Γνωρίζουμε από τις αρχές της πανδημίας ότι οι επαναλοιμώξεις με COVID-19 είναι κάτι που συμβαίνει. Ένας από τους πρώτους ανθρώπους που επαναμολύνθηκε ήταν ένας 33χρονος άντρας από τον Χονγκ Κονγκ. Η αρχική του μόλυνση συνέβη στις 26 Μαρτίου του 2020 και 142 μέρες αργότερα μολύνθηκε ξανά. Μετά την ανάδυση της Όμικρον, τα περιστατικά επαναλοιμώξεων έχουν αυξηθεί. Τα πρώτα δεδομένα από τη Ν. Αφρική (ακόμα δεν έχει αξιολογηθεί από άλλους επιστήμονες) υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος επαναμόλυνσης αυξήθηκε γρήγορα και σημαντικά μετά την άφιξη του νέου στελέχους.
Επομένως, γιατί αυξάνονται οι επαναμολύνσεις; Η απλή απάντηση είναι επειδή η ανοσία συχνά δεν επαρκεί πια για να αποτρέψει μία λοίμωξη. Αυτό μπορεί να οφείλεται στην εμφάνιση ενός νέου στελέχους, όπως η Όμικρον. Λόγω των μεταλλάξεων στη δομή του αναγνωρίζεται λιγότερο από το ανοσοποιητικό σύστημα, με αποτέλεσμα ο ιός να διαφεύγει της προηγούμενης ανοσίας. Μία άλλη εξήγηση είναι ότι μετά από μερικούς μήνες έχει «ξεθωριάσει» η ανοσία από προηγούμενη μόλυνση ή εμβολιασμό. Εκεί μπαίνουν οι αναμνηστικές δόσεις για να επαναφέρουν τα επίπεδα προστασίας σε υψηλά επίπεδα.
Τέλος, ο κορονοϊός σχεδόν πάντα εισέρχεται στο ανθρώπινο σώμα μέσω της μύτης και του λαιμού. Η ανοσία σε αυτές τις περιοχές τείνει να είναι σχετικά βραχύβια σε σύγκριση με τη συστηματική ανοσία σε όλο το σώμα. Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί η προστασία από σοβαρές ασθένειες, συνήθως ριζωμένες στους πνεύμονες, διαρκεί περισσότερο από την προστασία από τη μόλυνση.
Πόσο συχνές είναι οι επαναλοιμώξεις
Το Ηνωμένο Βασίλειο ορίζει ως επαναλοίμωξη ένα νέο θετικό τεστ COVID-19, παραπάνω από 90 μέρες μετά την τελευταία λοίμωξη. Μέχρι τις 6 Φεβρουαρίου του 2022, έχουν υπάρξει πάνω από 14,5 εκατ. αρχικές μολύνσεις και γύρω στις 620.000 επαναμολύνσεις στην Αγγλία. Επομένως, συμβαίνει 1 επαναλοίμωξη κάθε 24 αρχικές μολύνσεις. Πάνω από το 50% όλων των επαναμολύνσεων έχουν αναφερθεί μετά τη 1η Δεκέμβρη του 2021, επιβεβαιώνοντας τον αυξημένο κίνδυνο επαναλοίμωξης μετά την άφιξη της Όμικρον.
Επίσης η Υπηρεσία Εθνικών Στατιστικών του Ηνωμένου Βασιλείου (ONS) μετράει επίσης τις επαναλοιμώξεις αν και το κάνει διαφορετικά. Για να θεωρεί κάποιος ότι μολύνθηκε ξανά, χρειάζεται να έχουν περάσει τουλάχιστον 120 μέρες ή 4 συνεχόμενα αρνητικά PCR ανάμεσα στα 2 θετικά τεστ. Η ONS υποστηρίζει ότι ο βαθμός επαναλοίμωξης έχει αυξηθεί 15 φορές μετά την άφιξη της Όμικρον και ότι προς το παρόν οι επαναλοιμώξεις συνιστούν το 10% όλων των μολύνσεων που έχουν αναφερθεί στην Αγγλία συγκριτικά με το 1% τον Νοέμβριο του 2021.
