Σήμερα, περίπου 7 στους 10 ογκολογικούς ασθενείς είναι πιθανόν να επιτύχουν και να ξεπεράσουν το στόχο της πενταετούς επιβίωσης, -μία αύξηση της τάξης του ~40% συγκριτικά με το 1975 -, όπως επεσήμανε ο Διευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της MSD Ελλάδας, Αντώνης Καρόκης, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στην επιστημονική διημερίδα της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ) με θέμα: «Η πρόσβαση στην εξατομικευμένη ιατρική σήμερα & αύριο» που διοργανώθηκε στις 9-10 Νοεμβρίου 2023.
Το 73% του οφέλους επιβίωσης για τους συχνότερα εμφανιζόμενους τύπους καρκίνου οφείλεται στις νέες καινοτόμες θεραπείες που έχουν εισαχθεί στην φαρέτρα της ιατρικής κοινότητας τα τελευταία χρόνια, οι οποίες σε συνδυασμό και με την πρώιμη διάγνωση έχουν συμβάλλει στον ολοένα αυξανόμενο αριθμό επιβιωσάντων από τη νόσο.
Από σχετική ανάλυση που έγινε στην Ελλάδα για την επίπτωση της ανοσοογκολογίας, σε 7 ογκολογικές ενδείξεις, φάνηκε ότι σε βάθος πενταετίας οι ογκολογικοί ασθενείς στη χώρα μας αναμένεται να ζήσουν περισσότερο (+34%) και με καλύτερη ποιότητα ζωής (+40%) . Παράλληλα, σε βάθος πενταετίας, το σύστημα υγείας μπορεί να εξοικονομήσει έως και €260 εκατ. σε όρους έμμεσου κόστους, καθώς οι ογκολογικοί ασθενείς παραμένουν ενεργοί και παραγωγικοί.
Ο κ. Καρόκης αναφέρθηκε στα σημαντικά βήματα που έχουν καταγραφεί μέχρι στιγμής στην πολιτική υγείας για τον καρκίνο στην Ελλάδα, όπως, μεταξύ άλλων, η εφαρμογή εθνικών προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου, η δημιουργία του Εθνικού Ψηφιακού προγράμματος για τον καρκίνο και οι νέες νομοθεσίες για την παρηγορητική αγωγή και την κατ’ οίκον ογκολογική φροντίδα. Υπάρχει όμως σημαντικός χώρος για βελτίωση με τη δημιουργία ενός Εθνικού Σχέδιου Δράσης για τον Καρκίνο, την επικείμενη λειτουργία του Εθνικού Μητρώου Νεοπλασιών και την αποζημίωση των βιοδεικτών. Παράλληλα, η χώρα θα πρέπει να προετοιμαστεί μέχρι το 2025 για την ενσωμάτωση του Κανονισμού (ΕΕ) 2021/2282 σχετικά με την αξιολόγηση των τεχνολογιών υγείας (ΗΤΑ) για τα ογκολογικά φάρμακα και να διαχειριστεί τον σημαντικό αντίκτυπο των δημοσιονομικών μέτρων στην πρόσβαση των ασθενών στην ογκολογική φροντίδα.
«Η ετήσια φαρμακευτική δαπάνη για το 2023 αναμένεται να ξεπεράσει τα 7,1 δισ. ευρώ και μέχρι το 2026 προβλέπεται ότι οι ασθενείς και η βιομηχανία θα καλύπτουν το 68% της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης. Η συμμετοχή των ασθενών το 2026 θα αγγίξει το ένα δισεκατομμύριο ευρώ και η φαρμακευτική βιομηχανία θα παρέχει μέσω του μηχανισμού αυτόματων επιστροφών το 57% της φαρμακευτικής δαπάνης», ανέφερε ο Διευθυντής Εταιρικών Υποθέσεων της MSD Ελλάδας. Και εξήγησε ότι «η στρατηγική της μεταβίβασης του βάρους της περίθαλψης στους ασθενείς και στη βιομηχανία δεν μπορεί πλέον να συνεχισθεί διότι το ύψος των απαιτούμενων επιστροφών για πολλές θεραπείες που αφορούν σοβαρές παθήσεις μπορεί να μην είναι πλέον διατηρήσιμο, επιτείνοντας τις ανισότητες στην πρόσβαση των ασθενών ανάλογα με το κανάλι διάθεσης των θεραπειών. Η απουσία ενιαίου προϋπολογισμού αναμένεται να επιβαρύνει δυσανάλογα συγκεκριμένες ομάδες ασθενών -όπως οι ογκολογικοί ασθενείς- που λαμβάνουν τις θεραπείες τους κυρίως από τα νοσοκομεία».
Αξίζει να σημειωθεί ότι, για το 2022 το ποσοστό επιστροφών (clawback) των νοσοκομειακών φαρμάκων αγγίζει το 77% της συνολικής κατανάλωσης των φαρμάκων, καθιστώντας ιδιαίτερα δύσκολη τη διατήρηση των υπαρχόντων και την εισαγωγή νέων θεραπειών για τους ογκολογικούς ασθενείς.
«Η χώρα χρειάζεται έναν “οδικό χάρτη” που να στοχεύει στη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης κατά 2 δισ. ευρώ τουλάχιστον την επόμενη τριετία. Λαμβάνοντας μέτρα όπως η πλήρης ανάπτυξη του μηχανισμού της ΕΚΑΠΥ για τα νοσοκομειακά φάρμακα, η αξιοποίηση και δημοσίευση των δεδομένων δαπάνης, μέσα από ένα Κέντρο Δευτερογενούς Διαχείρισης Δεδομένων Υγείας, η υλοποίηση δομικών μεταρρυθμίσεων, όπως ο ψηφιακός φάκελος ασθενή, η διασύνδεση βάσεων δεδομένων και δομών υγείας, η ανάπτυξη συνταγογραφικών αλγορίθμων και ελέγχου εφαρμογής τους και η εντατικοποίηση των διαπραγματεύσεων θα οδηγήσει σε χαμηλότερη συνολικά δαπάνη προς όφελος των ασθενών. Η αντιμετώπιση των στρεβλώσεων που προκαλούνται από κυβερνητικές επιλογές μπορούν άμεσα να μειώσουν τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη και τα ύψη των επιστροφών κατά 20% απελευθερώνοντας τη δυνατότητα εισαγωγής νέων φαρμάκων στο σύστημα υγείας», εκτίμησε ο κ. Καρόκης.
Και κλείνοντας την ομιλία του υπογράμμισε ότι «η εξυγίανση του Συστήματος Υγείας δεν θα μπορέσει να προχωρήσει, αν δεν εξυγιανθεί ο μηχανισμός χρηματοδότησης όλων των βαθμίδων περίθαλψης».