Με μια σκληρή ανακοίνωση η Ομοσπονδία Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) βάλλεται ενάντια του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Υγείας για την «Ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης και την ένταξη του άρθρου 65, το οποίο προβλέπει την «ενίσχυση των δημοσίων δομών υγείας από ιδιώτες παρόχους και ιδιώτες ιατρούς για την αντιμετώπιση αναγκών που μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία».
«Ανακάλυψε η κυβέρνηση τέλη Ιουλίου ότι τα αποδεκατισμένα από γιατρούς νοσοκομεία αποτελούν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία;», διερωτάται η ΟΕΝΓΕ, που καλεί την κυβέρνηση να υλοποιήσει τη δέσμη μέτρων που έχει καταθέσει «αν πραγματικά θέλει να απαντήσει στις επείγουσες και οξυμένες ανάγκες των ασθενών και των υγειονομικών».
«Είναι μέγιστη υποκρισία η εκάστοτε κυβέρνηση να θυμάται το θέμα μόνο τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο γιατί αυτό υπαγορεύουν οι ανάγκες του τουριστικού κεφαλαίου και να το ξεχνά τους χειμερινούς μήνες που δεν υπάρχουν δηκτικά σχόλια από διεθνή τουριστικά πρακτορεία, αφήνοντας έτσι τους μόνιμους κατοίκους στην τύχη τους», αναφέρει η ανακοίνωση ενόψει της σημερινής κινητοποίησης έξω από τη Βουλή, όπου βρίσκεται στην τελική ευθεία η συζήτηση του νομοσχεδίου.
Σύμφωνα με τους επικεφαλής των νοσοκομειακών γιατρών, η κυβέρνηση επιχειρεί «να μετατοπίσει την ευθύνη στους ιδιώτες αυτοαπασχολούμενους γιατρούς για τις τραγικές ελλείψεις των δημόσιων μονάδων υγείας ακόμα και σε βασικές ειδικότητες π.χ. παθολόγοι και να καλλιεργήσει τον “κοινωνικό αυτοματισμό”».
Αποσπασματικά μέτρα
Κατά την ΟΕΝΓΕ, οι αυτοαπασχολούμενοι γιατροί απειλούνται ότι σε περίπτωση που δεν εκδηλώσουν ενδιαφέρον θα ανασταλεί η σύμβασης τους με τον ΕΟΠΠΥ και δε θα μπορούν να συνταγογραφούν.
«Δηλαδή η κυβέρνηση και ο υπουργός υγείας που κόπτονται δήθεν για τους ασθενείς, τους αφήνουν τελείως ξεκρέμαστους αφού δε θα έχουν ούτε καν αυτή τη δυνατότητα της επί πληρωμής συνταγογράφησης, αλλά ούτε και διέξοδο στις αποδεκατισμένες δημόσιες μονάδες υγείας. Τελικά η ποινή που προβλέπει το άρθρο 65 είναι ποινή για τους ασθενείς», συμπληρώνει.
Αναφερόμενοι στο άρθρο 74 του ίδιου νομοσχεδίου, στο οποίο δίνεται στους αφυπηρετήσαντες καθηγητές των ιατρικών σχολών, η δυνατότητα άσκησης κλινικών καθηκόντων, οι επικεφαλής της ΟΕΝΓΕ προτείνουν στον υπουργό υγείας, να τους αξιοποιήσει για να κάνουν εφημερίες στις «άγονες» περιοχές, «αφού είναι τόσο πρόθυμοι να εργαστούν στο ΕΣΥ και να σταματήσει να κουνάει το δάκτυλο στους συναδέλφους αυτοαπασχολούμενους».
«Ας τα αφήσει αυτά η κυβέρνηση. Με λεονταρισμούς και επικοινωνιακά πυροτεχνήματα δεν ενισχύεται το δημόσιο σύστημα υγείας», υποστηρίζει η Ομοσπονδία.
Σύμφωνα με την ΟΕΝΓΕ, η αξιοποίηση των αυτοαπασχολούμενων γιατρών είναι μέτρο όχι απλώς αποσπασματικό και αναποτελεσματικό αλλά και επικίνδυνο. «Οι προχειρότητες είναι αντιεπιστημονικές και επικίνδυνες», σημειώνει.
Αποσαθρώνεται η ΠΦΥ
«Ο αυτοαπασχολούμενος Παθολόγος που «επιτάσσεται» αλλά και ο Παθολόγος του ΚΥ που μετακινείται αναγκαστικά για «κάποιες εφημερίες» στο νοσοκομείο είναι γιατροί με εμπειρία στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και όχι στην Νοσοκομειακή Ιατρική. Έτσι αποσαθρώνεται και άλλο η πολύτιμη Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας ενώ ταυτόχρονα ασκείται Νοσοκομειακή Ιατρική επιπέδου «έκτακτων πολεμικών συνθηκών» επικίνδυνη για τους ασθενείς», υποστηρίζει η ΟΕΝΓΕ.
