Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι διεθνώς η εξέλιξη της επιδημίας υποκαταγράφεται σημαντικά. Με βάση τα δεδομένα από το κρουαζιερόπλοιο Diamond Princess, τη μόνη επακριβή εικόνα της επιδημίας που διαθέτουμε, η θνητότητα του κορονοϊού εκτιμάται σε μια τάξη μεγέθους που κυμαίνεται 0,05% (πολύ χαμηλότερη από αυτήν της εποχικής γρίπης) έως και 1%, (υψηλότερη της εποχικής γρίπης), αλλά με αρκετή αβεβαιότητα.
Αναφερόμενος στον έλεγχος για τα κρούσματα κορονοϊού, ο Σωτήρης Τσιόδρας επανέλαβε πως στη χώρα μας ακολουθούνται αυστηρά κριτήρια, που έχουν προταθεί από διεθνείς οργανισμούς, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης Νοσημάτων και έχουν υιοθετηθεί από τον ΕΟΔΥ.
«Όσον αφορά στο γενικό πληθυσμό, η παρακολούθηση της επιδημίας στη χώρα γίνεται όχι με την καταμέτρηση όλων των περιστατικών, αλλά με δύο ειδικές δειγματοληπτικές διαδικασίες. Η μία είναι εκτεταμένη και περιλαμβάνει όλες τις νοσηλείες στα νοσοκομεία και τα βαριά περιστατικά σε ΜΕΘ, η οποία είναι εξαιρετική διαδικασία, sentinel επιτήρησης της νόσου και μια ειδική δειγματοληπτική διαδικασία στο γενικό πληθυσμό, που όμως δεν θα εκθέτει σε κίνδυνο τις ομάδες αυξημένου κινδύνου», εξήγησε, παραπέμποντας στη δημιουργία δικτύου κινητών μονάδων, με νοσηλευτές που λαμβάνουν δείγμα από πολίτες κατ' οίκον.
Βάσει μαθηματικών μοντέλων, που έχουν ως βάση τους τα χαρακτηριστικά του ιού, τα σοβαρά νοσηλευόμενα περιστατικά και τους θανάτους και στα οποία δουλεύει ειδική ομάδα της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, υπό την κ. Βάνα Σύψα, από το εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, έχουμε περίπου 2.000 με 3.000 περιστατικά στον πληθυσμό, «αλλά με αρκετή αβεβαιότητα», επανέλαβε.
«Περιμένουμε φυσικά ακόμα περισσότερα κρούσματα και σταδιακά δεν θα τα μετράμε ένα προς ένα. Θα περάσουμε σε μια άλλη λογική, που θα ανακοινώνουμε τα σοβαρά κρούσματα, τα οποία δίνουν μία πάρα πολύ καλή εικόνα της επιδημίας στη χώρα και αυτά που χρειάζονται νοσηλεία, καθώς και την έκβασή τους», συμπλήρωσε.
Όπως διευκρίνισε ο κ. Τσιόδρας, όσο περισσότερο καθυστερεί η κορύφωση του κύματος στην Ελλάδα, τόσο μεγαλύτερη ευκαιρία έχει να ετοιμαστεί το σύστημα υγείας και να βρεθεί η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.