Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά με άρθρο που υπογράφει και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα των Συντακτών, «αν σήμερα είχαν εμβολιαστεί ακόμα περισσότεροι δεν θα είχαμε 330 διασωλημένους κατά προσέγγιση στις ΜΕΘ αλλά περίπου 50».
Ο υφυπουργός Επικρατείας αναφέρει ότι η Ελλάδα τα πάει πολύ καλύτερα σε ότι αφορά τους εμβολιασμένος σε σύγκριση με τις τις υπόλοιπες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και λιγότερο καλά από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Σε κάθε περίπτωση στην χώρας μας δεν έχουμε βγάλει εκτός αντιπολιτευτικής ατζέντας τους εμβολιασμούς και τους θανάτους όπως αναφέρει ενώ τονίζει ότι κατά την γνώμη του αυτός ίσως είναι και ο λόγος που δεν αγγίζουμε ακόμα τα ποσοστά εμβολιασμού της Δυτικής Ευρώπης.
Παραδέχεται ωστόσο ότι βρισκόμαστε κάτω από τον μέσο της ΕΕ τονίζοντας ωστόσο ότι οι δείκτες θνησιμότητας της Ελλάδας είναι σταθεροί καθόλη την διάρκεια της πανδημίας. Επίσης, πέρα από τη σημασία του εμβολιασμού που επαναλαμβάνει στο κείμενό του αναφέρει ότι σίγουρα υπάρχουν βαθύτεροι κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες που επιδρούν στην άρνηση εμβολιασμού μιας μικρότερης μερίδας πολιτών.
«Αυτούς τους παράγοντες πρέπει να τους εξετάσουμε και να τους διαχειριστούμε μεσομακροπρόθεσμα με σοβαρές παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό μας σύστημα αλλά και με νέες πολιτικές πρόληψης υπέρ της δημόσιας υγείας» τονίζει.
Το κείμενό του Άκη Σκέρτσου
Η Ελλάδα τα έχει πάει πολύ καλύτερα ως προς το μερίδιο εμβολιασμένων στον γενικό πληθυσμό από τις υπόλοιπες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και λιγότερο καλά από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Η πολιτική εργαλειοποίηση της πανδημίας, του εμβολιασμού και των θανάτων θα έπρεπε να βρίσκεται εκτός της αντιπολιτευτικής ατζέντας. Δυστυχώς στη χώρα μας δεν το έχουμε πετύχει -και ίσως αυτή η υστέρηση είναι και ένας από τους λόγους που δεν έχουμε φτάσει στα ποσοστά εμβολιασμού των χωρών της Δυτικής Ευρώπης.
Ας δούμε όμως αναλυτικότερα κάποια δεδομένα που χρειάζεται να επαναλαμβάνονται μονότονα και δεν επιδέχονται αμφισβήτηση:
1) Η Ελλάδα, χάρη στη δυναμική διαχείριση του φαινομένου και παρά τους περιορισμένους πόρους που διαθέτει σε σύγκριση με άλλες χώρες, βρίσκεται στη 17η θέση μεταξύ των 27 της Ε.Ε. σε απώλειες από ή με Covid. Εξακολουθεί δηλαδή να βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο καθʹ όλη τη διάρκεια της πανδημίας έως και σήμερα. Σε χειρότερη θέση βρίσκονται αρκετές χώρες τής αντικειμενικά πιο ανεπτυγμένης Δυτικής Ευρώπης. Οποιος επιλέγει λοιπόν στοιχεία θνητότητας φωτογραφικά χάνει -σκοπίμως ή μη- τη μεγάλη εικόνα.
Στο https://www.euromomo.eu μπορεί εύκολα να διατρέξει κανείς τους δείκτες θνησιμότητας όλων των ευρωπαϊκών χωρών και εκεί θα διαπιστώσει ότι η Ελλάδα έχει μια σταθερή συμπεριφορά καθʹ όλη τη διάρκεια της πανδημίας κινούμενη μεταξύ μηδενικής έως χαμηλής υπερβάλλουσας θνησιμότητας (no to low excess mortality) έως και σήμερα σε σύγκριση με τις απώλειες ζωών προ της πανδημίας.