Όπως αναφέρουν, «ο/η γιατρός της ΠΦΥ που «αγγαρεύεται» για εφημερία στο υποστελεχωμένο νοσοκομείο παραλαμβάνει δεκάδες ήδη νοσηλευόμενους ασθενείς των οποίων δεν γνωρίζει το ατομικό αναμνηστικό, το ιστορικό και την πορεία νόσου ενώ εφημερεύει ολομόναχος/η για αυτούς τους δεκάδες ήδη νοσηλευόμενους αλλά και για τα έκτακτα περιστατικά που προσέρχονται στο ΤΕΠ αφού τα περιφερειακά νοσοκομεία έχουν κάθε μέρα γενική εφημερία. Η λειτουργία ενός νοσοκομείου, τα εξωτερικά ιατρεία, τα επείγοντα, η νοσηλεία των ασθενών, η συνέχεια της παρακολούθησης της πορείας της υγείας τους απαιτούν πλήρως στελεχωμένο νοσοκομείο με μόνιμο προσωπικό και υλικοτεχνική υποδομή και όχι περιοδεύοντες γιατρούς για κάποιες μέρες και ώρες, όπως προωθεί η Κυβέρνηση».
«Η κυβέρνηση έχει στο ακέραιο την ευθύνη», τονίζει η Ομοσπονδία, προσθέτοντας πως:
«Έχει αγνοήσει παντελώς τα αιτήματα και τις προτάσεις της ΟΕΝΓΕ και των Ενώσεων των νοσοκομειακών γιατρών επί 4,5 ολόκληρα χρόνια. Αν είχε ακούσει αυτά που λένε οι νοσοκομειακοί γιατροί ήδη από τον Μάρτιο 2020 για τα κίνητρα αλλά και για την διαδικασία προκήρυξης και πλήρωσης των θέσεων, σήμερα τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα στα νοσοκομεία και ΚΥ της περιφέρειας αλλά και των μεγάλων πόλεων.
Ήδη από το 2022 είχαμε προειδοποιήσει πως η κυβερνητική πολιτική της υποστελέχωσης, της υπερεφημέρευσης, των αναγκαστικών μετακινήσεων, της μισθολογικής καθήλωσης , θα οδηγούσε σε καταιγίδα παραιτήσεων γιατρών νοσοκομείων, ΚΥ και ΕΚΑΒ. Η κυβέρνηση αγνόησε τις προειδοποιήσεις μας οι οποίες δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν.Ιδιαίτερα τους τελευταίους 10 μήνες η κυβερνητική πολιτική αναστολής των προσλήψεων, κλιμακώθηκε και επεκτάθηκε ακόμα και στις προσλήψεις επικουρικών ειδικευμένων γιατρών. Έτσι κινδυνεύουν με λειτουργική κατάρρευση όχι μόνο τμήματα περιφερειακών νοσοκομείων αλλά και τμήματα νοσοκομείων Αθήνας και Θεσσαλονίκης».
«Η λύση δεν θα έρθει από τον ΠΙΣ»
Οι νοσοκομειακοί γιατροί καλούν την κυβέρνηση να αφήσει τις απειλές και τις υποκρισίες και «αν θέλει πραγματικά να απαντήσει στις επείγουσες και οξυμένες ανάγκες των ασθενών και των υγειονομικών να υλοποιήσει τη δέσμη μέτρων που είχε καταθέσει η ΟΕΝΓΕ, και στον προηγούμενο και στον τωρινό υπουργό, και η οποία περιλαμβάνει την αναπλήρωση των μισθολογικών απωλειών εξαιτίας των περικοπών των τελευταίων 14 χρόνων και το αυξημένο κόστος διαβίωσης, την ενσωμάτωση του 13-14ου μισθού, τον διπλασιασμό του ωρομισθίου των εφημεριών και την ειδική αυτοτελή φορολόγηση τους, την ενιαία προκήρυξη όλων των κενών θέσεων ανά ειδικότητα, ταυτόχρονα με ειδικά κίνητρα για τις «άγονες» περιοχές, τη μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων, την κατάργηση των πληρωμών των ασθενών».
«Αυτή είναι η λύση και όχι οι προτάσεις του ΠΙΣ που έσπευσε να συνδράμει την κυβέρνηση με την κατάπτυστη απόφαση του, να χορηγήσει επίδομα 1000 ευρώ και δωρεάν συνδρομή για τρία Πανελλήνια συνέδρια, σε κάθε ιδιώτη γιατρό που θα προσφερθεί εθελοντικά να εφημερεύσει», καταλήγουν.