Στην ανάγκη για περισσότερους εμβολιασμούς αναφέρθηκε σήμερα η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα. «Ο εμβολιασμός πάει καλά, έχουμε κάνει πολλά βήματα, νομίζω πρέπει να κάνουμε κι άλλα για να πείσουμε κι άλλους», είπε μιλώντας στον ΑΝΤ1 ενώ τόνισε ότι είναι «απολύτως απαραίτητο για τους άνω των 60», αφού «οι θάνατοι πρόκειται για άτομα άνω των 80».
«Η πιθανότητα για τον 30άρη είναι να το αντιμετωπίσει ως γρίπη, αλλά οι μεγάλοι με συνοδά νοσήματα είναι ευάλωτοι, είναι γεμάτες οι ΜΕΘ και οι κλίνες με αυτές τις ηλικίες», σημείωσε.
Επικαλούμενη στοιχεία της 4ης ΥΠΕ, δηλαδή από τη Θεσσαλονίκη, τη Μακεδονία και τη Θράκη, υπογράμμισε πως από τις 13.500 εισαγωγές του 2021, οι περισσότερες ήταν στο ίδιο χρονικό διάστημα.
«Αυτό που πρέπει να κάνουμε όλοι μαζί είναι να μειώσουμε τους δείκτες», είπε και συμπλήρωσε πως «ό,τι μπορούσαν να κάνουν το έκαναν οι άνθρωποι του ΕΣΥ, οι ΥΠΕ και το υπουργείο».
Ερωτηθείσα για τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς που είναι σε αναστολή και για το αν θα απολυθούν, είπε πως «δεν είναι απόφαση που έχει ληφθεί αυτήν τη στιγμή, πιστεύω ότι οι συνάδελφοί μου θα εμβολιαστούν».
Διαβεβαίωσε δε, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα ότι, «δεν υπάρχει περίπτωση να έχει μείνει άνθρωπος επειδή είναι από burnout οι γιατροί και οι νοσηλευτές».
«Υπάρχουν αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο ΕΣΥ»
Ειδικά για το ΕΣΥ πάντως παραδέχθηκε πως «υπάρχουν αλλαγές που πρέπει να γίνουν» υπογραμμίζοντας ότι ο νόμος που ψηφίστηκε θα φέρει αρκετές αλλαγές. Πρόκειται για την τροπολογία του υπουργείου Υγείας για τη μοριοδότηση νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού, πλην ιατρών, για τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, το «Παπαγεωργίου» και το ΕΚΑΒ, η οποία υπερψηφίστηκε χθες 8/2 στη Βουλή.
Η κ. Γκάγκα επίσης απηύθυνε έκκληση να μη συγκρίνουμε τα δεδομένα της Ελλάδας με αυτά της Αγγλίας. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά «εμείς διασωληνώνουμε ανθρώπους που είναι μεγάλοι, η Αγγλία όχι. Είναι ρατσιστικό και λυπάμαι. Η διασωλήνωση γίνεται σε ανθρώπους που υπάρχει πιθανότητα να βγει και να έχει καλή ποιότητα ζωής».
Κατά την ομιλία της στην βουλή χθες 8/2 πριν την ψήφιση του νόμου εξάλλου η ίδια τόνισε ότι για το ΕΣΥ: «Το Εθνικό Σύστημα Υγείας διαθέτει υψηλής ποιότητας ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, με ψυχική δύναμη και σθένος όπως αποδείχθηκε τα τελευταία 2 χρόνια της πανδημίας. Δυστυχώς, οι υποδομές δεν είναι αντίστοιχα ποιοτικές».