Είναι πιο ήπιες οι επαναλοιμώξεις;
Οι αρχικές μολύνσεις σε εμβολιασμένους είναι συνήθως λιγότερο σοβαρές από τις αρχικές λοιμώξεις σε ανεμβολίαστους - γι΄αυτό οι νοσηλείες είναι λιγότερες ανάμεσα σε εμβολιασμένους. Γι΄αυτό είναι λογικό να υποθέσουμε ότι γενικά οι επαναλοιμώξεις πρέπει να είναι λιγότερο σοβαρές από τις αρχικές λοιμώξεις, καθώς το άτομο που μολύνεται ξανά θα έχει μία προηγούμενη ανοσία. Επιπλέον, πολλά άτομα θα έχουν εμβολιαστεί ανάμεσα στις λοιμώξεις τους, κάτι που θα έχει αυξήσει περαιτέρω τα επίπεδα ανοσίας.
Παρόλο που η προστασία από επαναμόλυνση από κορονοϊό, φθίνει ύστερα από μερικούς μήνες, η προστασία κατά της σοβαρής νόσου και του θανάτου, φαίνεται ότι διαρκεί πολύ περισσότερο. Επομένως, οι επαναλοιμώξεις σίγουρα μοιάζει λιγότερο σοβαρές.
Ωστόσο, το κατά πόσο η 2η μόλυνσή του καταλήγει στο αν θα αισθανθείς όσο άσχημα αισθάνθηκες στην πρώτη, ίσως εξαρτηθεί από το πότε μολύνθηκες. Τα δεδομένα της ONS δείχνουν ότι η ποσότητα των ατόμων που ανέφεραν συμπτώματα μετά από επαναλοίμωξη, διαφέρει ανάλογα με το στέλεχος με το οποίο μόλυνθηκαν τη 2η φορά.
Το ONS εκτιμά ότι οι επαναλοιμώξεις με Άλφα έδωσαν στους ανθρώπους συμπτώματα μόνο το 20% του χρόνου, ενώ οι επαναμολύνσεις με Δέλτα προκάλεσαν συμπτώματα στο 44% των περιπτώσεων και με Όμικρον στο 46%. Τα δεδομένα του δείχνουν επίσης ότι οι άνθρωποι που επαναμολύνθηκαν με Άλφα ήταν πολύ λιγότερο πιθανό να παρουσιάσουν συμπτώματα τη δεύτερη φορά σε σύγκριση με την κύρια λοίμωξη. Ενώ οι επαναλοιμώξεις με Δέλτα ήταν κάπως πιο πιθανό να δώσουν στους ανθρώπους συμπτώματα σε σύγκριση με την κύρια λοίμωξη τους. Με την επαναλοίμωξη με Όμικρον, το ποσοστό των συμπτωμάτων ήταν περίπου το ίδιο στην επαναλοίμωξη και στην πρωτογενή λοίμωξη.
Γνωρίζουμε ότι η σοβαρότητα της COVID ποικίλλει από τη μία παραλλαγή στην άλλη. Ωστόσο, είναι δύσκολο να διακρίνουμε πόση από την παραπάνω διαφορά οφείλεται στις διαφορετικές δυνάμεις των παραλλαγών και πόσο οφείλεται στα επίπεδα ανοσίας covid από προηγούμενη μόλυνση και εμβολιασμό που υπάρχουν στους ανθρώπους εκείνη τη στιγμή.
Τελικά οι επαναλοιμώξεις ενισχύουν την ανοσία;
Σχεδόν σίγουρα ναι. Μια προηγούμενη λοίμωξη παρέχει παρόμοια προστασία από τη μόλυνση με Όμικρον όσο δύο δόσεις εμβολίου, οπότε είναι λογικό να υποθέσουμε ότι οι επαναλοιμώξεις θα ενισχύσουν επίσης την ανοσία.
Αλλά μια τέτοια ανοσία δεν θα είναι 100% προστατευτική. Υπάρχουν αναδυόμενες αποδείξεις (σε προεκτύπωση) ανθρώπων που επανεμολύνονται πολλές φορές. Αυτό, όμως, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη, καθώς γνωρίζουμε ότι οι άλλοι ανθρώπινοι κοροναϊοί προκαλούν επαναλοιμώξεις κάθε λίγα χρόνια.
ΠΗΓΗ: theconversation