Σχεδόν ένας στους τρεις ασθενείς που νοσηλεύονται με COVID-19 καταλήγουν στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη. Ειδικότερα, πρόσφατη Ευρωπαϊκή μελέτη, καταδεικνύει ότι οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις αντιπροσωπεύουν την κύρια αιτία θανάτου, σε ποσοστό 33% των COVID-19 ασθενών, που πεθαίνουν μέσα στη Μονάδα, όπως τόνισε η εντατικολόγος – λοιμωξιολόγος, διευθύντρια ΜΕΘ στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», Ευαγγελία Δούκα, στο πλαίσιο εκδήλωσης για την Παγκόσμια Εβδομάδα Ευαισθητοποίησης για την Ορθολογική Χρήση των Αντιβιοτικών (World Antimicrobial Awareness Week).
ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ EFPIA ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΗΣ BOEHRINGER INGELHEIM, HUBERTUS VON BAUMBACH ΣΤΟ POLITICO:
Η μικροβιακή αντοχή είναι μία από τις κορυφαίες απειλές για την ανθρώπινη υγεία παγκοσμίως, ωστόσο ελάχιστες είναι οι δράσεις για την αντιμετώπισή της. Αυτό μπορεί και πρέπει να αλλάξει.
Φανταστείτε έναν κόσμο όπου ακόμη και μια ιατρική επέμβαση ρουτίνας μπορεί να εξελιχθεί σε απειλή για τη ζωή του ασθενούς και οι θεραπείες για νόσους όπως ο καρκίνος είναι απαγορευτικά επικίνδυνες. Μετά από δεκαετίες ιατρικής προόδου, αυτό το ενδεχόμενο μπορεί να φαίνεται υπερβολικό, αλλά πλέον με την εμφάνιση της μικροβιακής αντοχής έχει εξελιχθεί σε υπαρκτό και ορατό κίνδυνο.
Σήμερα, πάνω από 700.000 άνθρωποι παγκοσμίως πεθαίνουν κάθε χρόνο λόγω της μικροβιακής αντοχής. Χωρίς συντονισμένη, συλλογική δράση, ο αριθμός αυτός θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 10 εκατομμύρια ετησίως έως το 2050. Για να αντιληφθούμε την τάξη μεγέθους, ο αριθμός αυτός είναι διπλάσιος από τον εκτιμώμενο αριθμό θανάτων λόγω του ιού SARS -CoV-2. Ο αριθμός των βακτηρίων, των ιών, των μυκήτων και των παρασίτων που είναι ανθεκτικά στις θεραπείες διαρκώς αυξάνεται, ενώ τα αποτελεσματικά όπλα που διαθέτουμε για την αντιμετώπισή τους εξαντλούνται. Συνδυαστικά αυτές οι εξελίξεις καθιστούν τη μικροβιακή αντοχή μία από τις σοβαρότερες υγειονομικές προκλήσεις της εποχής μας.
Είτε πρόκειται για την αντιμετώπιση πανδημιών είτε για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, έχουμε αποκομίσει το δίδαγμα ότι η πρόοδος απαιτεί συλλογική προσπάθεια. Ο φαρμακευτικός κλάδος έχει αναλάβει δράση σε πολλά επίπεδα και συνεχίζει να συμβάλλει με συγκεκριμένες λύσεις για την αντιμετώπιση μιας σειράς προκλήσεων. Η φαρμακοβιομηχανία που βασίζεται στην έρευνα διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, με την προώθηση επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α) κατά της μικροβιακής αντοχής και με την υποβολή προτάσεων πολιτικής που μπορούν να βοηθήσουν στην εξεύρεση λύσεων για αυτή τη σιωπηλή πανδημία.
Οι επιπτώσεις στην υγεία είναι ασφαλώς θλιβερές, ωστόσο και οι οικονομικές επιπτώσεις είναι τεράστιες. Το κόστος της μικροβιακής αντοχής για την παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να ανέλθει στα 100 τρισεκ. δολάρια, ποσό το οποίο, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, είναι παρόμοιας κλίμακας με το κόστος της την παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.
