Ο λοιμωξιολόγος στο νοσοκομείο « Αττικόν», Δρόσος Καραγεωργόπουλος είναι πολύ σαφής στην εξήγησή του γιατί το μοντέλο αντιμετώπισης για τον κορονοϊό που ακολουθούμε στην Ελλάδα είναι το ενδεδειγμένο.
«Τα επιδημιολογικά μοντέλα εξαρτώνται από υποθέσεις, που, αν δεν είναι σωστές, τότε η πρόβλεψη θα είναι ανεπιτυχής. Το κακό είναι ότι αν η κατάσταση ξεφύγει, όσα μέτρα και να ληφθούν μετά θα είναι λιγότερο αποτελεσματικά από ότι αν είχαν χτυπήσει ‘το κακό στη ρίζα του’».
Η βρετανική «λογική»
Ο ίδιος τονίζει πως υπάρχουν κομβικές διαφορές μεταξύ της Ελλάδας και της Αγγλίας που οδηγούν σε διαφορετική αντιμετώπιση του κορονοϊού.
Κατ’ αρχάς, η Αγγλία έχει έναν από τους χαμηλότερους μέσους όρους ηλικίας πληθυσμού στην Ευρώπη (άρα το ποσοστό που ανήκει σε ευπαθείς ομάδες είναι μικρότερο).
Διαθέτουν επίσης ένα πολύ οργανωμένο δίκτυο πρωτοβάθμιας περίθαλψης, που μπορεί να κρατήσει μέρος του κόσμου που θα ασθενήσει στο σπίτι, προσφέροντας φροντίδα υγείας εκεί, χωρίς να χρειαστεί όλοι να τρέξουν στα νοσοκομεία.
Το επίπεδο της φροντίδας από το NHS προσπαθούν να είναι το ίδιο καθ’ όλη την έκταση της επικράτειας τους (που δεν έχει τους γεωγραφικούς περιορισμούς της Ελλάδας). Τα νοσοκομεία τους έχουν σημαντικό ποσοστό κλινών ατομικής νοσηλείας (περίπου 20%). Παρόλο που ο αριθμός των κρεβατιών εντατικής θεραπείας ή αυξημένης φροντίδας είναι από τους χαμηλότερους την Ευρώπη, είναι υψηλότερος από τον δικό μας.
Επιπρόσθετα, οι γιατροί στην Αγγλία έχουν το ηθικό δικαίωμα να αποφασίζουν σε ποιους η ανάνηψη, η διασωλήνωση και η παροχή υπηρεσιών φροντίδας επίπεδου εντατικής θεραπείας δεν έχει νόημα και απλά παρατείνει τη διαδικασία του θανάτου, εξοικονομώντας έτσι κρεβάτια για αυτούς που πιστεύουν ότι θα ωφεληθούν. Επίσης, η εφαρμογή μέτρων πρόληψης μετάδοσης των λοιμώξεων είναι ριζωμένη στην κουλτούρα και την πρακτική των επαγγελματιών υγείας εκεί, εδώ και αρκετά χρόνια.
Η ελληνική πραγματικότητα
«Τα δραστικά μέτρα που εμείς λαμβάνουμε, μας βοηθούν να προετοιμαστούμε καλύτερα για το πως θα ανταποκριθούμε στις προκλήσεις που συνεπάγεται ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 για το σύστημα υγείας» εξηγεί ο κος Καραγεωργόπουλος και προσθέτει: «για παράδειγμα, ‘ανοίγοντας’ επιπλέον κλίνες εντατικής και ειδικά νοσοκομεία, οργανώνοντας τις πτέρυγες των νοσοκομείων ώστε να διαχωρίζονται τα κρούσματα από τους υπόλοιπους και προσλαμβάνοντας απαραίτητο προσωπικό».
Σύμφωνα με τον ίδιο, όλα αυτά βοηθούν να φρενάρει η εξάπλωση του ιού τώρα, που ακόμα κυκλοφορεί και ο ιός της γρίπης και μετά να ωφεληθούμε από την καλοκαιρία, οπότε ελπίζουμε ότι η μετάδοση του ιού θα είναι μικρότερη.
Μπορεί, κερδίζοντας χρόνο, να έχουμε και καλύτερα θεραπευτικά όπλα ενάντια στον ιό, βάσει των κλινικών μελετών που τώρα τρέχουν.
Και ποιο είναι λοιπόν το δικό μας μεγάλο στοίχημα; « Το κύριο στοίχημα είναι η μη υπέρβαση της δυναμικότητας του εθνικού συστήματος υγείας από ενδεχόμενη εκτεταμένη συρροή κρουσμάτων, που τότε δεν θα μπορούν να λάβουν την φροντίδα που χρειάζονται. Αν δεν καταφέρουμε να εκριζώσουμε άμεσα τον ιό, το οποίο είναι πράγματι πολύ δύσκολος στόχος, τότε, όταν καμφθεί η επιδημία, λογικά θα έχουμε χαλάρωση των μέτρων. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μικροαναζωπύρωση του ιού και ενδεχομένως εφαρμογή ξανά κάποιων μέτρων», καταλήγει ο ίδιος.