Ωστόσο, σύμφωνα με αλληλογραφία που μόλις δημοσιεύτηκε στο διεθνές έγκριτο περιοδικό NEJM (New England Journal of Medicine), στις 22 Φεβρουαρίου 2024 έχουν παρατηρηθεί άτομα που επανειλημμένα βγαίνουν θετικά με γρήγορα τεστ παρά τα ταυτόχρονα αρνητικά μοριακά τεστ. Αυτό το σπάνιο φαινόμενο εμφανίζεται κυρίως σε γυναίκες και άτομα με αυτοάνοσες διαταραχές. Η Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Παθολόγος, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και η Παναγιώτα Ζαχαράκη (Βιολόγος) της Θεραπευτικής Κλινικής (Νοσοκομείο Αλεξάνδρα) Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, συνοψίζουν τα ευρήματα της δημοσίευσης.
Η έκθεση αυτή βασίζεται σε δύο μελέτες στις οποίες οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε σειριακό, αντιστοιχισμένο γρήγορο τεστ αντιγόνου και σε αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (RT-PCR) για SARS-CoV-2. Οι συμμετέχοντες θεωρήθηκαν ότι είχαν ψευδές θετικό αποτέλεσμα εάν ανέφεραν θετικό γρήγορο τεστ αντιγόνου με αντίστοιχη αρνητική δοκιμή PCR των δειγμάτων που ελήφθησαν εντός 48 ωρών το ένα από το άλλο. Τα ψευδώς θετικά τεστ ταξινομήθηκαν ως τυχαία ψευδώς θετικά (σε συμμετέχοντες με τουλάχιστον ένα αρνητικό γρήγορο τεστ αντιγόνου κατά την περίοδο της μελέτης) ή ως επίμονα ψευδώς θετικά (σε συμμετέχοντες με τουλάχιστον 5 ημέρες θετικών γρήγορων τεστ αντιγόνου).
Μεταξύ 11.297 συμμετεχόντων που πραγματοποίησαν 76.610 ημέρες δοκιμών, το 1,7% είχε τουλάχιστον ένα ψευδώς θετικό γρήγορο τεστ αντιγόνου. Από τους 191 συμμετέχοντες με ψευδώς θετικά αποτελέσματα, οι 13 είχαν επίμονα ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες με επίμονα ψευδώς θετικά αποτελέσματα ήταν γυναίκες (12 από 13). Βρέθηκε υψηλότερος επιπολασμός αυτοάνοσων διαταραχών που αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες μεταξύ των συμμετεχόντων με επίμονα ψευδώς θετικά από ότι μεταξύ αυτών με τυχαία ψευδώς θετικά (σε 6 από 13 έναντι 10 από 178). Επίμονα ψευδώς θετικά αποτελέσματα λήφθηκαν με δοκιμές από διαφορετικές παρτίδες και δεν ήταν πιθανό να σχετίζονται με ποιοτικά στοιχεία των διαγνωστικών μεθόδων.
Αυτό το εύρημα έχει ουσιαστική κλινική σημασία. Η επίμονη ψευδής θετικότητα μπορεί να είναι αποτέλεσμα διασταυρούμενης αντιδραστικότητας των αντισωμάτων δοκιμής με ρευματοειδή παράγοντα και θα μπορούσε δυνητικά να συμβεί σε οποιονδήποτε ασθενή που έχει μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από κυκλοφορούντα ρευματοειδή παράγοντα.
Επειδή ο έλεγχος για SARS-CoV-2 πραγματοποιείται συνήθως σε συμπτωματικούς ασθενείς, τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα μπορεί να μην αναγνωρίζονται κλινικά. Ωστόσο, τα άτομα που αντιμετωπίζουν επίμονα θετικά τεστ μετά από μόλυνση ή την απουσία συμπτωμάτων μπορεί να έχουν αυτό το φαινόμενο. Φαίνεται ότι οι ασθενείς με επίμονα ψευδώς θετικά αποτελέσματα και ιστορικό αυτοάνοσης νόσου με ρευματοειδή παράγοντα μπορεί να ωφεληθούν από την επαναλαμβανόμενη εξέταση με διαφορετική εταιρία γρήγορων τεστ αντιγόνου.
Τέλος, η παρουσίαση αυτής της συσχέτισης της αυτοανοσίας ή του γυναικείου φύλου με επαναλαμβανόμενα θετικά αποτελέσματα μπορεί να βοηθήσει τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης να διακρίνουν μεταξύ της διασταυρούμενης ψευδούς θετικότητας και της ανάκαμψης του SARS-CoV-2.