Οι ερευνητές της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας ανέλυσαν δεδομένα από 55 μελέτες με περισσότερους από 45.000 συμμετέχοντες συνολικά. Όλες οι μελέτες μέτρησαν την ψυχολογική δυσφορία των γυναικών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, συμπεριλαμβανομένου του στρες, της κατάθλιψης ή του άγχους. Στη συνέχεια, μέτρησαν συμπτώματα ψυχικής υγείας των παιδιών τους, όπως η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) ή η επιθετικότητα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που ανέφεραν περισσότερο άγχος, κατάθλιψη ή στρες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είχαν περισσότερες πιθανότητες να έχουν παιδιά με περισσότερα συμπτώματα ΔΕΠΥ ή που παρουσίαζαν επιθετική ή εχθρική συμπεριφορά. Το αποτέλεσμα ίσχυε ανεξάρτητα από το αν τα παιδιά ήταν αγόρια ή κορίτσια και επιπλέον ίσχυε για τα παιδιά όλων των ηλικιών: της πρώιμης παιδικής ηλικίας (2-5 ετών), της μέσης παιδικής ηλικίας (6-12 ετών) και της εφηβείας (13-18 ετών). Ωστόσο, η επίδραση ήταν ισχυρότερη στην πρώιμη παιδική ηλικία.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα συνάδουν με τις θεωρίες που υποστηρίζουν ότι η έκθεση σε ορμόνες του στρες στη μήτρα μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών.
«Τα ευρήματα αυτά προστίθενται στα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η παροχή ευρέως προσβάσιμης φροντίδας και υποστήριξης ψυχικής υγείας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να είναι ένα κρίσιμο βήμα για την πρόληψη των προβλημάτων συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία», επισημαίνει η συγγραφέας της μελέτης, Ιρέν Τουνγκ από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας Dominguez Hills.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε από στο περιοδικό «Psychological Bulletin
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