Τις βάσεις της πολιτικής για τα επόμενα χρόνια περιέγραψε από το βήμα του 20ου Healthworld του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, ο Υπουργός Υγείας. Σύμφωνα με τον Θ. Πλεύρη, βάση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) είναι ενίσχυση μέσω των διαθέσιμων κονδυλίων, ψηφιοποίηση αυτού του συστήματος που θα βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό και στον έλεγχο των δαπανών της υγείας και αντιστοίχως συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα, «παίρνοντας τις καλές πρακτικές που έχει ο ιδιωτικός τομέας και εντάσσοντάς τις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας». Στο επίκεντρο των πολιτικών και η θεσμοθέτηση ποιοτικών κριτηρίων για την αξιολόγηση των παρόχων του ΕΟΠΥΥ.
ΣΔΙΤ για μηχανήματα και προσωπικό
Ο κ. Πλεύρης μίλησε εκτενώς για τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), σημειώνοντας πως αυτό που δίδαξε η πανδημία στο κομμάτι του ΕΣΥ είναι ότι «οι συνέργειες πρέπει να είναι ανοιχτές και οι συνέργειες αυτές υποχρεωτικά έχουν και τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα».
«Θα πρέπει να δούμε πως το ΕΣΥ θα αναβαθμιστεί και παράλληλα πως θα ενισχύονται τομείς από πολύ καλές ιδιωτικές δομές οι οποίες υπάρχουν», δήλωσε και πρόσθεσε πως, εκτός από τα κονδύλια του RRF, που θα μπορέσουν να ενισχύσουν το σύστημα υγείας, την υλικοτεχνική υποδομή και τον εξοπλισμό του, παράλληλα «υπάρχουν και πολλές συνέργειες που μπορεί να γίνουν στο κομμάτι των ΣΔΙΤ, που θα έχουν πολλαπλό αποτύπωμα».
Ο Υπουργός μίλησε για την ανάγκη να υπάρξει βελτίωση του εξοπλισμού που υπάρχει στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, κάτι που μπορεί να επιτευχθεί και μέσα από αυτές τις συμπράξεις. «Και όχι μόνο σε επίπεδο μηχανημάτων αλλά και σε επίπεδο προσωπικού που θα χειρίζεται αυτά τα μηχανήματα», εξήγησε.
«Το αγαθό της υγείας είναι δημόσιο, ο τρόπος όμως που θα το απολαύσει αυτό το αγαθό ο πολίτης, μπορεί να είναι τόσο από το στενό κρατικό σύστημα, όσο και με τις συμπράξεις με τον ιδιωτικό τομέα», πρόσθεσε.
Φωτογραφία: Eurokinissi
Ποιοτικά κριτήρια για τους συμβεβλημένους του ΕΟΠΥΥ
«Ο ΕΟΠΥΥ υπάρχει για τους ασφαλισμένους και όχι για τους παρόχους», τόνισε ο κ. Πλεύρης, προσθέτοντας πως «υπάρχει μία στρεβλή αντίληψη που είχε αναπτυχθεί, ότι θα πρέπει ο ΕΟΠΥΥ να συμβάλλεται με όλους». «Η δουλειά του ΕΟΠΥΥ είναι να λειτουργήσει ως ένας ασφαλιστικός οργανισμός που χειρίζεται τα χρήματα πάνω από 10 εκατομμυρίων ασφαλισμένων Ελλήνων και όσων κατοικούνε σε αυτόν εδώ τον τόπο», σημείωσε ο Υπουργός Υγείας.
Προκειμένου να αξιοποιηθούν καλύτερα αυτά τα χρήματα, «θα επιδιώξουμε να υπάρξουνε ποιοτικοί δείκτες σε όσους συμβάλλονται με τον ΕΟΠΥΥ». Οι εν λόγω ποιοτικοί δείκτες θα συνδέονται με τον εξοπλισμό, το προσωπικό, την καινοτομία, το επίπεδο ειδικοτήτων και το επίπεδο παροχής υπηρεσίας. «Εδώ έρχονται και οι νοσοκομειακές λοιμώξεις καθώς θα είναι κριτήριο ώστε να κρίνεται η παρεχόμενη υπηρεσία», πρόσθεσε ο κ. Πλεύρης.
Οι πάροχοι θα αποζημιώνονται βάσει των αντικειμενικών ποιοτικών αυτών δεικτών «και με αυτόν τον τρόπο στην πραγματικότητα θα επιβραβεύουμε τους παρόχους που παρέχουν ποιοτική υπηρεσία. Και θα υπάρχει και ένα επίπεδο που δεν θα συμβάλλεται ο ΕΟΠΥΥ», ξεκαθάρισε ο Υπουργός Υγείας. Εξήγησε, δε, ότι θα υπάρχει ένα minimum ποιοτικών κριτηρίων βάσει του οποίου ο ΕΟΠΥΥ, θα καθορίζει αν κάποιος πάροχος θα συμβληθεί.
