Τα πλεονεκτήματα του κλάδου του Φαρμάκου της χώρας ανέδειξε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), Θεόδωρος Τρύφων, κατά τη συζήτηση στο πλαίσιο του Φόρουμ των Δελφών, αναδεικνύοντας και το ρόλο της βιομηχανίας στην αντιμετώπιση αναγκών εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού.
Όπως ανέφερε ο κ. Τρύφων, το δημόσιο σύστημα υγείας και η πολιτεία ανταπεξήλθαν με επιτυχία σ’ αυτή την κρίση. Ωστόσο, ήταν η ισχυρή παραγωγική βάση από 30 βιομηχανίες φαρμάκου που συνέβαλε στην αποφυγή σημαντικών ελλείψεων.
«Η φαρμακοβιομηχανία κάλυψε πάνω από 3 εκατομμύρια ασθενείς στην Ελλάδα και παράλληλα μπορέσαμε και καλύψαμε και ένα μέρος των εξαγωγών ειδικά σε χώρες της Ευρώπης όπου είδαμε ότι υπήρχαν ελλείψεις περισσότερες από ότι στην Ελλάδα. Υγειονομικά νομίζω ότι όλοι εμείς οι πάροχοι φαρμάκων και υγειονομικού υλικού μπορέσαμε και ανταπεξήλθαμε θετικά. Και αυτό έδειξε πόσο σημαντικό είναι μια χώρα να έχει επάρκεια και αυτάρκεια ειδικά σε τέτοια κρίσιμα ήδη», ανέφερε ο πρόεδρος της ΠΕΦ.
«Νομίζω ότι είναι καιρός να μπορέσουμε ουσιαστικά, αυτό το οποίο διατυπώνεται και λέγεται πάρα πολλά χρόνια τόσο από έγκυρους εξωτερικούς αναλυτές αλλά και από μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, να γίνει πράξη», δήλωσε ο κ. Τρύφων, αναφορικά με το ευρωπαϊκό πακέτο στήριξης των 32 δισ. ευρώ που θα δοθούν στην Ελλάδα.
«Αυτή τη στιγμή είναι ξεκάθαρο ότι η επόμενη μέρα θα πρέπει να έχει καταρχάς αύξηση της εγχώριας παραγωγής και μείωση της εξάρτησης από εισαγωγές για ευνόητους οικονομικούς λόγους. Θα επιτευχθεί αύξηση θέσεων εργασίας και ανάπτυξη μέσω επενδύσεων σε έρευνα και καινοτομία. Αυτό το τρίπτυχο θα πρέπει να είναι σαν απαράβατος κανόνας μας, πάνω στον οποίο θα χαράσσονται οι πολιτικές από δω και μπρος», πρόσθεσε.
Αυτά τα κονδύλια αλλά και οτιδήποτε άλλο προστεθεί πρέπει να διανεμηθούν μόνο με ένα κριτήριο, κατά τον πρόεδρο της ΠΕΦ. «Το κάθε ευρώ το οποίο δαπανάται από το κράτος για στήριξη και επένδυση σε κάποιους τομείς να επιστρέφει πίσω ως εγχώρια προστιθέμενη αξία, ως δημιουργία θέσεων εργασίας, ως εξαγώγιμα προϊόντα αλλά και ως ουσιαστικοί φόροι και εισφορές», εξήγησε.
«Ο δικός μας κλάδος αυτή τη στιγμή έχει πλεονεκτήματα την ισχυρή παραγωγική βάση, τις σημαντικότατες επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, κάθε χρόνο, αλλά και τα προϊόντα μας, που είναι διεθνώς εμπορεύσιμα και εξάγονται. Άρα δημιουργούμε και επιχειρούμε σε μία παγκόσμια αγορά. Από κει και πέρα επενδύουμε σημαντικά στην καινοτομία», συμπλήρωσε.
Clawback
Θέμα πέρα από κάθε οικονομική λογική, χαρακτήρισε ο κ. Τρύφων το clawback. Όπως ανέφερε προκύπτει υπερφορολόγηση της τάξης του 70% συνολικά που αποτελεί τεράστια τροχοπέδη και στερεί πόρους πολύτιμους για επενδύσεις.
«Είναι κάτι το οποίο, παρότι έχει αναγνωριστεί και από αυτή και από την προηγούμενη κυβέρνηση, όχι μόνο δεν έχει λυθεί αλλά έχει κορυφωθεί μέσα στο 2019», εξήγησε.
«Είμαστε θεσμικά σε συζητήσεις για τον τρόπο ώστε οτιδήποτε αναλογεί σε αυτή την υπερφορολόγηση να πρέπει να κατανέμεται δίκαια και εύλογα ανάμεσα σε όλους όσοι συντελούν σε οποιαδήποτε αύξηση της δαπάνης.
Η πολιτεία θα πρέπει σήμερα να δει την ελληνική φαρμακοβιομηχανία αλλά και τις ξένες εταιρείες σαν ένα αναπτυξιακό και οικονομικό πόλο, ο οποίος θα φέρει μεγάλες επενδύσεις και ανταποδοτικότητα.
Παράλληλα, και ίσως αυτό είναι το σημαντικότερο, θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε όσο μπορούμε καλύτερα, όπως έγινε και το τελευταίο διάστημα, επάρκεια φαρμάκων για τον Έλληνα ασφαλισμένο και ασθενή», συμπλήρωσε ο κ. Τρύφων.