Το Μάρτιο του 2020 ολόκληρος ο πλανήτης βίωσε το απόλυτο σοκ αφού η καθημερινότητα μπήκε στον πάγο εξαιτίας της πανδημίας της Covid 19. Η καραντίνα, το στρες, οι θάνατοι, άφησαν βαθιά τραύματα στην ψυχική υγεία ανθρώπων σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ο απολογισμός πέντε χρόνια μετά δεν έχει ολοκληρωθεί ωστόσο υπάρχουν και κάποιες φωτεινές ενδείξεις και μάλιστα μια κατηγορία ανθρώπων που είναι το ίδιο το μέλλον. Ο λόγος για τα μωρά της πανδημίας, τα παιδιά δηλαδή που γεννήθηκαν εν μέσω lockdown και, όπως προκύπτει από έρευνα, αποδείχθηκαν πολύ ανθεκτικά!
Τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του εγκεφάλου θέτουν τα θεμέλια για τη δια βίου υγεία και επιτυχία. Είναι λοιπόν φυσικό, ότι οι διαταραχές στο πρώιμο περιβάλλον ενός παιδιού μπορεί να αφήσουν σημάδια μακράς διαρκείας στην ανάπτυξη και την επιτυχία του.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα μωρά που γεννιούνται κατά τη διάρκεια καταστροφών ή πανδημιών διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να παρουσιάσουν αναπτυξιακές καθυστερήσεις και να έχουν κακή ψυχική υγεία και ανάπτυξη του εγκεφάλου μέχρι την ενηλικίωση.
Γνωρίζουμε επίσης από μελέτες για το προγεννητικό στρες ότι όταν μια μητέρα είναι στρεσαρισμένη, τα σήματα στρες που απελευθερώνει το σώμα της μπορούν να περάσουν τον πλακούντα και να επηρεάσουν την ανάπτυξη του εμβρύου. Το μεταγεννητικό στρες μπορεί επίσης να επηρεάσει την ικανότητα των γονέων να παρέχουν προσεκτική φροντίδα στα βρέφη τους.
Η έκθεση σε σήματα στρες στη μήτρα μπορεί επίσης να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το σύστημα αντίδρασης των ίδιων των παιδιών στο στρες .
Η πανδημία COVID-19 δημιούργησε αναμφίβολα τεράστιες διαταραχές στην προγεννητική φροντίδα και στις πρώτες εμπειρίες των βρεφών. Οι γονείς βίωσαν επίσης υψηλά επίπεδα άγχους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα οποία, για πολλούς, έμειναν χωρίς θεραπεία και επέμειναν και στην περίοδο μετά τον τοκετό.
Πολλοί λοιπόν ανησύχησαν εύλογα ότι η πανδημία θα δημιουργούσε μια γενιά παιδιών που δεν θα μπορούσαν να αναπτυχθούν με τον βέλτιστο τρόπο. Αλλά τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι τα μωρά της πανδημίας τα πάνε καλύτερα απ' ό,τι περίμενε κανείς.
Τα μωρά πανδημίας του Καναδά
Αρκετές εβδομάδες αφότου ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανακήρυξε το COVID-19 σε παγκόσμια πανδημία, ξεκίνησε στον Καναδά η μελέτη Pregnancy During the COVID-19 Pandemic η οποία βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη και παρακολουθεί περίπου 7.000 οικογένειες. Επικεντρώνεται κυρίως στην ψυχοκοινωνική και νευροαναπτυξιακή ευημερία των μωρών που γεννήθηκαν στην πανδημία και των φροντιστών τους.
Τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ότι τα περισσότερα μωρά που γεννήθηκαν κατά την πανδημία ήταν σε καλό δρόμο σε ό,τι αφορά τα αναπτυξιακά τους ορόσημα. Διαπιστώθηκε ωστόσο μια αύξηση 1-2% του αριθμού των παιδιών που διατρέχουν κίνδυνο αναπτυξιακής καθυστέρησης σε σύγκριση με τα μωρά που γεννήθηκαν πριν από την πανδημία.
Ομοίως, τα περισσότερα παιδιά που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας συνέχισαν να αναπτύσσουν φυσιολογικές γλωσσικές δεξιότητες. Ωστόσο, τα βρέφη που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας και τα κορίτσια που γεννήθηκαν οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχαν 3-6% αύξηση των γλωσσικών δυσκολιών στην ηλικία των δύο ετών σε σύγκριση με τα βρέφη που γεννήθηκαν πριν από την πανδημία.
