Ο εμβολιασμός και με τις 2 δόσεις εμβολίων είναι απαραίτητος για να αποκτήσει κάποιος το 100% της προστασίας που μπορεί να λάβει έναντι της COVID-19. Αν και με τη μετάλλαξη Δέλτα, υπάρχει ακόμα ένα ενδεχόμενο μόλυνσης ακόμη και για τους «πλήρως εμβολιασμένους», ο αντίκτυπος της λοίμωξης θα είναι πολύ μικρός. Ειδικότερα, για τους λίγους «πλήρως εμβολιασμένους» που θα μολυνθούν το ενδεχόμενο σοβαρής λοίμωξης είναι μικρότερο από 1%. Επίσης, ακόμη και η πιθανότητα μετάδοσης του ιού είναι μικρή, καθώς το ιικό φορτίο δεν βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα.
Παρόλα αυτά, σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν σοβαρές σκέψης χορήγησης και μίας 3ης δόσης μετά από σχετικά μεγάλο διάστημα μετά τη 2η δόση. Η σκέψη χορήγησης αυτής της αναμνηστικής δόσης γίνεται για 2 λόγους. Πρώτον, διότι η αποτελεσματικότητα των εμβολίων μειώνεται μετά από την πάροδο ενός χρονικού διαστήματος. Δεύτερον, διότι με την πιο μεταδοτική μετάλλαξη Δέλτα, ο ανθρώπινος οργανισμός χρειάζεται μία ενίσχυση της προστασίας του μετά από ένα χρονικό διάστημα. Πόσο απαραίτητη, όμως, είναι αυτή τη στιγμή η χορήγηση μίας 3ης δόσης εμβολίου; Προτού το απαντήσουμε αυτό, πρέπει να ρίξουμε φως σε ορισμένα άλλα ερωτήματα, όπως η διάρκεια της ανοσίας που προσφέρουν τα εμβόλια και η φυσική ανοσία.
Πόσο διαρκεί η ανοσία έναντι του κορονοϊού
Αρκετές μελέτες έχουν διερευνήσει την ανθεκτικότητα της ανοσίας στην COVID-19 και τα αποτελέσματά τους είναι ενθαρρυντικά. Ευτυχώς, έχει αποδειχτεί ότι αποκρίσεις Τ κυττάρων κατά της COVID-19 διαρκούν για τουλάχιστον 6 μήνες μετά τη μόλυνση. Παρομοίως, τα αναμνηστικά Β κύτταρα έχουν εντοπιστεί στον ανθρώπινο οργανισμό ακόμα και όταν τα επίπεδα αντισωμάτων δεν είναι πια ανιχνεύσιμα. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και όταν πέφτει ο αριθμός των αντισωμάτων, αυτοί οι άνθρωποι έχουν τρόπους να παράξουν νέα όταν αντιμετωπίσουν ξανά τον κορονοϊό.
Οι ηλικιωμένοι (>80 χρόνια) συχνά έχουν λιγότερο αποτελεσματικές ανοσολογικές αντιδράσεις όταν μολύνονται ή εμβολιάζονται, πράγμα που σημαίνει ότι η συνολική ανοσία τους μπορεί να είναι χαμηλότερη και μπορεί να εξασθενίσει πιο γρήγορα. Επομένως σε οποιαδήποτε εμβολιαστική εκστρατεία για τη χορήγηση 3ης δόσης θα ήταν πιθανό να έχουν προτεραιότητα. Ωστόσο, μέχρι στιγμής τα στοιχεία για τους ηλικιωμένους είναι ενθαρρυντικά. Μία άλλη πρόσφατη προεκτυπωμένη μελέτη έδειξε ότι οι ηλικιωμένοι παράγουν ισχυρή ανοσολογική απόκριση μετά τον εμβολιασμό.
Όλες αυτές οι μελέτες είναι εξαιρετικά καθησυχαστικές. Προστίθενται σε αυτά που γνωρίζουμε για τις ανοσολογικές αντιδράσεις στους ιούς ευρύτερα και υπάρχει αυξανόμενη εμπιστοσύνη ότι η ανοσία στην COVID-19 διαρκεί αρκετά - αν και θα χρειαστούν ακόμα πιο μακροπρόθεσμες μελέτες. Παρ 'όλα αυτά, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις ότι η ανοσία των ανθρώπων χρειάζεται να συμπληρωθεί με μία ενισχυτική δόση.
Μπορούν τα τρέχοντα εμβόλια να μας προστατέψουν από τις μεταλλάξεις;
Υπάρχουν σήμερα αρκετές παραλλαγές του κορονοϊού σε κυκλοφορία, με τέσσερις μέχρι σήμερα - άλφα, βήτα, γάμμα και δέλτα - να θεωρούνται παραλλαγές ανησυχίας (VOCs). Αυτές είναι παραλλαγές που εξαπλώνονται πιο εύκολα, προκαλούν σοβαρότερη ασθένεια ή είναι λιγότερο καλά διαχειριζόμενες από τα εμβόλια.
Οι αρχικές μελέτες σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της μετάλλαξης άλφα (βρετανική) – μία από τις πρώτες που ανακαλύφθηκαν – ήταν ενθαρρυντικές. Και ενώ τα πρώτα στοιχεία σχετικά με την παραλλαγή γάμμα (βραζιλιάνικη) υποδηλώνουν ότι μπορεί να είναι σε ένα βαθμό σε θέση να αποφύγει την ανοσία, μία μεταγενέστερη προεκτυπωμένη μελέτη υποδηλώνει ότι τα εμβόλια εξακολουθούν να προστατεύουν από αυτή.
Υπήρξαν επίσης ανησυχίες σχετικά με την παραλλαγή δέλτα (ινδική). Ωστόσο τα στοιχεία από τη Δημόσια Αρχή Υγείας της Αγγλίας δείχνουν ότι τα εμβόλια προσφέρουν ισχυρή προστασία από αυτήν. Ακόμη και όταν τα εμβόλια παρέχουν μειωμένη προστασία - όπως φαίνεται με την παραλλαγή βήτα (νοτιοαφρικανικη)- πιο πρώιμη έρευνα (και πάλι εν αναμονή αναθεώρησης) δείχνει ότι εξακολουθούν να προστατεύουν από τις χειρότερες επιπτώσεις της νόσου.
Η 3η δόση να δοθεί σε αυτούς που δεν έχουν εμβολιαστεί καθόλου
Τα στοιχεία μέχρι σήμερα δείχνουν ότι ο εμβολιασμός λειτουργεί και ότι η ανοσία διαρκεί για τουλάχιστον 6 μήνες, προστατεύοντάς μας από τις χειρότερες επιπτώσεις της COVID-19. Δεδομένου ότι σε πολλές χώρες χαμηλού-μεσαίου εισοδήματος η εμβολιαστική κάλυψη με τουλάχιστον 1 δόση δεν ξεπερνάει το 1% ίσως θα ήταν καλύτερο αυτές οι ενισχυτικές δόσεις να δοθούν στον πληθυσμό που ζει εκεί.
Εξάλλου, ο κίνδυνος μετάλλαξης του SARS-CoV-2 σε ένα ακόμη πιο επικίνδυνο ιό είναι υπαρκτός και θα υφίσταται όσο παραμένει κάποιο κομμάτι του πλανήτη ανεμβολίαστο. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι η μετάλλαξη Δέλτα προέκυψε από την Ινδία, μία περιοχή με πολύ χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη.
ΠΗΓΗ: theconversation