Σχεδόν 2 εκατ. άτομα στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν μόνιμα συμπτώματα μετά από λοίμωξη με COVID, το γνώστο σε όλους πια σύνδρομο LONG COVID.
Τα πιο συχνά αναφερόμενα συμπτώματα του συνδρόμου, όπως η κόπωση και η δύσπνοια έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις καθημερινές δραστηριότητες, την ποιοότητας ζωής και την ικανότητα εργασίας.
Τα συμπτώματα της LONG COVID δεν περιορίζόνται, όμως, μόνο σε αυτά. Σε μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature Medicine, εντοπίστηκαν 62 συμπτώματα σχετικά με το σύνδρομο μακροχρόνιων συμπτωμάτων. Επίσης, εξετάστηκαν μερικοί από τους παράγοντες που συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης LONG COVID.
Πάνω από 60 συμπτώματα LONG COVID
Η μελέτη βρήκε ότι τα άτομα που είχαν διαγνωστεί με COVID ήταν σημαντικά πιο πιθανό να αναφέρουν 62 συμπτώματα, εκ των οποίων μόνο τα 20 έχουν συμπεριληφθεί στον ορισμό του ΠΟΥ για το σύνδρομο.
Κάποια από αυτά τα συμπτώματα ήταν αναμενόμενα, όπως η απώλεια γεύσης και όσφρησης, η δύσπνοια και η κόπωση. Κάποια άλλα, όμως, που συνδέονται με την COVID 12 εβδομάδες μετά τη λοίμωξη, προκάλεσαν έκπληξη και είναι λιγότερο γνωστά, όπως η απώλεια μαλλιών και μειωμένη libido. Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν τον πόνο στο στήθος, τον πυρετό, ακράτεια εντέρου, στυτική δυσλειτουργία και πρήξιμο των άκρων.
Αυτές οι διαφορές στα συμπτώματα που αναφέρθηκαν μεταξύ των μολυσμένων και μη μολυσμένων ομάδων παρέμειναν ακόμη και αφού λήφθηκε υπόψη η ηλικία, το φύλο, η εθνικότητα, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, ο δείκτης μάζας σώματος, η κατάσταση καπνίσματος, η παρουσία περισσότερων από 80 καταστάσεων υγείας και η προηγούμενη αναφορά του ίδιου συμπτώματος .
Ποιοι παράγοντες ευνοούν την ανάπτυξη LONG COVID
Βρέθηκε επίσης ότι η νεότερη ηλικία, το γυναικείο φύλο, η αναγωγή σε ορισμένες εθνοτικές μειονότητες, η χαμηλότερη κοινωνικοοικονομική κατάσταση, το κάπνισμα, η παχυσαρκία και ένα ευρύ φάσμα καταστάσεων υγείας σχετίζονταν με υψηλότερο κίνδυνο αναφοράς επίμονων συμπτωμάτων περισσότερες από 12 εβδομάδες μετά τη μόλυνση από τον COVID.
Η ανάλυση προτείνει ότι η LONG COVID μπορεί να χωριστεί σε τρία γκρουπ με βάση τα αναφερόμενα συμπτώματα. Το μεγαλύτερο γκρουπ αποτελούμενο από περίπου το 80% των ατόμων με LONG COVID στη μελέτη, αντιμετώπισε ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων, που κυμαίνονταν από κόπωση, πονοκέφαλο και πόνο. To δεύτερο μεγαλύτερο γκρουπ, που αντιπροσωπεύει το 15%, είχε κυρίως συμπτώματα ψυχικής υγείας και γνωστικά συμπτώματα, όπως κατάθλιψη, άγχος, ομίχλη του εγκεφάλου και αϋπνία. Η τρίτη και μικρότερη ομάδα, που κατέλαβε το υπόλοιπο 5%, είχε κυρίως αναπνευστικά συμπτώματα όπως δύσπνοια, βήχα και συριγμό.
ΠΗΓΗ: theconversation