Ωστόσο, όλες αυτές οι διαφορές είναι μικρές - δείχνοντας ότι τα περισσότερα παιδιά που γεννήθηκαν κατά την πανδημία ήταν εξαιρετικά ανθεκτικά στις διαταραχές που προκάλεσε το COVID-19.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι ο ίδιος ο ιός SARS-CoV-2 δεν σχετίζεται με τα αναπτυξιακά αποτελέσματα των παιδιών. Αυτό υποδηλώνει ότι οι λοιμώξεις COVID-19 δεν πυροδότησαν αναπτυξιακή καθυστέρηση.
Μάλλον, μπορεί να είναι ότι αυτές οι αναπτυξιακές καθυστερήσεις εξηγούνται εν μέρει από τις αλλαγές στον εγκέφαλο που προκαλούνται από την έκθεση στο στρες στη μήτρα. Η έρευνα δείχνει ότι το προγεννητικό άγχος λόγω της πανδημίας συσχετίστηκε με αλλαγές στη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου του βρέφους σε περιοχές που σχετίζονται με τη συμπεριφορά και την ψυχική υγεία. Αυτό υποδηλώνει ότι η έκθεση στο στρες στη μήτρα μπορεί να κάνει τα μωρά κάπως πιο ευάλωτα σε μεταγενέστερα προβλήματα ψυχικής υγείας.
Ο ρόλος του κοινωνικού στάτους
Παρόλο που η πανδημία ήταν ένας καθολικός στρεσογόνος παράγοντας, ορισμένοι προϋπάρχοντες παράγοντες είτε μείωσαν είτε ενίσχυσαν αυτό το στρες για τους ανθρώπους - όπως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, η επισιτιστική ανασφάλεια, η εθνικότητα, η υποστήριξη από τον σύντροφο και η υποστήριξη από την κοινότητα.
Οι γονείς που είχαν πρόσβαση σε περισσότερους πόρους, όπως εισόδημα, παροχές στο χώρο εργασίας ή κοινωνική στήριξη, ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι για να παρέχουν ένα εμπλουτισμένο περιβάλλον για τα παιδιά τους.
Για παράδειγμα, οι γονείς που είχαν σταθερό εισόδημα και περισσότερη υποστήριξη από το σύντροφό τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν καλύτερα προστατευμένοι από τις επιπτώσεις του στρες - το ίδιο και τα βρέφη τους. Το εύρημα αυτό επεκτάθηκε και στη συνδεσιμότητα του εγκεφάλου του βρέφους. Όσο περισσότερη κοινωνική υποστήριξη είχε μια μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τόσο λιγότερο πιθανό ήταν το παιδί της να εμφανίσει εγκεφαλικές μεταβολές που σχετίζονταν με την έκθεση στο στρες κατά τη διάρκεια της κύησης.
Τα δεδομένα δείχνουν επίσης ότι τα βρέφη από νοικοκυριά με χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο είχαν τον υψηλότερο κίνδυνο για αναπτυξιακή καθυστέρηση. Παρόλο που η συσχέτιση αυτή δεν είναι μοναδική για την πανδημία, οι αυξημένες προκλήσεις που έθεσε το COVID-19 επιδείνωσαν την επίδραση.
Οι μειωμένες ευκαιρίες για κοινωνική επαφή και παιχνίδι, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική κοινωνική και γλωσσική ανάπτυξη, μπορεί επίσης να έθεσαν τα παιδιά σε κίνδυνο αναπτυξιακών καθυστερήσεων.
Κρίσιμες παρεμβάσεις
Για τα παιδιά που έχουν πληγεί πιο σοβαρά από την πανδημία, υπάρχουν ακόμη πολλές ευκαιρίες να αλλάξουν τα αναπτυξιακά τους αποτελέσματα, όπως επισημαίνει η συγγραφική ομάδα της έρευνας με επικεφαλής τον Gerald Giesbrecht, καθηγητή παιδιατρικής του Πανεπιστημίου του Calgary
«Τα παιδιά που δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στα αναπτυξιακά ορόσημα πρέπει να εντοπίζονται έγκαιρα. Είναι σημαντικό να έχουν πρόσβαση σε παιδιατρικούς ειδικούς (όπως λογοθεραπευτές και παιδαγωγούς πρώιμης παιδικής ηλικίας), ώστε να εξαντλήσουν τις δυνατότητές τους. Μπορεί επίσης να ισχύει ότι τα παιδιά αυτά χρειάζονται απλώς περισσότερες ευκαιρίες για να εξασκήσουν τυχόν δεξιότητες που τους λείπουν.»
Οι ερευνητές πάντως σημειώνουν ότι το σημαντικό ορόσημο για να κριθεί πως τα πάνε τελικά τα μωρά της πανδημίας αναπτυξιακά θα είναι το επόμενο έτος όταν όλα τους θα μπουν στη διαδικασία της σχολικής εκπαίδευσης.