Η αδράνεια στο θέμα της μικροβιακής αντοχής δεν αποτελεί εφικτή επιλογή
Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και χρόνια. Η ευαισθητοποίηση αυξάνεται, αλλά η συντονισμένη δράση παραμένει πενιχρή. Σήμερα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση όπου πολλοί βλέπουν τους κινδύνους, αλλά έχει γίνει ακόμα πιο δύσκολο να βρούμε λύσεις. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι η αδράνεια στο θέμα της μικροβιακής αντοχής δεν αποτελεί εφικτή επιλογή.
Η ανθρωπότητα χρειάζεται επειγόντως νέα αντιβιοτικά, αλλά αυτή τη στιγμή λίγα τέτοια φάρμακα βρίσκονται σε ανάπτυξη, γιατί υπάρχει το εξής παράδοξο: παρά το τεράστιο κοινωνικό κόστος της μικροβιακής αντοχής, δεν υπάρχει βιώσιμη αγορά για νέα αντιβιοτικά. Τα αντιβιοτικά χρησιμοποιούνται με φειδώ για μη μειώνεται η αποτελεσματικότητά τους, και έτσι οι επιχειρήσεις που τα αναπτύσσουν δεν ανακτούν την επένδυσή τους. Το αποτέλεσμα είναι, σε επίπεδο δημόσιας υγείας, μια τεράστια ανάγκη για νέα αντιβιοτικά, ενώ από την άλλη πλευρά η έλλειψη χρηματοδότησης για Ε&Α αντιβιοτικών, ιδιαίτερα στα μεταγενέστερα στάδια της κλινικής ανάπτυξης, δημιουργεί ένα χάσμα, μια πραγματική «κοιλάδα θανάτου», ανάμεσα στην ανακάλυψη ενός φαρμάκου και τους ασθενείς.
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις προόδου σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει συμπεριλάβει τη μικροβιακή αντοχή μεταξύ των κορυφαίων παγκόσμιων απειλών κατά της υγείας, ενώ η Φαρμακευτική Στρατηγική για την Ευρώπη αναγνώρισε την ανάγκη δράσης στο ζήτημα της μικροβιακής αντοχής και θα είναι κρίσιμη για τη χάραξη της μετέπειτα πορείας στην Ευρώπη.
Προτείνουμε μια σειρά από συγκεκριμένα μέτρα που μπορούν να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη νέων αντιμικροβιακών φαρμάκων που χρειάζεται η ανθρωπότητα
Ως φαρμακευτικός κλάδος, προτείνουμε μια σειρά από συγκεκριμένα μέτρα που μπορούν να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη νέων αντιμικροβιακών φαρμάκων που χρειάζεται η ανθρωπότητα.
Το AMR Action Fund είναι μια πρωτοποριακή συνεργασία που συγκεντρώνει πάνω από 20 κορυφαίες βιοφαρμακευτικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της Boehringer Ingelheim. Πρόκειται για ένα ταμείο που δημιουργήθηκε το 2020 με στόχο να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ της επιστήμης και των ασθενών όσον αφορά τη μικροβιακή αντοχή και το οποίο θα επενδύσει 1 δισεκ. δολάρια για να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη καινοτόμων αντιβιοτικών. Οι επιχειρήσεις και εταίροι όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Wellcome Trust, το Novo Nordisk Foundation και το Boehringer Ingelheim Foundation παρέχουν οικονομική στήριξη με ειδικά αφιερωμένα κονδύλια, καθώς και πρόσβαση στη βαθιά τεχνογνωσία και τους πόρους μεγάλων φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Με αυτή την πρωτοβουλία, πιστεύουμε ότι μπορούμε να ενισχύσουμε και να επιταχύνουμε την ανάπτυξη νέων αντιβιοτικών. Παράλληλα υπάρχουν και άλλες μικρότερες πρωτοβουλίες, όπως η INCATE, η οποία επιδιώκει να γεφυρώσει τη βασική έρευνα που πραγματοποιείται σε κρατικά ερευνητικά ιδρύματα με αυτήν των φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Αλλά όλα αυτά είναι μια προσωρινή λύση. Είναι επιτακτικά αναγκαίο να γίνουν μεταρρυθμίσεις πολιτικής για τη δημιουργία συνθηκών στην αγορά που θα επιτρέψουν τη βιώσιμη επένδυση στην ανάπτυξη καινοτόμων αντιβιοτικών.
