Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε πριν λίγες μέρες την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά της COVID στα άτομα άνω των 60 ετών. Ειδικότερα, όσοι από τους υπόχρεους για εμβολιασμό δεν έχουν κλείσει ραντεβού μέχρι τις 16 Ιανουαρίου 2022 θα κληθούν να πληρώσουν πρόστιμο ύψους 50 ευρώ. Αυτό το μέτρο λήφθηκε καθώς περίπου 500 χιλιάδες άτομα αυτής της ηλικιακής έχουν μείνει ανεμβολίαστα παρόλο που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά και να πεθάνουν.
Ανάμεσα στις πρώτες χώρες που επέβαλαν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό ήταν η Ινδονησία, η Μικρονησία και το Τουρκμενιστά. Πιο πρόσγατα, η Αυστρία το εφάρμοσε ενώ και στη Γερμανία θα γίνει το ίδιο από τον Φεβρουάριο του 2022.
Αυτή, όμως, δεν είναι η πρώτη φορά που οι κυβερνήσεις έχουν κάνει υποχρεωτικό ένα εμβολιαστικό πρόγραμμα για να αυξήσουν την εμβολιαστική κάλυψη. Παρατηρώντας τα αποτελέσματα από την εφαρμογή αυτής της στρατηγικής στο παρελθόν, η Λέκτορας Πανεπιστημιακής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Samantha Vanderslott, προέβη στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την αποτελεσματικότητα του μέτρου.
Πολλές δυτικές ευρωπαικές χώρες επέβαλαν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό στον 19ο αιώνα (κατά της ευλογιάς και συχνα συμπεριλαμβανομένων των ενήλικων) καθώς πολλές ευρωπαϊκές ανατολικές χώρες την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Για την Ευρώπη, η αρχική εισαγωγή της υποχρεωτικότητας, αντιμετωπίστηκε με αντιδράσεις από ομάδες αντιεμβολιαστών που τη θεώρησαν παραβίαση της ιδιωτικής σφαίρας.
Οι υγειονομικές αρχές και οι κυβερνήσεις που ξεκίνησαν αυτές τις υποχρεωτικότητας αργότερα άλλαξαν προσέγγιση, προτιμώντας να καλλιεργήσουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη και ευθύνη με τους πολίτες για την υγεία τους και να προστατεύσουν τους άλλους. Σε πιο πρόσφατους χρόνους, όταν επιβλήθηκαν υποχρεωτικότητες, προέκυψαν κυρίως ως αντίδραση στο ότι τα ποσοστά εμβολιασμού δεν ήταν αρκετά υψηλά ώστε να εμποδίσουν την εμφάνιση επιδημιών.
Οι πρόσφατοι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί
Τα τελευταία χρόνια επιβλήθηκαν στην Ευρώπη μετά την εμφάνιση κρουσμάτων παιδικών ασθενειών, ειδικά της ιλαράς. Αυτές επέκτειναν τις υπάρχουσες υποχρεωτικότητες (Γαλλία), ξεκαθάριζαν τις υπάρχουσες (Ιταλία), ή είσηγαγαν νέες (Γερμανία, μόνο για την ιλαρά).
Ο υποχρεωτικός εμβολιασμός για τους ταξιδιώτες και συγκεκριμένα επαγγέλματα ήταν επίσης συχμός σε πολές χώρες στον κόσμο. Αυτό που ήταν ασυνήθιστο ήταν οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί σε ενήλικες κατά τη διάρκεια μίας επιδημίας. Η Σαμόα αποτελεί την εξαίρεση σε αυτό. Το 2019, η νησιωτική χώρα της Πολυνησίας εισήγαγε υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά της ιλαράς για ολόκληρο τον πληθυσμό κατά τη διάρκεια κατάστασης έκτακτης ανάγκης, που είχε σαν αποτέλεσμα χιλιάδες κρούσματα και περισσότερους από 80 θανάτους από μια ασθένεια που μπορούσε να προληφθεί. Πρόκειται για έναν μικρό πληθυσμό μόνο περίπου 200.000 ατόμων.
Η εντολή υποχρεωτικού εμβολιασμού είχε ως αποτέλεσμα να εμβολιαστεί σχεδόν όλος ο πληθυσμός και η επιδημία τελικά σταμάτησε. Δυστυχώς, ένας από τους αρχικούς λόγους για το χαμηλό ποσοστό εμβολιασμού στη χώρα προέκυψε από ένα λάθος με την προετοιμασία ενός εμβολίου για δύο παιδιά που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατό τους. Αυτό το περιστατικό δείχνει πόσο γρήγορα μπορεί να μειωθεί η εμπιστοσύνη εάν οι υπηρεσίες εμβολιασμού δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα.
