Ο οδηγός σχετικά με τη διαχείριση υγρών και στερεών αποβλήτων για την παρασκευή αντιβιοτικών ρίχνει φως σε αυτή τη σημαντική αλλά παραμελημένη πρόκληση ενόψει της συνάντησης υψηλού επιπέδου της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών για την μικροβιακή αντοχή (AMR) που θα πραγματοποιηθεί στις 26 Σεπτεμβρίου.
Η εμφάνιση και η εξάπλωση της μικροβιακής αντοχής που προκαλείται από τη ρύπανση από αντιβιοτικά θα μπορούσε να υπονομεύσει την αποτελεσματικότητα των αντιβιοτικών σε παγκόσμιο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων των φαρμάκων που παράγονται στις εγκαταστάσεις παραγωγής που ευθύνονται για τη ρύπανση.
Ζήτημα που απαιτεί άμεση ρύθμιση
Παρά τα υψηλά επίπεδα ρύπανσης από αντιβιοτικά που είναι ευρέως τεκμηριωμένα, το ζήτημα είναι σε μεγάλο βαθμό αρρύθμιστο και τα κριτήρια διασφάλισης ποιότητας συνήθως δεν αφορούν τις περιβαλλοντικές εκπομπές. Επιπλέον, αφού διανεμηθούν, υπάρχει έλλειψη πληροφοριών που παρέχονται στους καταναλωτές σχετικά με τον τρόπο απόρριψης των αντιβιοτικών όταν δεν χρησιμοποιούνται, για παράδειγμα, όταν λήγουν ή όταν τελειώσει ένας κύκλος θεραπείας αλλά έχει απομείνει ακόμη αντιβιοτικό.
«Τα φαρμακευτικά απόβλητα από την παρασκευή αντιβιοτικών μπορούν να διευκολύνουν την εμφάνιση νέων βακτηρίων ανθεκτικών στα φάρμακα, τα οποία μπορούν να εξαπλωθούν παγκοσμίως και να απειλήσουν την υγεία μας. Ο έλεγχος της ρύπανσης από την παραγωγή αντιβιοτικών συμβάλλει στη διατήρηση της αποτελεσματικότητας αυτών των φαρμάκων που σώζουν ζωές για όλους», δήλωσε η Δρ Γιουκίκο Νακατάμι, βοηθός γενική διευθύντρια του ΠΟΥ για τα θέματα μικροβιακής αντοχής.
Έλλειψη πληροφοριών
Σε παγκόσμιο επίπεδο, υπάρχει σημαντική έλλειψη σε προσβάσιμες πληροφορίες σχετικά με την περιβαλλοντική ζημιά που προκαλείται από την παρασκευή φαρμάκων. «Ο οδηγός παρέχει μια ανεξάρτητη και αμερόληπτη επιστημονική βάση για τις ρυθμιστικές αρχές, τους αγοραστές, τους επιθεωρητές και την ίδια τη βιομηχανία, ώστε να συμπεριλάβουν έναν ισχυρό έλεγχο της ρύπανσης από τα αντιβιοτικά στα πρότυπά τους», δήλωσε η Δρ Μαρία Νέιρα, Διευθύντρια του Τμήματος Περιβάλλοντος, Κλιματικής Αλλαγής και Υγείας του ΠΟΥ και συμπλήρωσε: «Σίγουρα, η ισχυρή εστίαση στη διαφάνεια θα δώσει τα εφόδια στους αγοραστές, τους επενδυτές και το ευρύ κοινό να λαμβάνουν αποφάσεις με γνώμονα τις προσπάθειες των κατασκευαστών για τον έλεγχο της ρύπανσης από αντιβιοτικά».
Μια σειρά από διεθνείς φορείς έχουν ζητήσει αυτή την καθοδήγηση, συγκεκριμένα το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΠΟΥ, οι υπουργοί Υγείας της G7 και το UNEP. «Ο ρόλος του περιβάλλοντος στην ανάπτυξη, τη μετάδοση και την εξάπλωση της μικροβιακής αντοχής χρειάζεται προσεκτική εξέταση, δεδομένου ότι τα στοιχεία πληθαίνουν. Υπάρχει ευρεία συμφωνία ότι η δράση για το περιβάλλον πρέπει να γίνει το πιο σημαντικό κομμάτι της λύσης. Αυτό περιλαμβάνει την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης από τα δημοτικά συστήματα, τους χώρους παραγωγής, τις εγκαταστάσεις υγειονομικής περίθαλψης και τα αγροδιατροφικά συστήματα», δήλωσε η Ζακλίν Αλβαρέζ, επικεφαλής του κλάδου του τμήματος βιομηχανίας και οικονομίας στο Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP).
Η μικροβιακή αντοχή εμφανίζεται όταν βακτήρια, ιοί, μύκητες και παράσιτα δεν καταπολεμούντα με τα φάρμακα, καθιστώντας τους ανθρώπους περισσότερο άρρωστους και αυξάνοντας τον κίνδυνο εξάπλωσης λοιμώξεων που είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν, καθώς επίσς ασθενειών και θανάτων. Η AMR οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κατάχρηση και την υπερβολική χρήση αντιμικροβιακών φαρμάκων, αλλά, ταυτόχρονα, πολλοί άνθρωποι σε όλο τον κόσμο δεν έχουν πρόσβαση σε βασικά αντιμικροβιακά φάρμακα.