Ειδικότερα, ο κ. Μητσοτάκης ρωτήθηκε αν η χώρα έχει εξασφαλίσει ότι δε θα φτάσει σε σημείο να επιλέγει ποιος θα εισαχθεί σε ΜΕΘ και ποιος όχι.
Ο ίδιος απάντησε κατηγορηματικά το εξής: «Παίρνουμε τα μέτρα για να είμαστε απολυτως σιγουροι ότι δε θα χρειαστεί ποτέ να γίνει αυτή η πολύ δύσκολη απόφαση επιλογής ασθενών για εισαγωγή στις ΜΕΘ, την οποία δυστυχώς πολλές χώρες αναγκάστηκαν να πάρουν».
Στη συνέχεια πρόσθεσε: «Αν δεν παίρναμε τα μέτρα σήμερα, αν περιμέναμε 1-2 εβδομάδες θα φτάναμε σε αυτό το σημείο. Γι΄αυτό παίρνουμε τα μέτρα. Ξέρουμε ότι έχουμε 10 δύσκολες μέρες μπροστά μας»
Στη συνέχεια, ο Πρωθυπουργός της χώρας σε έντονο ύφος εξήγησε πως γίνεται η επιλογή διασωλήνωσης στις περιπτώσεις που το Σύστημα Υγείας έχει φτάσει στα όρια του
«Είδα να διακινείται στον υπόκοσμο του διαδικτύου μία θεωρία ότι υπάρχουν ασθενείς που δεν πεθαίνουν στις ΜΕΘ αλλά σε θαλάμους. Θέλω να τονίσω ότι όποιος έχει περάσει από τέτοια διαδικασία - επιτρέψτε μου έχω προσωπική εμπειρία - ξέρει ότι μερικές οικογένειες επιλέγουν συνειδητά σε συνεννόηση με τους γιατρούς να μην διασωληνώσουν αγαπημένους τους , για τους οποίους η διασωλήνωση θα ήταν απλά μία επώδυνη παράταση ενός νομοτελειακά προδιαγεγραμμένου τέλους. Το λέω αυτό για να αποφύγω αυτά που κάποιοι ενδεχομένως θέλουν να πουν προσβάλλοντας και τους γιατρούς και τους συγγενείς» είπε.
Πρόσθεσε πάντως, ότι αυτό είναι τελείως διαφορετικό από αυτό που συνέβαινε στην Ιταλία όπου έφθαναν στα νοσοκομεία περισσότεροι από όσους μπορούσαν να διαχειριστούν. Ο Πρωθυπουργός διαβεβαίωσε ότι αυτό δεν θα συμβεί στην Ελλάδα λόγω των τωρινών μέτρων.
Τσιόδρας: Το δίλημμα των γιατρών και η «βαθειά συναίσθηση του καθήκοντος»
Ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας, από την πλευρά του σχολίασε τα όσα είπε για το προηγούμενο λεπτό ζήτημα ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Κάθε χρόνο στην εποχική γρίπη αντιμετωπίζεται αυτό το πρόβλημα στις ΜΕΘ. Γίνεται αυτή η επιλογή σε έναν άνθρωπο υπερήλικα με πολλαπλά προβλήαμτα υγείας, όταν ο γιατρός σε συνεννόηση με το οικογενειακό περιβάλλον ξέρει ότι θα ταλαιπωρηθεί ο ασθενής και θα παραταθεί η ίδια η διαδικασία του θανάτου παρά η ζωή» ανέφερε αρχικά.
Στη συνέχεια συμπλήρωσε το εξής: «Την επιλογή αυτή την κάνουν οι γιατροί με βαθειά συναίσθηση του καθήκοντος και του ποιου βοηθάνε καλύτερα. Επομένως, στην καθημερινή πρακτική το αντιμετωπίζουμε αυτό το δίλημμα για να υπάρχει και ποιοτική μετάβαση προς το θάνατο και όχι μία βάρβαρη παράταση της ζωής».