Συγκεκριμένα, μιλώντας στο Πρακτορείο FM, ο κ. Κωνσταντίνος Βαδικόλιας έκανε λόγο για θεαματική βελτίωση στην αντιμετώπιση των εγκεφαλικών στην Ελλάδα. «Όταν κάποιος νοσηλευτεί σε Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας για την αντιμετώπιση ασθενών με Αγγειακά Εγκεφαλικά Επεισόδια (ΜΑΦ ΑΕΕ)», λέει ο κ. Βαδικόλιας, «οι διαφορές σε σχέση με τη νοσηλεία σε ένα κοινό θάλαμο είναι εντυπωσιακές, καθώς η θνητότητα μειώνεται από το 28% στο 17%, οι επιπλοκές από το 68% πέφτουν στο 45% και οι πνευμονίες από το 25% στο 13%, ενώ σημαντική βελτίωση παρουσιάζει και η λειτουργικότητα του ασθενή κατά την έξοδο του από το Νοσοκομείο, που σε κάποιες περιπτώσεις φτάνει το 20%».
Σύμφωνα με τον κ. Βαδικόλια σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν 10 εκατομμύρια ασθενείς με σοβαρό έλλειμμα, λόγω εγκεφαλικού και ως εκ τούτου και στην Ελλάδα υπάρχουν τα αντίστοιχα ποσοστά. Οι αλλαγές στην πρόγνωση του ελλείμματος του ασθενή με τη δημιουργία των ΜΑΦ ΑΕΕ θα είναι τεράστιες, τονίζει ο αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αγγειακών Εγκεφαλικών Νόσων, και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Νευρολογικής Εταιρείας.
Κάθε λεπτό μετράει
«Σύμφωνα με μελέτη της οργάνωσης υποστήριξης ασθενών «Stroke Alliance for Europe» και του «Kings College» στους 100 ανθρώπους που παθαίνουν εγκεφαλικό στη Σουηδία οι 85-90 θα μπουν σε ειδική μονάδα Αγγειακών Εγκεφαλικών Επεισοδίων, στη Γερμανία θα μπουν οι 70 στην ειδική μονάδα, στη Γαλλία έχει υπάρξει μεγάλη πίεση ο αριθμός αυτός να ανέβει στο 60, ενώ στην Ελλάδα, στην ίδια στατιστική, είμαστε στο 0,3. Και αυτό οφείλεται στον πολύ μικρό αριθμό δημοσίων μονάδων που υπάρχουν στην Ελλάδα, όπου μετά από προσπάθειες των τελευταίων ετών το νούμερο είναι μεταξύ 5-10, όταν σχεδόν σε κάθε Νοσοκομείο της Ευρώπης υπάρχει μία μονάδα αντιμετώπισης ΑΕΕ».
«Ωστόσο αυτή τη στιγμή», τονίζει ο καθηγητής «στα περισσότερα μεγάλα κεντρικά Νοσοκομεία ιδίως στις μεγάλες πόλεις, ή στις πόλεις που υπάρχουν νευρολογικές και δη πανεπιστημιακές κλινικές, υπάρχει η δυνατότητα των οξέων θεραπειών και κυρίως της θρομβόλυσης, που όπως αναφέρει, είναι η πιο διαδεδομένη και σημαντική θεραπεία, αλλά πρέπει να δοθεί μέσα στις πρώτες 4-4,5 ώρες. Όσον αφορά την θρομβοεκτομή που έχει μεγαλύτερα χρονικά περιθώρια, τα οποία είναι συνήθως στις 6 ώρες, δεν χορηγείται σε όλες τις περιπτώσεις εγκεφαλικών, αλλά σε αυτά που έχουν μεγάλη απόφραξη στον εγκέφαλο και είναι στατιστικά πολύ λιγότερα».
Κατά πόσον τηρούνται όμως στη χώρα μας αυτά τα χρονικά περιθώρια, στα οποία κρίνεται αυστηρά η πρόγνωση του ασθενούς; «Στις μεγάλες πόλεις έχει αρχίσει και υπάρχει μία καλύτερη εγρήγορση, όπως επίσης και σε περιφερειακές πόλεις που διαθέτουν πανεπιστημιακά Νοσοκομεία ή Νοσοκομεία που ασχολούνται με το θέμα. Ο χρόνος που υπολογίζουμε εμείς είναι από τη στιγμή που ο ασθενής θα περάσει την πόρτα του Νοσοκομείου μέχρι τη στιγμή που θα του χορηγηθεί το φάρμακο. Αυτός ο χρόνος, θα πρέπει να είναι σαφώς κάτω από μία ώρα. Το ότι έχουμε περιθώριο 4,5 ώρες, δεν σημαίνει ότι ο ασθενής θα έχει το ίδιο όφελος αν πάει την πρώτη ώρα, ή αν ξεκινήσει το φάρμακο στις 4,5 ώρες. Η διαφορά είναι τεράστια, αφού το όφελος για τον ασθενή που κάνει θρομβόλυση την πρώτη ώρα που παθαίνει εγκεφαλικό είναι 28%, ενώ έχει τη μισή βελτίωση από αυτή στατιστικά, αν κάνει θρομβόλυση στις 4,5 ώρες».
Τα αντανακλαστικά του ΕΚΑΒ
Το κλειδί είναι η γρήγορη πρόσβαση στο Νοσοκομείο και η έγκαιρη αντιμετώπιση του ασθενούς και το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι κατά πόσον το ΕΚΑΒ θα μπορέσει να αντεπεξέλθει σε αυτές τις ανάγκες: «Όλες οι αρχές είναι δύσκολες και παρόλο που δεν εργάζομαι σε Νοσοκομείο της Αθήνας, γνωρίζω ότι ήδη το ΕΚΑΒ με συγκεκριμένες κλινικές που είναι πρωτοπόρες στην αντιμετώπιση των εγκεφαλικών, όπως στο Αττικό Νοσοκομείο, έχει έναν πολύ καλό συντονισμό, όταν υπάρχει ειδοποίηση για ΑΕΕ. Αυτός ο καλός συντονισμός επεκτείνεται σταδιακά και στη Θεσσαλονίκη και προσπαθούμε και στις Περιφέρειες, για αντίστοιχα αποτελέσματα».
Για το κατά πόσο είναι εύκολο να δημιουργηθεί μία τέτοια Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας ο κ. Βαδικόλιας λέει: «Κάθε μονάδα θα έχει έξι κλίνες με γιατρούς όλων των ειδικοτήτων που εμπλέκονται, όπως νευρολόγους, παθολόγους, ακτινολόγους, επεμβατικούς ακτινολόγους, καρδιολόγους, ιατρούς ΜΕΘ, νευροχειρουργούς, αγγειοχειρουγούς, γιατρούς φυσικής αποκατάστασης κλπ, αλλά το κύριο πρόβλημα στις μονάδες αυτή τη στιγμή για να αναπτυχθούν, είναι η διάθεση νοσηλευτικού προσωπικού. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερο κόστος, προβλέπεται ένας σχετικός επιπλέον εξοπλισμός, αλλά το βασικότερο είναι οι προσλήψεις νοσηλευτών και γιατρών κάποιων ειδικοτήτων που απουσιάζουν. Και αυτά θα κάνουν τις μονάδες μας ιδανικές».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