Νέα κίνητρα, όπως μεταβιβάσιμες επεκτάσεις αποκλειστικότητας (TEE) και μοντέλα συνδρομής που θα υποστηρίζονται από σημαντικούς πόρους, απαιτούνται για να ενθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να αρχίσουν και πάλι να επενδύουν στην ανάπτυξη αντιμικροβιακών φαρμάκων. Ο νόμος PASTEUR στις ΗΠΑ θα μπορούσε να αποτελέσει ως ένα πρωτοποριακό παγκόσμιο υπόδειγμα προς αυτή την κατεύθυνση, επειδή προβλέπει τόσο κίνητρα για επιτυχημένες επενδύσεις στην έρευνα όσο και διατάξεις για την προσεκτική χρήση των νέων αντιβιοτικών.
Πρέπει να επιταχύνουμε τη δημιουργία ενός δυναμικού και βιώσιμου οικοσυστήματος καινοτομίας που θα στηρίζει την Ε&Α νέων αντιμικροβιακών φαρμάκων
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα κίνητρο με τη μορφή ΤΕΕ θα ήταν ένα ισχυρό εργαλείο για την ενθάρρυνση της Ε&Α νέων αντιμικροβιακών φαρμάκων, ενώ παράλληλα θα προωθούσε τη συνετή διαχείριση των πόρων. Στην επιχείρηση που παράγει ένα αντιμικροβιακό φάρμακο το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις θα χορηγείται ΤΕΕ για μια καθορισμένη περίοδο πρόσθετης αποκλειστικότητας. Αυτή θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο χαρτοφυλάκιο της επιχείρησης που ανέπτυξε το νέο αντιμικροβιακό φάρμακο ή να πωληθεί σε άλλη επιχείρηση. Η προσέγγιση αυτή έχει ορισμένα πλεονεκτήματα: η αξία δεν συνδέεται με τις πωλήσεις αντιμικροβιακών φαρμάκων, μπορεί να παρέχει το σωστό επίπεδο κινήτρων στις καινοτόμες επιχειρήσεις, το διοικητικό κόστος είναι συγκριτικά χαμηλό και δεν χρειάζεται χωριστό κονδύλιο χρηματοδότησης. Ιδανικά, η ΤΕΕ θα πρέπει να σχεδιαστεί κατά τρόπο ώστε η αξία της να συνδέεται με την αξία που έχει για την κοινωνία η καταπολέμηση της μικροβιακής αντοχής. Η πανδημία COVID-19 έχει δείξει τον τεράστιο αντίκτυπο στη δημόσια υγεία και την οικονομία από μια παγκόσμια απειλή. Σε αντίθεση, όμως, με την COVID-19, η μικροβιακή αντοχή είναι μια κρίση που μπορεί να προβλεφθεί και να αποτραπεί. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να επιταχύνουμε τη δημιουργία ενός δυναμικού και βιώσιμου οικοσυστήματος καινοτομίας που θα στηρίζει την Ε&Α νέων αντιμικροβιακών φαρμάκων. Η μικροβιακή αντοχή είναι μια υπαρκτή απειλή που μπορεί να ξεπεραστεί αν συνεργαστούμε. Ας δράσουμε τώρα, ας δράσουμε μαζί, ας δώσουμε λύση.