2) Είναι πράγματι εξαιρετικά στενάχωρο ότι το τελευταίο διάστημα καθημερινά χάνουν τη ζωή τους περίπου 30 συνάνθρωποί μας. Είναι θλιβερό διότι θα μπορούσαν να είχαν γλιτώσει τη ζωή τους αν είχαν εμβολιαστεί, καθώς 9 στους 10 ασθενείς που νοσούν βαριά και καταλήγουν είναι ανεμβολίαστοι. Αν η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού είχε εμβολιαστεί, σήμερα θα είχαμε, σύμφωνα με επιστημονικές αναλύσεις, έως 50 ασθενείς σε ΜΕΘ Covid στην επικράτεια -κυρίως λόγω βαριών υποκείμενων ασθενειών- αντί για 330, όπως συμβαίνει τώρα.
3) Παρακολουθώντας τους δείκτες νοσηλείας διαχρονικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας θα διαπιστώσουμε μια αντιστρόφως ανάλογη σχέση μεταξύ του εμβολιασμού και της επιβάρυνσης στο σύστημα υγείας. Σήμερα, με τα 2/3 των ενηλίκων εμβολιασμένους, έχουμε το 1/3 των νοσηλειών, των ΜΕΘ και των θανάτων συγκριτικά με την άνοιξη του 2021 που ο εμβολιασμός ήταν ακόμη σε πολύ χαμηλά επίπεδα και επιπλέον βρίσκονταν σε ισχύ πολύ αυστηρά μέτρα δημόσιας υγείας.
Για να το πούμε ξανά, το σύστημα υγείας χάρη στον εμβολιασμό και με ανοιχτή την οικονομία δέχεται σήμερα -ακόμη και στη Β. Ελλάδα που έχει χαμηλότερο ποσοστό εμβολιασμού- το 1/3 των νοσηλειών που δεχόταν προ του εμβολίου, κυρίως από ανεμβολίαστους ασθενείς. Δεν χρειάζεται επομένως κάποια ιδιαίτερη επιστημονική εξήγηση πέρα από το ότι ζούμε την ανεστραμμένη εικόνα της άνοιξης. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας παρέχει υπηρεσίες ως οφείλει σε όλους τους πολίτες -και όχι μόνο στους ασθενείς με Covid- και έτσι θα παραμείνει. Οσοι είναι ανεμβολίαστοι δεν έχουν παρά να εμβολιαστούν για να προστατευθούν.
4) Η διαιρετική τομή ως προς τους εμβολιασμούς στην Ευρώπη δεν είναι μεταξύ Βορρά και Νότου, αλλά μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης. Η Ελλάδα τα έχει πάει πολύ καλύτερα ως προς το μερίδιο εμβολιασμένων στον γενικό πληθυσμό από τις υπόλοιπες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και λιγότερο καλά από τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
Oσοι δήλωναν από πέρυσι στις δημοσκοπήσεις ότι θέλουν να εμβολιαστούν -περίπου 60-70% των ενηλίκων- το έχουν πράξει, με το 71% των ενηλίκων να έχουν εμβολιαστεί χάρη στην άρτια οργανωμένη και πλήρως ψηφιοποιημένη εμβολιαστική εκστρατεία, την επίμονη εκστρατεία πειθούς αλλά και τα κίνητρα που δόθηκαν υπέρ του εμβολιασμού.
Προφανώς υπάρχουν βαθύτεροι κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες που επιδρούν στην άρνηση εμβολιασμού μιας μικρότερης μερίδας πολιτών. Αυτούς τους παράγοντες πρέπει να τους εξετάσουμε και να τους διαχειριστούμε μεσομακροπρόθεσμα με σοβαρές παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό μας σύστημα αλλά και με νέες πολιτικές πρόληψης υπέρ της δημόσιας υγείας.
Το βέβαιο είναι ότι αυτές οι συμπεριφορές δεν αλλάζουν μέσα σε έναν χρόνο. Ενώ σίγουρα υποδαυλίζονται και από ανεύθυνες συμπεριφορές των κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως για παράδειγμα ότι δεν έχουν κάνει συστηματική καμπάνια υπέρ του εμβολιασμού τους τελευταίους 9 μήνες. Αντιθέτως, η αξιωματική αντιπολίτευση ανεχόταν έως πριν από έναν μήνα στελέχη της που αμφισβητούσαν ευθέως τη χρησιμότητα των εμβολίων…
Το μήνυμα λοιπόν είναι ένα: ακούμε τους πραγματικούς ειδικούς -και όχι τσαρλατάνους- και εμβολιαζόμαστε, για να σβήσουμε τον κίνδυνο του ιού πάνω και από τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας.