Ειδικότερα, ο κ. Αποστολίδης, τόνισε, αρχικά, ότι ο φαρμακευτικός κλάδος αποτελεί βασικό πυλώνα της εθνικής οικονομίας, με τεράστιες αναπτυξιακές προοπτικές, υπογραμμίζοντας ότι χρειάζεται άμεση βελτίωση του περιβάλλοντος για την αύξηση των επενδύσεων και, κυρίως, αντιστροφή της λογικής από την υπερφορολόγηση στην κινητροδότηση.
Κατόπιν, σημείωσε ότι σήμερα υπάρχουν σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες για τη χώρα μας, ειδικά στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό, αναγνώρισε ότι η χώρα μας μπορεί να μετατραπεί σε ένα διεθνές hub κλινικής έρευνας και υπενθύμισε ότι στην ΕΕ επενδύονται ετησίως περίπου 36 δις. ευρώ στον τομέα της Ε&Α.
Χαρακτηριστικά ανέφερε ότι «η άνοδος της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό Μ.Ο. συνεπάγεται επενδύσεις περίπου 500 εκατ. ευρώ και ετήσια αύξηση 1,1 δις στο ΑΕΠ, 270 εκατ. ευρώ σε φορολογικά έσοδα και χιλιάδες νέες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας».
Στη συνέχεια τόνισε ότι «στην προσπάθεια αυτή, σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει και η αξιοποίηση των δεδομένων πραγματικού κόσμου, των Real World Data» και υπογράμμισε ότι «στη χώρα μας διαθέτουμε ένα μοναδικό πλεονέκτημα, αυτό των δεδομένων της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, που υπάρχουν από το 2012 και είναι ένας πραγματικός θησαυρός για τη φαρμακευτική βιομηχανία και την επιστημονική έρευνα».
Σημείωσε, μάλιστα, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αντιληφθεί τη σημασία των δεδομένων υγείας και έχει θέσει τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χώρου δεδομένων για την υγεία, ως μία από τις βασικές της προτεραιότητές, έως το 2025.
Εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η χώρα μας μπορεί να είναι πρωταγωνιστής στην προσπάθεια αυτή, ανάφερε ότι «μπορούμε να δούμε και να ενσωματώσουμε στην ελληνική πραγματικότητα βέλτιστες πρακτικές από άλλες χώρες, που ήδη έχουν κάνει σημαντικά βήματα για την αξιοποίηση των δεδομένων υγείας, εντός ευρωπαϊκού πλαισίου και υπό την απόλυτη τήρηση του Ευρωπαϊκού Κανονισμού για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα».
Το παράδειγμα της Φινλανδίας
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στο παράδειγμα της Φινλανδίας, που έχει δημιουργήσει το FINDATA, έναν οργανισμό που θέτει το πλαίσιο για την αποτελεσματική αξιοποίηση των RWE από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Σημείωσε ότι στα 3 χρόνια λειτουργίας του FINDATA έχουν κατατεθεί σχεδόν 900 αιτήσεις για πρόσβαση στα δεδομένα του, ενώ περίπου 700 αιτήματα έχουν ήδη ικανοποιηθεί.
Στο πλαίσιο αυτό, πρότεινε η χώρα μας να δημιουργήσει έναν αντίστοιχο ελληνικό μηχανισμό διάθεσης και αξιοποίησης δεδομένων υγείας, αναφέροντας ότι είναι «στο χέρι της Πολιτείας να μετατραπεί η χώρα μας από παρατηρητή σε πρωταγωνιστή της αξιοποίησης των δεδομένων υγείας στην Ευρώπη και να συνδιαμορφώσει τη δημιουργία του ευρωπαϊκού χώρου δεδομένων της υγείας».
Δημιουργία Ταμείου Φαρμακευτικής Καινοτομίας
Αντίστοιχη βαρύτητα απέδωσε και στην πρόταση δημιουργίας Ταμείου Φαρμακευτικής Καινοτομίας, που «πλέον έχει αγκαλιάσει όλος ο φαρμακευτικός κλάδος», τονίζοντας ότι θα δημιουργήσει επιπλέον δημοσιονομικό χώρο για τη φαρμακευτική καινοτομία που τόσο βάλλεται την τελευταία περίοδο.
Τόνισε επίσης ότι αντίστοιχα Ταμεία για την προώθηση της φαρμακευτικής καινοτομίας υπάρχουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως είναι η Ιταλία, η Ουαλία, η Σκωτία, το Ηνωμένο Βασίλειο και σύντομα τη Σλοβακία, σημείωσε ότι το νέο Ταμείο θα αποτελέσει ένα νέο, ξεκάθαρο μηχανισμό με συγκεκριμένο κόστος που θα εξασφαλίσει την άμεση πρόσβαση των ασθενών στα καινοτόμα φάρμακα.
Κλείνοντας, ανέφερε ότι η υλοποίηση ενός Ταμείου Φαρμακευτικής Καινοτομίας θα συμβάλει στην ταχύτερη πρόσβαση των ασθενών στην φαρμακευτική καινοτομία, στην αποφυγή επιπλέον επιβάρυνσης με clawback όσων φαρμάκων ήδη αποζημιώνονται στη χώρα μας, λόγω της εισόδου νέων καινοτόμων φαρμάκων, στην τεκμηριωμένη ενίσχυση της φαρμακευτικής δαπάνης και εξορθολογισμό του προϋπολογισμού και στην απελευθέρωση δυνάμεων της Πολιτείας ώστε να ολοκληρωθούν άλλες κρίσιμες δομικές μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας και τη φαρμακευτική δαπάνη.