Σύμφωνα με την κοινή ανακοίνωση των εργαζομένων στους δύο φορείς «οι φόβοι και οι έντονες επιφυλάξεις που διατυπώσαμε δημόσια λίγες μέρες πριν, επιβεβαιώνονται. Το Υπουργείο Υγείας έχει ως στρατηγικό στόχο την ενιαία διοίκηση του πεδίου των εξαρτήσεων χωρίς να το απασχολεί το επιστημονικό έργο, η θεραπευτική δουλειά στις δομές και η δημιουργία ενός αξιόπιστου και επαρκούς πλέγματος υπηρεσιών για τους πολίτες με προβλήματα εξάρτησης, από την πρόληψη και τη μείωση βλάβης μέχρι τη θεραπεία και την επανένταξη.
Δυστυχώς για την κοινωνία, οι στρατηγικές που επικεντρώνονται σε διοικητικά μέτρα αγνοώντας την επιστημονική έρευνα και την εμπειρία του πεδίου, δεν έλυσαν ούτε θα λύσουν ποτέ ζητήματα δημόσιας υγείας.
Σε μια χώρα που δεν έχει εθνικό σχέδιο δράσης, παρότι έχει κατατεθεί δυο χρόνια τώρα από τον Εθνικό Συντονιστή για τα Ναρκωτικά και την Εθνική Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι εγκεκριμένοι φορείς, το Υπουργείο Υγείας επιλέγει ένα άλμα στο κενό.
- Επιλέγει να καταργήσει αυτούς τους εγκεκριμένους φορείς και να φτιάξει έναν άλλο οργανισμό.
- Επιλέγει να αποσπάσει, για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, μονάδες του ΕΣΥ και να τις εντάξει σε ένα Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου.
- Επιλέγει να ομογενοποιήσει τις επιστημονικές και θεραπευτικές πρακτικές που προσφέρουν εξαιρετικό έργο σε δεκάδες χιλιάδες πολιτών.
- Επιλέγει να τους «διοικεί» από την Αθήνα.
- Επιλέγει να αντικαταστήσει την επιστημονική έρευνα και τη θεραπευτική δουλειά με τη διοίκηση.
Η ολιστική αντιμετώπιση των εξαρτήσεων απαιτεί:
- Δικτύωση του συνόλου των υπηρεσιών παντού και για όλους και όλες, ανάλογα με τις ανάγκες τους.
- Εθνικό σχεδιασμό και συντονισμό του πεδίου.
- Επιστημονική ελευθερία και θεραπευτικό πλουραλισμό, ώστε όλοι και όλες να βρίσκουν μια απάντηση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν.
- Επιστημονική έρευνα που να αποτυπώνει την κατάσταση των εξαρτήσεων και των εξαρτητικών συμπεριφορών στη χώρα.
- Ανάπτυξη νέων υπηρεσιών για τις νέες εξαρτήσεις.
- Δημιουργία προδιαγραφών λειτουργίας των μονάδων και θεσμοθέτηση επαγγελματικής κατηγορίας εργαζόμενων στις εξαρτήσεις.
- Κάλυψη του συνόλου της χώρας με υπηρεσίες δίνοντας έμφαση στην τοπική κοινότητα με ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών.
- Δομές πλήρως και μόνιμα στελεχωμένες.
Ο νέος, αναγκαστικά γραφειοκρατικός και υδροκέφαλος οργανισμός δεν απαντά σε τίποτα από τα παραπάνω.
Στο ΚΕΘΕΑ οι εργαζόμενοι προσφέρουν υπηρεσίες από την Ηγουμενίτσα μέχρι την Ιεράπετρα, σε τομείς από τη μείωση βλάβης μέχρι την επανένταξη, σε έναν οργανισμό τραγικά υποστελεχωμένο, με τους μισούς από εμάς με ελαστικές και επισφαλείς σχέσεις εργασίας, έχοντας υποστεί πολλαπλά πλήγματα διοικητικού τύπου από το 2019, όταν καταργήθηκε βίαια ο αυτοδιοίκητος χαρακτήρας του και η οργανωτική του φιλοσοφία.
Τότε, όπως και τώρα, μας διαβεβαίωναν πως δεν θα θιγεί το θεραπευτικό του έργο και η επιστημονική του λειτουργία. Απλά θα άλλαζε η διοίκηση. Δεν ήταν αλήθεια, όπως δεν είναι αλήθεια και τώρα με την επιχειρούμενη διοικητική μεταρρύθμιση του Υπουργείου. Μόνο που αυτή τη φορά αφορά τους πάντες και πρώτα απ’ όλους την κοινωνία.
Τίποτα από όσα χρειαζόμαστε για μια εθνική πολιτική για τις εξαρτήσεις δεν μπορεί να λυθεί με την επιχειρούμενη διοικητική συνένωση δομών η οποία βαφτίζεται μεταρρύθμιση του πεδίου των εξαρτήσεων. Αντίθετα, όλα μπορούν να πάνε πολύ στραβά. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που η μεγάλη πλειοψηφία των εμπλεκομένων στο πεδίο στέκεται αρνητικά ή εξαιρετικά επιφυλακτικά απέναντι στις εξαγγελίες.
Αυτό που ζητάμε είναι να σταματήσει εδώ η συζήτηση για διοικητικές ρυθμίσεις, να αποσυρθούν οι συνενώσεις των φορέων και να αρχίσει επιτέλους ένας εθνικός διάλογος για μια μακρόπνοη πολιτική για την ολιστική αντιμετώπιση των εξαρτήσεων, στο πλαίσιο ενός δημόσιου συστήματος υγείας».