Η ενημέρωση βασίζεται στα τελευταία επιστημονικά και κλινικάδεδομένα και στην καλύτερη κατανόηση της σοβαρής ανεπάρκειας των ορμονών LH και FSH.Αναμένεται να βοηθήσει τους επαγγελματίες υγείας να αναγνωρίζουν με μεγαλύτερη σαφήνεια τις ασθενείς πουείναι κατάλληλες για θεραπεία μεορμόνες LH και FSH βάσει της ένδειξης και της Περίληψης Χαρακτηριστικών Προϊόντος.«Πρόκειται για ένα ενθαρρυντικό βήμα τόσο για τις γυναίκες που προσπαθούν να τεκνοποιήσουν, όσο και για τους κλινικούς ιατρούς, καθώς σηματοδοτεί την αναγνώριση της επιστημονικής προόδου που έχει συντελεστεί στην κατανόηση των υποκείμενων αιτιών της υπογονιμότητας», δήλωσε ο καθηγητής, δρ Thomas D’Hooghe, ιατρός, Αντιπρόεδρος και Head of Global Medical Affairs Fertility στη Merck.
«Όλα όσα γνωρίζαμε για τις ορμόνες LH και FSH, τον τρόπο που λειτουργούν στον οργανισμό και το πώς η λειτουργία τους διαφέρει από αυτή των άλλων ορμονών, όπως της ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (hCG), έχουν εξελιχθεί. Αυτή η εξέλιξη πρέπει να αντικατοπτρίζεται στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την υπογονιμότητα και επιδοκιμάζω το γεγονός ότι η CHMP αναγνώρισε την επιστημονική πρόοδο, εκδίδοντας θετική γνωμοδότηση για την ενημέρωση της Περίληψης Χαρακτηριστικών Προϊόντος για την ανασυνδυασμένη ανθρώπινηωχρινοτρόπο ορμόνη και ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη».
Κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, ο ορισμός της σοβαρής ανεπάρκειας ωχρινοτρόπου ορμόνης και ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης έχει διευρυνθεί, ώστε να καλύπτει πλέον ένα ευρύτερο φάσμα συνθηκών. Για παράδειγμα, σήμερα είναι ευρέως αποδεκτό ότι τα χαμηλά επίπεδα ωχρινοτρόπου ορμόνης και ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης, καθώς και η μειωμένη δραστικότητα αυτών, μπορεί να είναι προσωρινό αποτέλεσμα άλλων θεραπειών, παθήσεων ή του τρόπου ζωής.
Η ενημέρωση αυτή αφορά επίσης τη χρήση της ανασυνδυασμένης ανθρώπινης ωχρινοτρόπου ορμόνης και ωοθυλακιοτρόπου ορμόνηςστο ευρύτερο πλαίσιο της θεραπείας της υπογονιμότητας για τις ασθενείς με σοβαρή ανεπάρκεια των ορμονών LH και FSH, διευκρινίζοντας ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με τη σύσταση του θεράποντος ιατρού όσον αφορά τις κατάλληλες επακόλουθες διαδικασίες, οι οποίες μπορεί να οδηγήσουν σε γονιμοποίηση ωοκυττάρων.
Οι μέθοδοι αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, σεξουαλική επαφή ή ιατρικά υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (Ι.Υ.Α.). Η επικείμενη επικαιροποίηση θα προσφέρει στους ιατρούς μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με τη συνταγογράφηση της ανασυνδυασμένης ανθρώπινηςωχρινοτρόπου ορμόνης και ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης, παρέχοντάς τη δυνατότητα να τις ενσωματώσουν στη θεραπευτική τους προσέγγιση, στις περιπτώσεις που θα μπορούσε να ωφελήσει τις ασθενείς με σοβαρή ορμονική ανεπάρκεια.
Ο κ. Σπύρος Δευτεραίος, Ιατρικός Διευθυντής της Merck για την Ελλάδα και την Κύπρο, δήλωσε «Στην Merck δεσμευόμαστε να ακούμε προσεκτικά τις ανάγκες των ασθενών και των επαγγελματιών υγείας, για να διασφαλίζουμε ότι έχουν πρόσβαση σε επικαιροποιημένες πληροφορίες και καινοτόμες λύσεις. Η θεραπεία της υπογονιμότητας μπορεί να πυροδοτήσει μεγάλες συναισθηματικές διακυμάνσεις και στην Merck στηρίζουμε με αφοσίωση τους ασθενείς σε κάθε στάδιο της διαδρομής τους».