Όπως είπε μεταξύ άλλων :« Η Δημόσια Υγεία είναι ύψιστο αγαθό και η παρούσα Κυβέρνηση προασπίζει και θα προασπίζει πάντα τα συμφέροντα των πολιτών» τονίζοντας παράλληλα ότι το Πανεπιστημιακό Παιδιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης ΙΣΝ θα αποτελέσει ένα στολίδι για το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Ελλάδος και όχι της Νέας Δημοκρατίας. Είναι ένα εμβληματικό έργο για την Ελλάδα και τους πολίτες της»,
Όπως υπογράμμισε πάντως η ίδια αναφερόμενη στο ΕΣΥ: «Oφείλουμε να εκσυγχρονίσουμε τις υποδομές μας και τον ιατροτεχνολογικό μας εξοπλισμό και να ψηφιοποιήσουμε τις υπηρεσίες υγείας, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων μας και των πόρων που διαθέτουμε ως χώρα. Έχουμε ήδη εξασφαλίσει επιχορηγήσεις 1,5 δις ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για τον σκοπό αυτό. Όμως η αναβάθμιση των νοσοκομειακών δομών και των δομών υγείας γενικότερα, απαιτεί πολύ μεγάλη χρηματοδότηση- να θυμίσω ότι έχουμε 124 νοσοκομεία, περισσότερα από 300 πολυδύναμα ιατρεία και πάνω από 1000 περιφερικά ιατρεία. Η συμβολή του ΙΣΝ λοιπόν είναι ανεκτίμητη, όπως είναι και όλων των δωρητών. Στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, πάρα πολλοί δωρητές και ευεργέτες συνέβαλαν με μεγάλα έργα, να θυμίσω τον Συγγρό και τον Ζάππα μεταξύ άλλων. Σε όλους αυτούς τους ευεργέτες η ελληνική κοινωνία αποτίει φόρο τιμής.
Κλείνοντας την ομιλία της αναφέρθηκε στο ζήτημα της στελέχωσης των νοσοκομείων τονίζοντας: «Σήμερα στο εθνικό σύστημα υγείας υπάρχουν ιατροί πολλών ταχυτήτων, Πανεπιστημιακοί γιατροί, γιατροί ΕΣΥ και στρατιωτικοί ιατροί. Όπως είπε και ο υπουργός, οι Πανεπιστημιακές θέσεις γίνονται ανάρπαστες και αυτό είναι πράγματι αλήθεια γιατί αυτές δίνονται σε 7 μεγάλες πόλεις και οι πανεπιστημιακοί ιατροί έχουν δικαίωμα ελευθέρου επαγγέλματος παράλληλα με τη δυνατότητα ερευνητικού, διδακτικού και κλινικού έργου στα Νοσοκομεία. Επίσης δικαίωμα ελεύθερου επαγγέλματος έχουν οι στρατιωτικοί ιατροί, παράλληλα με τα νοσοκομειακά τους καθήκοντά. Και οι δύο αυτές κατηγορίες ιατρών είναι μέρος του ΕΣΥ που όλοι οι πολίτες εμπιστεύονται».
Όπως υπογράμμισε: «Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να μπορέσουμε να προσφέρουμε τις ίδιες ευκαιρίες και δυνατότητες σε όλους τους γιατρούς του συστήματος υγείας, δυνατότητες που τους δίνονται σε άλλες χώρες και έτσι πολλοί προτιμούν να φύγουν. Δίνοντας τις ίδιες ευκαρίες, θα στελεχωθούν περιφερικά νοσοκομεία και ιατρεία και θα εξασφαλιστεί η πρόσβαση όλων των πολιτών σε υψηλής ποιότητας ιατρικές υπηρεσίες σε κάθε γωνία της Ελλάδας. Αυτό δεν είναι καινοφανές, ισχύει στα μεγαλύτερα συστήματα υγείας στην Ευρώπη, συστήματα που σέβονται, εμπιστεύονται και καμαρώνουν οι πολίτες τους. Στόχος είναι ο Έλληνας πολίτης να έχει παντού πρόσβαση σε γιατρούς και ποιότητα υπηρεσιών υγείας και οι εργαζόμενοι στο σύστημα ασφάλεια και ικανοποίηση. Αυτές οι αλλαγές προϋποθέτουν φυσικά ευρύ δημόσιο δημοκρατικό διάλογο και γίνονται με σύμπνοι»
Kλείνοντας είπε: «Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι ένα ακρογωνιαίο και αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα των Ελλήνων. Βούληση της κυβέρνησης, και προσωπικά του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι ένα σύστημα ποιοτικό και αποτελεσματικό, προς όφελος των πολιτών και των υγειονομικών που εργάζονται σε αυτό. Χωρίς αγκυλώσεις και προκαταλήψεις. Με γνώση, με κατανόηση, με στοργή, με αξιοπιστία. Με ικανοποίηση και χαμόγελο».