Η γρίπη, ο COVID και ο RSV (αναπνευστικός συγκυτιακός ιός), δεν είναι οι μόνοι ιοί που μπορούν να προκαλέσουν βήχα καθώς μια λοίμωξη εξελίσσεται. Σύμφωνα με τα στοιχεία Αμερικανών επιστημόνων, φέτος καταγράφεται επίσης υψηλή δραστηριότητα του αδενοϊού και του ανθρώπινου μεταπνευμοϊού (hMPV) που επίσης εκδηλώνονται μεταξύ άλλων με επίμονο, δυσάρεστο βήχα που αργεί να υποχωρήσει.
Οι ειδικοί διακρίνουν τον βήχα σε τρεις βασικούς τύπους. Ο συνηθέστερος είναι ο προσωρινός, «οξύς» βήχας που διαρκεί δύο έως τρεις εβδομάδες.
Οι κλινικοί γιατροί όμως καταγράφουν φέτος πολλά περιστατικά από «υποξείες» περιπτώσεις βήχα, με το σύμπτωμα να παραμένει και μετά το τέλος μιας λοίμωξης ακόμα και για περίοδο οκτώ εβδομάδων. Ο τρίτος τύπος χαρακτηρίζεται από τους γιατρούς ως «χρόνιος βήχας» και διαρκεί για διάστημα πέραν και των 8 εβδομάδων.
Η Khalilah Gates, αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πνευμονολογίας και Εντατικολογίας στο Northwestern University Feinberg School of Medicine του Σικάγο, επιβεβαιώνει ότι τα περιστατικά με υπό-οξύ ή χρόνιο βήχα όντως είναι πολλά φέτος, αναμενόμενο ωστόσο όπως λέει, με δεδομένο ότι έχει προηγηθεί ένα μεγάλο διάστημα ύφεσης των αναπνευστικών ιών ως επακόλουθο των ατομικών μέτρων προστασίας και του lockdown λόγω της πανδημίας. Στην πραγματικότητα, λέει η Δρ. Gates, τα περιστατικά ασθενών που μετά από μια ίωση, αντιμετώπισαν μεγάλο διάστημα με βήχα που δεν υποχωρεί εύκολα, ήταν αρκετά και στο παρελθόν.
Η συμβολή του εμβολιασμού
Οι γιατροί εκτιμούν ότι η πιθανή διάρκεια του βήχα που προέρχεται από γρίπη, COVID-19 ή RSV μπορεί να εξαρτηθεί και από το εάν το άτομο έχει εμβολιαστεί ή όχι, με δεδομένο ότι τα συμπτώματα είναι γενικά μικρότερης βαρύτητας σε αυτή την περίπτωση και συνεπακόλουθα ο βήχας υποχωρεί πιο γρήγορα.
Ωστόσο για τους ειδικούς, ο επίμονος βήχας μπορεί να αποτελεί ένα «καμπανάκι» πιθανού κινδύνου που πρέπει να διερευνηθεί, ιδιαίτερα στην περίπτωση που οι ασθενείς εκδηλώνουν παράλληλα πυρετό, πόνο στο στήθος, επίμονη βραχνάδα, δύσπνοια ή αίσθημα παλμών.
Ο Rohan S. Mankikar, πνευμονολόγος στο NYU Langone Health στη Νέα Υόρκη, εξηγεί ότι κάποιοι από τους αναπνευστικούς ιούς που κυκλοφορούν ευρέως τον χειμώνα χαρακτηρίζονται ως πιο «μολυσματικοί» και είναι αυτοί που πιθανότερα θα οδηγήσουν σε επίμονο βήχα.
«Ορισμένοι ιοί έχουν την ικανότητα να εισχωρούν βαθύτερα στους αεραγωγούς μας και αντί να μολύνουν μόνο την ανώτερη αναπνευστική οδό, μεταναστεύουν χαμηλότερα, συμπεριλαμβανομένων των βρόγχων» επισημαίνει και προσθέτει: «Μόλις πολλαπλασιαστούν σε αυτή την περιοχή, πλέον τα συμπτώματα χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να βελτιωθούν».
Τα γιατροσόφια της γιαγιάς
Στην περίπτωση που ο βήχας δεν είναι ένδειξη κάποιας βαρύτερης ιατρικής κατάστασης, τα σπιτικά «γιατροσόφια» όπως η κατανάλωση ροφημάτων τσαγιού και καταπραϋντικών βοτάνων ιδανικά με λίγο μέλι που είναι γνωστό για τις μαλακτικές του ιδιότητες, είναι δυνατό να βοηθήσουν στην ανακούφιση από τον επίμονο βήχα.
Οι γιατροί συμβουλεύουν την κατανάλωση πολλών υγρών που κρατούν το σώμα ενυδατωμένο και μειώνουν την υπερβολική παραγωγή βλέννας.
Ένα αλατούχο ρινικό σπρέι θα βοηθήσει στη ρινική συμφόρηση που συχνά συνοδεύει μεγάλες περιόδους βήχα.
Η χρήση σιροπιών για τον βήχα πρέπει να γίνεται με φειδώ και σε συνεννόηση με τον οικογενειακό γιατρό αφού μπορεί να μειώσουν την ικανότητα απόχρεμψης και να οδηγήσουν σε αντίθετα αποτελέσματα.
Πηγή: Everydayhealth.com