Όπως είπε, ο κ. Αδωνις Γεωργιάδης οι αριθμοί για το 2023 στην υγεία είναι πολύ άσχημοι. Μιλώντας για το clawback (επιστροφές) από τις φαρμακευτικές εταιρείες, είπε ότι «είναι λάθος να πιστεύουμε ότι δεν το πληρώνει το κράτος», καθώς όπως εξήγησε έμμεσα το πληρώνει κι αυτό δημιουργεί μία ανισορροπία.
Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε «το clawback είναι ένα φάρμακο που στην σωστή δόση έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα, αλλά τώρα το έχουμε σε υπερβολική δόση».
Ο υπουργός Υγείας, κάλεσε τις φαρμακευτικές εταιρείες σε μια «καλόπιστη συνεργασία προκειμένου να ξεκινήσουμε από κοινού να διορθώνουμε το clawback», αλλά, όπως είπε, δεν υπόσχεται θαύματα.
Ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι αποτελεί κλειδί για την φαρμακευτική πολιτική, είναι η διείσδυση των γενόσημων φαρμάκων πάνω από το 40% όπως συμβαίνει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ στην Ελλάδα βρίσκεται ακόμη κάτω από 30%.
Όπως παραδέχτηκε, θα πρέπει κάθε χρόνο να μπαίνουν 80 εκατομμύρια στην φαρμακευτική δαπάνη, για να συνεχίσουν να φτάνουν στην χώρα όλα τα καινοτόμα φάρμακα. «Θα πάρουμε σκληρά μέτρα αλλά δεν θα ανεχθούμε καταστάσεις του παρελθόντος» τόνισε ο κ. Γεωργιάδης προσθέτοντας ότι το clawback λειτουργεί από ένα σημείο και μετά υπέρ της κατευθυνόμενης συνταγογράφησης, καθώς «οι εταιρείες κάνουν τα πάντα για να αυξηθεί η συνταγογράφηση και για να έχουν κέρδος για να μπορούν να το πληρώνουν, ενώ σκοπός του ήταν η μείωση της συνταγογράφησης».
Ο υπουργός Υγείας μίλησε για μεγάλη αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης από τα 600 εκατομμύρια το 2014 στο 1,4 δισ. ευρώ το 2024 όσον αφορά τα νοσοκομεία και κατέληξε λέγοντας ότι «δεν μπορούμε να καταργήσουμε το clawback, αλλά θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να μπορέσουμε να το ρυθμίσουμε».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος των φαρμακευτικών επιχειρήσεων Ελλάδας ΣΦΕΕ Ολύμπιος Παπαδημητρίου τόνισε ότι στόχος των φαρμακευτικών επιχειρήσεων είναι να μειωθούν οι ελλείψεις και να έχουν πρόσβαση όλοι οι ασθενείς στα καινοτόμα φάρμακα και εξήγησε ότι ήδη η πρόσβαση στα νέα φάρμακα στην Ελλάδα «καθυστερεί έξι μήνες σε σχέση με παλιότερα γεγονός που σημαίνει πως οι Έλληνες ασθενείς τα λαμβάνουν με έως και δύο χρόνια καθυστέρηση», ενώ πρόσθεσε πως κάποια φάρμακα «μπορεί να μην φτάσουν ποτέ στους έλληνες ασθενείς» λόγω των επιστροφών.