Ανοχύρωτο απέναντι στις νοσοκομειακές λοιμώξεις είναι εν πολλοίς το σύστημα υγείας, με την χώρα μας να καταγράφει σταθερά τα υψηλότερα ποσοστά σε κατανάλωση αντιβιοτικών. Στη μάχη εναντίον τους ο νεοσύστατος ΟΔΙΠΥ ενώνει τις δυνάμεις του με το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας.
Άλλωστε, η κατάσταση στα νοσοκομεία καλύπτεται από ένα πέπλο ασάφειας, αφού για το ΕΣΥ απουσιάζουν βασικά δεδομένα και κρίσιμοι δείκτες απλά δεν παρακολουθούνται.
Σύμφωνα με τον Θεοκλή Ζαούτη, Καθηγητή Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας, Επιστημονικό Διευθυντή του CLEO, η ποιοτική εκτίμηση των αντιλήψεων για τις νοσοκομειακές λοιμώξεις στην Ελλάδα εντόπισε τα εξής βασικά εμπόδια στην πρόληψη:
- Έλλειψη γνώσεων
- Έλλειψη υποδομών
- Έλλειψη πόρων
Έτσι, σχεδιάστηκε ένα πρόγραμμα για την αντιμετώπιση αυτών των εμποδίων, καθώς δεδομένα από την έως τώρα δουλειά του CLEO σε νοσοκομεία έδειξαν πως είναι εφικτές σημαντικές μειώσεις στις νοσοκομειακές λοιμώξεις, όπως ανέφερε ο κ. Ζαούτης μιλώντας σε συνέντευξη τύπου.
Μάλιστα, το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας & Έκβασης Νοσημάτων – CLEO ένωσε τις δυνάμεις του με τον νεοσύστατο Οργανισμό Διασφάλισης της Ποιότητας Υγείας (ΟΔΙΠΥ) και με τη στήριξη του Ιδρύματος Στ. Νιάρχος, αναπτύσσουν το «Εθνικό Πρόγραμμα για την Πρόληψη και τον Έλεγχο των Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και της Αντοχής στα Αντιβιοτικά».
Οι αρμοδιότητες των ΟΔΙΠΥ και CLEO θα καθοριστούν με ειδικό μνημόνιο. Όμως, η συνεργασία των δύο φορέων έχει ήδη αποδώσει τους πρώτους καρπούς, αποτέλεσμα της θέλησης των εμπλεκομένων, της αρωγής του Υπουργείου Υγείας και της στήριξης του ΙΣΝ.
Η προσπάθεια εστιάζει στη δημιουργία συστηματικών, ενημερωτικών δεδομένων σχετικά με τις νοσοκομειακές λοιμώξεις, την εφαρμογή στρατηγικών πρόληψης και την αναβάθμιση παρεμβάσεων. Όπως ανέφερε ο κ. Ζαούτης θα αναπτυχθεί ένα εθνικό σύστημα παρακολούθησης νοσοκομειακών λοιμώξεων και μικροβιακής αντοχής, που θα παρέχει τα απαραίτητα δεδομένα (σε επίπεδο υγειονομικών μονάδων, περιφερειών, αλλά και εθνικό) για τον εντοπισμό προβλημάτων, τη μέτρηση της προόδου των παρεμβάσεων πρόληψης και τελικά την εξάλειψη και των δύο προβλημάτων.
Το Εθνικό Πρόγραμμα θα κινηθεί σε δύο φάσεις, όπως ανέφερε στο News4Health και η πρόεδρος του ΟΔΙΠΥ, Δάφνη Καϊτελίδου.
Φάση πρώτη: Εκπαίδευση Νοσηλευτών
Ο περιορισμός των νοσοκομειακών λοιμώξεων είναι κρίσιμος για την αποτελεσματικότερη και ασφαλέστερη λειτουργία των νοσοκομείων. Για αυτό και κάθε νοσοκομείο διαθέτει Τμήμα/Επιτροπή Νοσοκομειακών Λοιμώξεων. Ωστόσο, έχει παρατηρηθεί πως συχνά οι νοσηλευτές που τίθενται επικεφαλής των τμημάτων αυτών δεν έχουν σχετική εκπαίδευση και η τοποθέτηση τους είναι μια τυπική διαδικασία. Οι νοσηλευτές νοσοκομειακών λοιμώξεων έχουν ρόλο «κλειδί», καθώς μεταξύ άλλων οργανώνουν τα τμήματα και διατηρούν τα σχετικά αρχεία.
Προκειμένου, λοιπόν, να καλυφθεί αυτό το κενό, θα υλοποιηθεί ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης νοσηλευτών, που χρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Στ. Νιάρχος, ενώ θα διαμορφώνεται επιστημονικά από το Τμήμα Νοσηλευτικής του ΕΚΠΑ με τη συνεργασία του CLEO. Το πρόγραμμα θα αφορά στις βασικές αρχές της πρόληψης και του ελέγχου των νοσοκομειακών λοιμώξεων και της μικροβιακής αντοχής.
Όπως εξήγησε στο News4Health η πρόεδρος του ΟΔΙΠΥ, πρόκειται για εξ αποστάσεως εκπαιδευτικό πρόγραμμα 30 ωρών για τους νοσηλευτές νοσοκομείων της χώρας. Το πρόγραμμα είναι σχεδόν έτοιμο.