Οι πρόσφατοι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί στην Ευρώπη, μπήκαν εξαιτίας των χαμηλών ποσοστών εμβολιασμού και την ανάδυση επιδημιών από ασθένειες που μπορούν να προληωθούν μέσω των εμβολίων, ειδικά της ιλαράς. Η Γαλλία έκανε όλα τα προτεινόμενα εμβόλια υποχρωετικά το 2017 με πρόστιμα και πιθανές ποινές φυλάκισης γία όσους δε συμμορφώνονταν. Αυτό επέκτεινε τα υποχρεωτικά εμβόλια από 3 σε 11. Ο λόγος που το έκανε αυτό ήταν επειδή οι γονείς ερμήνευαν τα προτεινόμενα εμβόλια ως όχι τόσο σημαντικά όσο τα υποχρεωτικά, με αποτέλεσμα συχνά να τα αποφεύγουν.
Η Γερμανία κατέστησε υποχρεωτικό τον εμβολιασμό κατά της ιλαράς για την παρουσία στο σχολείο και στον παιδικό σταθμό, καθώς και σε άλλους δημόσιους χώρους, όπως καταφύγια προσφύγων και κλινικές.
Η Ιταλία, η οποία είχε ιστορικό μη αυστηρής επιβολής των εντολών εμβολιασμού, έκανε υποχρεωτικό τον εμβολιασμό για τέσσερις ασθένειες, αλλά τα πρόστιμα για μη συμμόρφωση επιβάλλονταν σπάνια. Το 2017, η Ιταλία κατέστησε υποχρεωτικά έξι επιπλέον εμβόλια για ανηλίκους και την προσχολική φοίτηση, με τους γονείς που δεν συμμορφώθηκαν να δεχονται πρόστιμα ή να απαγορεύεται η είσοδος στα παιδιά τους στο νηπιαγωγείο.
Η υποχρεωτικότητα αυξάνει τα ποσοστά εμβολιασμού
Από την εισαγωγή του υποχρεωτικού εμβολιασμού, τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης έχουν αυξηθεί στη Γαλλία, την Ιταλία και τη Γερμανία. Ωστόσο, η αξιολόγηση της επιτυχίας εξαρτάται από το εάν μια χώρα μπορεί να εισαγάγει αυτές τις πολιτικές εξαρχής, χωρίς να υπάρχουν αντιδράσεις.
Η Ουκρανία είχε μια ατυχή εμπειρία με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, ως χώρα που είχε τα μεγαλύτερα κρούσματα ιλαράς στην Ευρώπη. Σαράντα έξι χιλιάδες άνθρωποι προσβλήθηκαν από ιλαρά και ερυθρά το 2005 και το 2006. Ως αποτέλεσμα, το Υπουργείο Υγείας κατέστησε υποχρεωτικά τα εμβόλια για την ιλαρά και την ερυθρά. Αλλά η αρνητική προσοχή των μέσων ενημέρωσης και η διαμάχη σχετικά με τις υποτιθέμενες παρενέργειες τερμάτισαν την εκστρατεία.
Αν και δεν έχει περάσει αρκετός χρόνος για να κριθούν πλήρως τα ποσοστά επιτυχίας, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός τείνει να βελτιώνει την πρόσληψη. Αυτές οι βελτιώσεις είναι συνήθως μόνο μικρά ποσοστά, καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι εμβολιάζονται εθελοντικά. Ωστόσο, είναι οι μικρές πτώσεις στην εμβολιαστική κάλυψη που μπορεί να καθοδηγήσουν μία επιδημία.
Υπάρχουν, φυσικά, πιθανά μειονεκτήματα στον υποχρεωτικό εμβολιασμό, όπως η περαιτέρω πόλωση της κοινωνίας και η παραμέληση άλλων μέσων για την αύξηση του εμβολιασμού – όπως οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης. Οι ανησυχίες για τις αντιδράσεις και την κατάρρευση της εμπιστοσύνης και της ευθύνης για την υγεία μεταξύ των κρατών και των πολιτών τους είναι ένας άλλος λόγος για να είμαστε προσεκτικοί. Αλλά σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, όταν είναι γνωστό ότι ο υποχρεωτικός εμβολιασμός βελτιώνει την εμβολιαστική κάλυψη, οι χώρες δεν έχουν και πολλές επιλογές.
ΠΗΓΗ: theconversation