Θέλει επίσης να τονίσει τον ρόλο των επαγγελματιων υγειας οπως των ρευματολόγων (τόσο των παιδιατρικών όσο και των ενηλίκων), των ιατρών της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας αλλά και των υπολοιπων επαγγελματιών υγείας που ασχολούνται με τα ρευματικά νοσήματα στη δια βίου αντιμετώπιση της νόσου.
Η EULAR αλλά και η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα στοχεύουν στο να συμπεριλάβουν όλες τις κοινότητες, τις επιστημονικές εταιρείες, τους επαγγελματίκες ενώσεις και τους συλλόγους ασθενών , με σκοπο για να συνεισφέρουν την εμπειρία και την τεχνογνωσία τους στο μακρύ και δύσκολο ταξίδι ζωής των ασθενών.
Οι ρευματικές παθήσεις είναι από τις πιο διαδεδομένες και δαπανηρές ασθένειες που προκαλούν αναπηρία αλλά δυστυχώς δεν επικοινωνούνται. Επηρεάζουν τις ζωές περισσότερων από 120 εκατομμυρίων ανθρώπων όλων των ηλικιών στην Ευρώπη. Στη χώρα μας τα άτομα με ρευματικά νοσήματα αγγίζουν το 20-25% του γενικού πληθυσμού. Δυστυχώς, ενώ η υγειονομική περίθαλψη είναι ένα πολύ σημαντικό θέμα διεθνούς συζήτησης και λόγω της πανδημίας COVID-19, οι ρευματικές παθήσεις παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστες και αδιάγνωστες σε παγκόσμιο επιπεδο, παρά τη σοβαρότητα και τον επιπολασμό τους.
«Επί του παρόντος, δεν υπάρχει στοχευμένες θεραπείες για τις περισσότερες από τις ρευματικές παθήσεις. Η διάγνωση συχνά καθυστερεί και η θεραπεία θα πρέπει να λαμβάνεται για πολλά χρόνια, εως και διά βίου. Αυτό σημαίνει τακτικούς ελέγχους από τον ρευματολόγο και τη σχετική ομάδα, σε πιο σοβαρές περιπτώσεις παραμονή στο νοσοκομείο ή χειρουργική επέμβαση, που ακολουθείται από αποκατάσταση και φυσιοθεραπεία και όλα αυτά χρειάζονται πολύ χρόνο,ενέργεια και οδηγούν σε μεγάλη αβεβαιότητα για το μέλλον του ατόμου» αναφέρει η κυρία Αθανασία Παππά, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αντιρευματικού Αγώνα.
«Ως αποτέλεσμα, οι ρευματικές παθήσεις έχουν τεράστιο αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής των ατόμων με ρευματικό νόσημα. Χωρίς κατάλληλη πρόσβαση στη διάγνωση, τη θεραπεία, την αποκατάσταση και τις κοινωνικές υπηρεσίες, τα άτομα με ρευματικά νοσήματα μπορεί να αντιμετωπίσουν σημαντικά εμπόδια στην εκπαίδευση, την επαγγελματική ζωή, τις σχέσεις και τη δημιουργία οικογένειας, κοινωνικής ζωής και στις καθημερινές δραστηριότητες. Όλα αυτά συνοδεύονται από χρόνιο πόνο, παρενέργειες φαρμάκων, φόβο, μοναξιά, κατάθλιψη και κόπωση που επηρεάζουν τη ζωή όχι μόνο του ατόμου με ρευματικό νόσημα αλλά και των μελών της οικογένειας και των φροντιστών» καταλήγει η κυρία Παππά.
Η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα, μέλος της EULAR & EULAR PARE με δικαίωμα ψήφου, στις 12 Οκτωβρίου, σε συνεργασία με τους Δήμους, θα φωταγωγήσει κεντρικά κτίρια. Οι πόλεις αυτές είναι η Αθήνα και ο Πειραιάς.