«Αυτοί οι ποιοτικοί δείκτες θα οδηγήσουν και παρόχους οι οποίοι δεν τους πληρούν να βγούνε από το σύστημα συνεργασίας με τον ΕΟΠΥΥ και όσοι βρίσκονται μέσα να αμείβονται για την ποιοτική υπηρεσία που δίνουν. Σε συνδυασμό με ένα σύστημα real time ελέγχου της δαπάνης», συμπλήρωσε.
Μάλιστα, αυτό το πλαίσιο θα ξεκινήσει από τον ΕΟΠΥΥ και θα επιδιωχθεί να μεταφερθεί και στις δημόσιες δομές. Σε αυτή την κατεύθυνση και το clawback, το οποίο θα εξορθολογιστεί «όταν ξέρουμε την υπηρεσία την οποία θέλουμε και θα την πληρώνουμε σωστά».
Clawback: Έλεγχος κατανάλωσης με θεραπευτικά πρωτόκολλα και φάρμακα στην αρνητική λίστα
«Για πρώτη φορά η ελληνική πολιτεία έρχεται και αναλαμβάνει δεσμεύσεις μέχρι το 2025 που ξεκινάνε από 50 εκατ. ευρώ συμμετοχής εάν δεν πετύχει την αντίστοιχη μείωση και φτάνουν άνω των 250 και 300 εκατ. ευρώ. Αυτό δείχνει ότι θέλουμε να μπούμε και να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα», τόνισε ο Υπουργός Υγείας.
Ο κ. Πλεύρης επανέλαβε ότι πριν φτάσουμε όμως στον προϋπολογισμό πρέπει να πάρουμε διαρθρωτικά μέτρα, για τα οποία γίνεται συζήτηση με τη φαρμακοβιομηχανία αλλά και με τους ιδιώτες παρόχους αντίστοιχα στις κατηγορίες που αφορούν τον ΕΟΠΥΥ, ώστε να είναι «λιγότερο βίαια ως προς τη φαρμακευτική αγορά αλλά θα είναι χρήσιμα προκειμένου να μπορέσουμε να έχουμε μια σταθερή στρατηγική σε αυτόν εδώ τον τόπο αναφορικώς με τη φαρμακευτική δαπάνη».
Τα μέτρα θα ανακοινωθούν μέσα στον επόμενο μήνα και η βάση τους θα είναι έλεγχος κατανάλωσης.
Σύμφωνα με το Θάνο Πλεύρη, «ο έλεγχος κατανάλωσης αναγκαστικά ακουμπάει το γιατρό και τα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Θα είναι διαπραγματεύσεις σε επίπεδο να πάρουμε τις καλύτερες δυνατές εκπτώσεις που για κάθε εταιρία μπορούν να προϋπολογιστούν».
Επιπλέον, «θα υπάρξουν και φάρμακα που πρέπει να μεταφερθούν από τη λίστα αποζημίωσης στη λίστα μη αποζημίωσης με εντιμότητα στους πολίτες μας ότι θέλουμε να αποζημιώσουμε βάσει των χρημάτων που έχουμε τα φάρμακα που είναι πάρα πολύ χρήσιμα για την υγεία τους», πρόσθεσε ο Υπουργός Υγεία.
Κλινικές μελέτες και νοσοκομειακές λοιμώξεις
Ο Υπουργός Υγείας ανέφερε ότι ζήτησε από τον πρόεδρο του ΕΟΔΥ, Θ. Ζαούτη έλεγχο των θανάτων, αρχικά σε ΜΕΘ σε όλες τις ασθένειες, για να διευκρινιστεί που υπήρξε και δευτερογενή αιτία λοίμωξης.
Πρέπει να γνωρίζουμε ποιο είναι το πρόβλημα για να μπορέσουμε να το αντιμετωπίσουμε, διευκρίνισε ο κ. Πλεύρης. «Θα δούμε το πρόβλημα και οι πρακτικές κατά βάση έχουν να κάνουν με την καλύτερη τήρηση των συνθηκών αντισηψίας και λιγότερο με την υπερβολική κατανάλωση κατά αντιβιοτικών».
Σε ό,τι αφορά τις κλινικές μελέτες θα επιδιωχθεί να συνδεθεί με το αναπτυξιακό clawback.
«Το βασικό πρόβλημα των κλινικών δοκιμών δεν έχει να κάνει τόσο στις εγκριτικές διαδικασίες του ΕΟΦ αλλά με τη λειτουργία μέσα στα νοσοκομεία θα υπάρξουν όλες αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές στο κομμάτι της γραφειοκρατίας, ώστε πραγματικά να προσελκύσουμε τις κλινικές δοκιμές που θέλουμε όχι με γνώμονα μόνο τα χρήματα που αντί για 50, 60 εκατομμύρια που έχουμε τώρα μπορούσαμε να φτάσουμε το νούμερο του Βελγίου που είναι 500 εκατομμύρια, αλλά γιατί είναι άδικο να μην έχουν οι Έλληνες ασθενείς πρόσβαση σε κλινικές δοκιμές που για πολλούς από αυτούς βάσει της ασθένειάς τους είναι και ο μοναδικός τρόπος να έχουν την καλύτερη δυνατή θεραπεία», κατέληξε.