καρκίνου».
Ο κ. Μπούτης με τη σειρά του υπενθύμισε ότι, «ο προσυμπτωματικός έλεγχος για τον καρκίνο αποτελεί βασικό εργαλείο για την έγκαιρη διάγνωση και τη βελτίωση των εκβάσεων των ασθενών με καρκίνο. Ο εντοπισμός του καρκίνου σε πρώιμο στάδιο αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχούς θεραπείας και ίασης. Στην Ελλάδα, η καθολική εφαρμογή προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου για κοινές μορφές καρκίνου, όπως του μαστού, του τραχήλου της μήτρας, του παχέος εντέρου, αλλά και του πνεύμονα, μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό βήμα για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και τη μείωση της θνησιμότητας. Η πρώιμη ανίχνευση συχνών μορφών καρκίνου, όπως στο μαστό, στον πνεύμονα και στο παχύ έντερο, επιτρέπει τη διάγνωση σε αρχικά στάδια, ενισχύει την πιθανότητα ευνοϊκής έκβασης και αποδεδειγμένα μειώνει το συνολικό κόστος και επιβάρυνση του συστήματος υγείας.
Είναι αναγκαίο να προωθηθεί η ευαισθητοποίηση του κοινού και η υποστήριξη από την πολιτεία, ώστε να διασφαλιστεί η πρόσβαση όλων των πολιτών σε προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου, συμβάλλοντας στη μακροχρόνια βιωσιμότητα του συστήματος υγείας στη χώρα μας».
Τέλος, ο κ. Καπετανάκης ανέφερε ότι, «oι σημαντικές εξελίξεις στη φροντίδα του καρκίνου και οι νέες καινοτόμες θεραπευτικές προσεγγίσεις την τελευταία δεκαετία, έχουν συμβάλει στην αύξηση της επιβίωσης των ογκολογικών ασθενών κατά 50% σε σχέση με το 2010. Η καινοτομία για τους ασθενείς με καρκίνο σημαίνει ταχύτερες και ακριβέστερες διαγνώσεις, σύγχρονες εξατομικευμένες θεραπείες, πολύ λιγότερες πιθανότητες υποτροπών, καλύτερη διαχείριση των παρενεργειών, μικρότερη αποχή από την εργασία, μικρότερη οικονομική επιβάρυνση της οικογένειας. Επενδύοντας στην καινοτομία, πρακτικά επενδύουμε σε μία νέα ολιστική προσέγγιση, με τον άνθρωπο στο επίκεντρο όπου δεν αντιμετωπίζεται μόνο η ασθένεια αλλά υπάρχει η φροντίδα που θα καλύψει και τις ανάγκες που απορρέουν από αυτήν.
Ωστόσο, για να τα πετύχουμε όλα αυτά, πρέπει να αναγνωρίσουμε και να εστιάσουμε στις προκλήσεις που υπάρχουν. Σήμερα, δυστυχώς, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχει πρόσβαση κάθε ασθενής στις σύγχρονες καινοτόμες θεραπείες. Το κόστος, οι ρυθμιστικές διαδικασίες, οι υπερβολικές υποχρεωτικές επιστροφές, η έλλειψη κανονιστικού πλαισίου για την έγκριση και αποζημίωση βιοδεικτών και τα γεωγραφικά εμπόδια, αποτελούν τις σημαντικότερες προκλήσεις που πρέπει να διαχειριστούμε».