Το κλινικό όφελος, αλλά και το κέρδος για τους νοσοκομειακούς πόρους από τη χρήση φαρμακευτικών προσεγγίσεων στη θεραπεία ασθενών με COVID-19 περιέγραψαν οι κκ Γώγος και Αθανασάκης στο πλαίσιο του για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας. Το παράδειγμα της ρεμδεσιβίρης ανέλυσε ο κ. Αθανασάκης αναδεικνύοντας το όφελος για ασθενείς και νοσοκομεία από τη χορήγηση της.
Εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη ανάγκη θεραπευτικής αντιμετώπισης, στο πλαίσιο μάχης της Covid-19 μαζί με τα προληπτικά μέτρα και κυρίως τον εμβολιασμό.
Περιγράφοντας τις θεραπευτικές προσεγγίσεις, που έρχονται να προστεθούν στα προληπτικά μέτρα και κυρίως στον εμβολιασμό, ο Χαράλαμπος Γώγος, Παθολογος- Λοιμωξιολογος, καθηγητής ιατρικής και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, εξήγησε ότι είναι τρεις και σχετίζονται πρώτον με παρέμβαση στον κύκλο του ιού (από την είσοδο του στο κύτταρο, τον πολλαπλασιασμό του κλπ), δεύτερον με παρέμβαση στις διάφορες φάσεις του ιού (του πολλαπλασιασμού του που οδηγεί στη φλεγμονώδη απάντηση) και τρίτον με παρέμβαση ανάλογα με το στάδιο της νόσου (δηλαδή το αρχικό στάδιο που ο ασθενής είναι ασυμπτωματικός ή προσυμπτωματικός ή στο δεύτερο στάδιο με μέτρια και σοβαρή νόσηση κλπ).
Οι βασικοί θεραπευτικοί παράγοντες που έχουν πάρει έγκριση είναι τα αντιικά, τα ανοσοτροποποιητικά και τα μονοκλωνικά αντισώματα. "Τα βασικά εργαλεία που έχουμε κυρίως χρησιμοποιήσει είναι τα αντιικά φάρμακα, με εκπρόσωπο τη ρεμδεσιβίρη, τα ανοσοτροποποιητικά με τα κορτικοστεροειδή και τους αναστολείς ιντερλευκινών και κινασων, καθώς και τους 3 συνδυασμούς μονοκλωνικών", όπως ανέφερε ο κ. Γώγος.
Η ρεμδεσιβίρη, η οποία έχει λάβει έγκριση από τους αρμόδιους φορείς, χρησιμοποιείτε τόσο στην πρώιμη φάση της νόσου, σε ασθενείς που δεν χρειάζονται οξυγόνο αλλά έχουν αυξημένο κίνδυνο επιδείνωσης, όσο και στην μέτρια νόσο, σε ασθενείς που δεν χρειάζονται οξυγόνο, καθώς και στην σοβαρότερη μορφή της νόσου, σε ασθενείς που χρειάζονται την χορήγηση οξυγόνου. Όπως σημείωσε, πολλές μελέτες έχουν αποδείξει όφελος στην επιβίωση από τη χρήση του αντιικού φαρμάκου, αλλά και στην εξέλιξη της νόσου και την ταχύτητα ανάρρωσης.
Αναφερόμενος στα νέα αντιικά φάρμακα, που χορηγούνται διά στόματος, ο καθηγητής σημείωσε ότι θα πρέπει να χορηγούνται όσο το δυνατόν νωρίτερα και έρχονται να καλύψουν ανάγκη για την έγκαιρη θεραπεία, στη φάση του ιικου πολλαπλασιασμού,. Σημείωσε, όμως, ότι το ζητούμενο είναι η ευρεία και ισότιμη διάθεση τους.
Στο πεδίο των ανοσοκατασταλτών, ο κ. Γώγος αναφέρθηκε στη δεξαμεθαζόνη, η οποία δίνει όφελος εφόσον ο ασθενής βρίσκεται στη φάση της διασωλήνωσης, αλλά και στη χρήση των αναστολέων ιντελευκινών και της Jak κινάσης. Στο πεδίο των μονοκλωνικών αντισωμάτων ο κύριος Γωγος ανέφερε ότι οδηγούν σε βελτίωση στα κλινικά δεδομένα, μειώνουν το ιικό φορτίο και Βελτιώνουν τις επισκέψεις στα νοσοκομεία.
Ο καθηγητής μίλησε και για την χορήγηση προφυλακτικής θεραπείας σε άτομα υψηλού κινδύνου, σημειώνοντας ότι έχουν χορηγηθεί τα φάρμακα και των τριών κατηγοριών, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά σε ένα υπό αξιολόγηση αντίσωμα της AstraZeneca.