«Αρχικά, θα δοθεί προτεραιότητα στους νοσηλευτές των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) και των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ), που είναι οι πιο επιρρεπείς χώροι στις λοιμώξεις, αλλά σταδιακά θα επεκταθεί στους νοσηλευτές όλων των τμημάτων», μας σημειώνει η κ. Καϊτελίδου.
Το πρόγραμμα θα διεξάγεται 3 φορές το χρόνο, μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, με στόχο να δημιουργηθεί μια κρίσιμη μάζα εκπαιδευμένων νοσηλευτών.
Μάλιστα, θα πιστοποιείται, με τη διενέργεια εξετάσεων εξ αποστάσεως. Η διαπίστευση θα χορηγείται με επιτυχία στις εξετάσεις και μάλιστα με υψηλό σκορ, λόγω της ευαισθησίας του θέματος.
Το Υπουργείο Υγείας φέρεται να επιδιώκει σε βάθος χρόνου να μπορέσει να ορίσει ως προϋπόθεση για τοποθέτηση νοσηλευτή στις Επιτροπές Λοιμώξεων την παρακολούθηση του εκπαιδευτικού προγράμματος. Θα λειτουργήσει μια σχετική απόφαση ως κίνητρο στους νοσηλευτές για την παρακολούθηση του προγράμματος και για τις διοίκησης για την αξιοποίηση καταρτισμένων νοσηλευτών.
Μάλιστα, ο ΟΔΙΠΥ, ρόλος του οποίου είναι η αξιολόγηση των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας, θα λαμβάνει υπόψη και τη συμμετοχή στο πρόγραμμα κατά την αξιολόγηση των νοσοκομείων.
«Πρόκειται για βασικό δείκτη η συνεχιζόμενη εκπαίδευση, ειδικά σε θέματα ασφάλειας ασθενών», μας εξηγεί η κ. Καϊτελίδου.
Αξίζει να αναφέρουμε πως στην προσπάθεια συνδράμει και το ΕΚΠΑ, καθώς το Κέντρο Δία Βίου Μάθησης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου παρέχει δωρεάν τις υπηρεσίες του.
Φάση Δεύτερη: Παρέμβαση σε 10 Νοσοκομεία της Χώρας
«Η δεύτερη φάση, η οποία δεν θα αργήσει να ακολουθήσει, θα συνιστά εστιασμένη παρέμβαση σε 10 νοσοκομεία της χώρας», σημειώνει η κ. Καϊτελίδου.
Συγκεκριμένα, αρχικά θα επιλεγούν νοσοκομεία από κάθε Υγειονομική Περιφέρεια, δύο από την Αττική και 2 παιδιατρικά. Στόχος είναι το πρόγραμμα να επεκταθεί σε εθνικό επίπεδο.
Θα περιλαμβάνει την επιδημιολογική επιτήρηση, την καταγραφή νοσοκομειακών λοιμώξεων και μικροβιακής αντοχής, αλλά και πιο πρόσθετη εκπαίδευση.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Ζαούτης στην παρουσίαση του Προγράμματος, στο πλαίσιο μάθησης από κοινού, ομάδες από διάφορους οργανισμούς και ενδιαφερόμενα μέρη «θα συνεργαστούν μεταξύ τους για να δοκιμάσουν και να εφαρμόσουν γρήγορα αλλαγές που θα οδηγήσουν σε βελτίωση που θα αντέχει στον χρόνο».
«Πρέπει να διαπιστώσουμε που βρισκόμαστε σήμερα και τι χρειάζεται να διορθώσουμε ή να ενισχύσουμε για να αντιμετωπίσουμε το σοβαρό πρόβλημα», σημείωσε η πρόεδρος του ΟΔΙΠΥ, υπογραμμίζοντας πως είναι και άλλοι δείκτες που οφείλουμε να μετρήσουμε για τη διασφάλιση της ποιότητας των υπηρεσιών που παρέχονται στους ασθενείς.
«Σε αυτά τα 10 νοσοκομεία θα μετρηθεί αρχικά ένα σετ κρίσιμων δεικτών και θα ακολουθήσουν τα υπόλοιπα, ώστε να σχεδιαστούν και οι παρεμβάσεις του ΟΔΙΠΥ, ενός οργανισμού που αποτελεί θετικό βήμα για το ΕΣΥ, παρότι καθυστέρησε η υλοποίηση του», υπογράμμισε η κ. Καϊτελίδου.
Τα απαραίτητα εργαλεία για τη μέτρηση βασικών δεικτών ποιότητας έχουν ήδη αναπτυχθεί προσθέτει, υπογραμμίζοντας τη σημασία της συνεργασίας με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Το Ινστιτούτο Βελτίωσης Υγείας (Institute for Healthcare Improvement, IHI) θα συμβάλει στον σχεδιασμό και την εκτέλεση του προγράμματος, το οποίο στηρίζει το Υπουργείο Υγείας και ιδιαίτερα ο Γ.Γ. Υπηρεσιών Υγείας. Συνεργάτες είναι η Σχολή Νοσηλευτικής του ΕΚΠΑ και η Ελληνική Εταιρεία Ελέγχου Λοιμώξεων (ΕΕΕΛ).