Ο ίδιος είπε ότι δεν χρειάζονται πάντα ακριβές εξετάσεις αλλά ακόμα και αυτές οι κλασσικές εξετάσεις που γίνονται αρκούν για να γίνει μια έγκαιρη πρόληψη, «εξετάσεις όπως η μαστογραφία, ο προληπτικός εμβολιασμός για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, η κολονοσκόπηση κι άλλες που έχουν πλέον οι ειδικοί στα χέρια τους, μπορεί να τις χρησιμοποιούν προς όφελος του ασθενούς».
Ο Χρήστος Λιόνης από το Πανεπιστήμιο Κρήτης είπε ότι καταγράφονται ιδιαιτερότητες στη χώρα μας όσον αφορά τη στάση των γυναικών και τη μαστογραφία, «δηλαδή, γυναίκες που ζουν στην ύπαιθρο σε σχέση με αυτές που ζουν στα αστικά κέντρα, και αυτή η διαφοροποίηση φαίνεται να υπάρχει ανάμεσα και στους γιατρούς». Όπως παραδέχτηκε, η Ελλάδα έχει σήμερα τη μεθοδολογία που μπορεί να επηρεάσει τις πρακτικές όσον αφορά την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Έκανε λόγο για την ανάγκη ψηφιακού αρχείου καρκίνου, το οποίο θα αφορά όλη τη χώρα και όχι μόνο το αρχείο καρκίνου που έχουν φτιάξει οι ίδιοι στο Πανεπιστήμιο Κρήτης γιατί, όπως είπε, «αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, καθορίζει την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας του ασθενούς». Είπε ακόμη πως χρειάζεται να γίνουν συμβάσεις με τους γενικούς γιατρούς ώστε να υπάρξει εκπαίδευση και αξιολόγησή τους. Τέλος, τόνισε πως «το αρχείο νεοπλασιών στη χώρα μας και η πρόσβαση σε αυτό των γενικών γιατρών» είναι καθοριστικής σημασίας.
Από την πλευρά της, η Σοφία Αγγελάκη, καθηγήτρια Κλινικής Ογκολογίας, είπε ότι η καθυστερημένη διάγνωση του καρκίνου είναι μεγάλη αγωνία για τους ασθενείς και συμπλήρωσε ότι «από τον προσυμπτωματικό έλεγχο μέχρι την τελική διάγνωση του καρκίνου υπάρχουν παραλλαγές για τον χρόνο που απαιτείται. Μπορεί η καθυστέρηση πολλές φορές να είναι συστημική ή τυχαία ή ορισμένες φορές να σχετίζεται με τις πρακτικές που ακολουθεί ο εκάστοτε γιατρός». Αναφέρθηκε επίσης στην αξία που έχει η προσπάθεια να μειωθούν οι παράγοντες που καθυστερούν τον ασθενή από την έναρξη της θεραπείας. Είναι πολύ μεγάλη σημασίας, όπως είπε η ίδια, ότι έχει μειωθεί ο χρόνος αναμονής των ασθενών και φυσικά έχει βελτιωθεί και η επιβίωση. Όμως, τόνισε την ανάγκη της συνεχούς αξιολόγησης του συστήματος, εξηγώντας ότι υπάρχουν καρκίνοι που η πρώιμη διάγνωση είναι σημαντική αλλά και άλλοι καρκίνοι που άλλες παράμετροι είναι σημαντικότερες. Κλείνοντας, παρομοίασε την κατάσταση στην Ελλάδα με έναν μεγάλο λαβύρινθο, τονίζοντας ότι το μονοπάτι για τους Έλληνες ασθενείς από την πρώτη διάγνωση έως τη θεραπεία παραμένει ακόμη δύσκολο και χρονοβόρο.
Ο καθηγητής πνευμονολογίας Στυλιανός Λουκίδης αναφέρθηκε στην περίοδο της COVID, τονίζοντας ότι από τις αξονικές τομογραφίες που έγιναν τότε βρέθηκαν τυχαία και αναγνωρίστηκαν σοβαρά ζητήματα υγείας, όπως καρκίνος του πνεύμονα, καρδιαγγειακά κι άλλα. «Αυτό και μόνο δείχνει το πόσο σημαντικός είναι ο προσυμπτωματικός έλεγχος», εξηγώντας πως αυτή η τυχαία παρατήρηση οδήγησε μια ομάδα oγκολόγων-πνευμονολόγων να σχεδιάσουν ένα πρόγραμμα ελέγχου στον καρκίνο του πνεύμονα. Όπως πρόσθεσε, έχουν ήδη γίνει oi ομάδες που θα εργαστούν σε αυτό το πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου, το οποίο θα εφαρμόσει το Υπουργείο Υγείας. «Έχουμε πολλά εργαλεία σήμερα για να αντιμετωπίσουμε τον καρκίνο του πνεύμονα και το σημαντικότερο παραμένει η έγκαιρη διάγνωση» κατέληξε.
Ο Δημήτρης Νίκας, Managing Director της εταιρείας Medtronic Hellas, εξήγησε ότι ο στόχος είναι η πρόληψη του 89% στον καρκίνο του παχέος εντέρου μετά από την πρώτη κολονοσκόπηση, και είναι ένας στόχος που μπορεί να επιτευχθεί με την βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης. «Είναι πολύ σημαντικό» όπως τόνισε «ένας γιατρός να έχει και να μπορεί να συγκρίνει αυτόματα 13 εκατομμύρια αποτελέσματα κολονοσκόπησησεων μαζί με αυτά που βλέπει, με τα ευρήματα που έχει ο ίδιος από την εκάστοτε κολονοσκόπηση». Αυτά τα εργαλεία θα βοηθήσουν τους γιατρούς να πάρουν τις καλύτερες αποφάσεις για τον ασθενή τους, πρόσθεσε ο κ. Νίκας, τονίζοντας ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα βοηθήσει ώστε να γίνει οικονομία κλίμακας αλλά, κυρίως, θα συμβάλλει στην καλύτερη αντιμετώπιση και θεραπεία του ασθενούς.
Τέλος, ο καθηγητής Ογκολογίας Μιχάλης Καραμούζης είπε ότι σήμερα υπάρχουν τα εργαλεία για έγκυρη διάγνωση, αρκεί αυτά τα δεδομένα να αξιοποιούνται σωστά -ίσως με τη δημιουργία ενός αλγορίθμου- που θα φανεί πολύ χρήσιμος στην αντιμετώπιση του καρκίνου, στο μέλλον.