Ρεμδεσιβίρη και νοσοκομειακοί πόροι
Ο Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος καθηγητής Οικονομικων της Υγείας, αναφέρθηκε σε οικονομική ανάλυση από τη χρήση αντιικών φαρμάκων στην αντιμετώπιση ασθενών με COVID-19 στα νοσοκομεία, εστιάζοντας στο παράδειγμα της ρεμδεσιβίρης.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, το άμεσο κόστος για την διαχείριση των κρουσμάτων ανά εβδομάδα και συνολικά για μία περίοδο από 14 Μαρτίου 2020 ως 4 Απριλίου 2021 υπολογίζεται στα 633 εκατ. ευρώ. Περιλαμβάνει το κόστος ελέγχων, το κόστος νοσηλείας σε κανονική κλίνη αλλά και σε κλίνη ΜΕΘ / ΜΑΦ.
Από τις πρώτες εβδομάδες εμβολιασμού άρχισε να φαίνεται η επίδραση του στη σοβαρή νοσηλεία, αλλά ένα σημαντικό ποσοστό ανεκπλήρωτης ανάγκης για θεραπεία παραμένει και εδώ έρχονται φαρμακευτικές προσεγγίσεις.
Η βασική προσέγγιση είναι, μέχρι τώρα, η ρεμδεσιβίρη και το παράδειγμα της μελετήθηκε σε μια ανάλυση κόστους-αποτελεσματικότητας της ως προσθήκη στην τυπική προσέγγιση (standard of care) των νοσηλευόμενων ασθενών, ενώ εξετάστηκε και η επίδραση της χρήσης της στους νοσοκομειακούς πόρους.
Σύμφωνα λοιπόν με τα αποτελέσματα της μελέτης, η προσθήκη της ρεμδεσιβίρης στον θεραπευτικό αλγόριθμο οδηγεί σε κέρδος της τάξης των 1,45 κερδισμένων χρόνων ζωής και σε 1.11 Quality adjusted life years (QALY’s) σε σχέση με την τυπική προσέγγιση, γιατί προφυλάσσει σε ένα ποσοστό από τους πρόωρους θανάτους και συντομεύει την νοσηλεία ή δεν επιτρέπει σε ένα ποσοστό ασθενών να περάσουν σε βαρύτερη χρήση νοσοκομειακών υπηρεσιών, όπως υποστήριξε ο κ. Αθανασάκης.
Ακόμη, το συνολικό κόστος ανά ασθενή παρουσιάζεται μειωμένο στην περίπτωση της ρεμδεσιβίρης κατά 4.290 ευρώ δια βίου. Παρότι η θεραπεία έχει κόστος από μόνη της, ο περιορισμός του συνολικού κόστους ανά ασθενή οφείλεται κατά κύριο στη μικρότερη χρήση νοσοκομειακών πόρων που συνεπάγεται η χρήση της θεραπείας, δηλαδή η μικρότερη διάρκεια νοσηλείας, σε μηχανικό αερισμό και σε ΜΕΘ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Αθανασάκη, η χρήση οδηγεί σε μείωση των νοσοκομειακών κλινοημερών (κανονική κλίνη και κλίνη ΜΕΘ), καθώς και των ημερών σε μηχανικό αερισμό κατά 0,87, 1,49 και 1,37 αντίστοιχα Παράλληλα υπάρχει μία αναμενόμενη μείωση της χρήσης κλινών γενικής νοσηλείας, κλινών μονάδων εντατικής θεραπείας και ημερών με μηχανικό αερισμό ως κλινικό αποτέλεσμα της χρήσης.
Στο πλαίσιο της μελέτης εκτιμήθηκε και ο φόρτος των νοσοκομείων με και χωρίς τη χρήση της ρεμδεσιβίρης. Η ανάλυση έδειξε πως χωρις το φάρμακο, σε δύο περιπτώσεις (σε μία εξ αυτών για μεγάλο χρονικό διάστημα) θα είχαμε υπερβεί την χωρητικότητα, τις δυνατότητες σε κλίνες ΜΕΘ. Δηλαδή τον Απρίλη θα είχαμε ξεπεράσει και τον αριθμό των διαθέσιμων κλινών εντατικής θεραπείας.
Πάντως ο κύριος Αθανασάκης ξεκαθάρισε ότι η πρώτη προσέγγιση για την οριστική λύση του προβλήματος είναι ο εμβολιασμός, παρόλα αυτά ένα φορτίο αναγκών νοσηλείας συνεχίζει να εναποτίθεται στα νοσοκομεία ως αποτέλεσμα της νόσου. Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι η προσθήκη της ρεμδεσιβίρης στην τυπική αντιμετώπιση των ασθενών με κορονοϊό στο νοσοκομείο, με βάση την ένδειξη της, μπορεί να είναι μία αποδοτική επιλογή χρήσης των πόρων του συστήματος υγείας μειώνοντας παράλληλα το νοσοκομειακό φορτίο της πανδημίας.