Ο Σ.Τσιόδρας τονισε ότι η επαγρύπνηση συνεχίζεται, ενώ θα υπάρχει καθημερινή παρακολούθηση του ιού με μαθηματικά μοντέλα. Ερωτηθείς, γιατί ανοίγουν τώρα τα σχολεία ο ειδικός εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας, απάντησε επί της ουσίας ότι οι αριθμοί είναι εκείνοι οι οποίοι στην ουσία μας δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να κινούμαστε από εδώ και στο εξής.
Οι αριθμοί δεν λένε ψέματα - Δεν τους "μαγειρεύουμε"
“Έχουμε ακρίβεια, ως προς τις εκτιμήσεις μας οι οποία και ολοένα και θα αυξάνει με τον εργαστηριακό έλεγχο” είπε ο Σ.Τσιόδρας και τόνισε: “Νομίζω ότι θα μπορούμε, μεθοδευμένα και έγκαιρα να κάνουμε τους ελέγχους όπως κάναμε και στην πρώτη φάση της επιδημίας. Θέλω να ελπίζω πώς θα το πετύχουμε. Είναι ένα μεγάλο στοίχημα”.
Και πρόσθεσε: “Το βάρος δεν περνάει τώρα στον πολίτη. Από την αρχή ήταν στον πολίτη. Το βάρος παραμένει σε όλους μας.” απάντησε επίσης ερωτηθείς αν θα παίξει ρόλο το πόσο οι πολίτες σεβαστούν τα μέτρα από εδώ και πέρα.
Σε κάθε περίπτωση ερωτηθείς ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στο άνοιγμα των σχολείων αλλά ποιοι στο κλείσιμο ο ειδικός τόνισε ότι τα επιστημονικά δεδομένα για τον νέο κορονοϊό ήταν ελάχιστα.
Όπως είπε ο ίδιος: “Σε κάθε περίπτωση, επειδή η εκθετική διασπορά του ιού ήταν ανησυχητική και υπολογίζοντας ότι ένα περίπου 10% θα ήταν σημαντική μείωση της διασποράς αν και κάπου τόσο υπολογιζόταν με βάση κάποια μαθηματικά μοντέλα θα είχαμε ένα πολύ σημαντικό παράγοντα να παρέμβουμε. Σε κάθε περίπτωση, εισηγηθήκαμε να κλείσουμε τα σχολεία για να περιορίσουμε τη νόσο όπως έγινε και με το κλείσιμο των καταστημάτων και των καφέ. Όλα αυτά βασίστηκαν στις μαθηματικές εκτιμήσεις”.
Kλείνοντας εξήγησε ότι o παραγωγικός ρυθμός της επιδημίας έπεσε όπως εξήγησε μετά από τις κινήσεις αυτές.
Υπενθυμίζεται ότι αναφερόμενος στα επιστημονικά δεδομένα τα οποία έπαιξαν ρόλο στο να ανοίξουν τα σχολεία τόνισε:
- Όπως και με δύο άλλους πολύ σοβαρούς κορονοϊούς, τον ιό SARS και τον ιό MERS οι λοιμώξεις παρατηρούνται πολύ σπάνια στα παιδιά
- Τα παιδιά στην πλειοψηφία τους εμφανίζουν πολύ πιο ήπια συμπτώματα σε σχέση με τους ενήλικες
- Παιδιά με σοβαροί νόσο ήταν λιγότερο από το 1% σύμφωνα με τη μεγαλύτερη έως σήμερα πληθυσμιακή μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Κίνα.
- Τα παιδιά μολύνονται κυρίως εντός του οικογενειακού τους περιβάλλοντος, ενώ ο δευτερογενής δείκτης προσβολής είναι πολύ χαμηλότερος για τα παιδιά σε σχέση με τους ενήλικες.
Για την ακρίβεια τα παιδιά κολλάνε τρεις φορές λιγότερο σε σχέση με τους 20 ετών και άνω και τέσσερις φορές λιγότερο σε σχέση με τους ενήλικες άνω των 60 ετών.
Επίσης, ο ειδικός τόνισε ότι η μετάδοση από παιδί σε ενήλικα φαίνεται να είναι ασυνήθιστη αναφερόμενος σε μια μελέτη που έγινε στην Γαλλία. Όπως είπε ο ίδιος: “ Κατά τη διερεύνηση του πρώτου κρούσματος στη Γαλλία, ένα μολυσμένο παιδί το οποίο παρακολούθησε τρία διαφορετικά σχολεία, ενώ ήταν ασυμπτωματικό και είχε 112 επαφές με άλλα παιδιά και καθηγητές δεν εντοπίστηκαν περιστατικά κορονοϊού. Δεν μπορεί να αποκλειστεί βέβαια ότι ένα μολυσμένο παιδί μπορεί να κολλήσει κάποιον”.
Ακόμα, περισσότερα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους τα παιδιά δεν είναι πρωτογενής πηγή μετάδοση της νόσου ΕΔΩ