Η διάγνωση γίνεται με μια απλή ακτινογραφία λεκάνης. Ανάλογα με την εντόπιση υπάρχουν δυο είδη καταγμάτων: τα διατροχαντήρια και τα υποκεφαλικά κατάγματα. Τα υποκεφαλικά κατάγματα είναι ουσιαστικά κατάγματα του αυχένα του μηριαίου, όπου η γραμμή του κατάγματος αρχίζει συνήθως από το άνω όριο αυχένα-κεφαλής και φέρεται λοξά προς τα κάτω και έσω, ενώ τα διατροχαντήρια είναι κατάγματα που φέρονται από τον μείζονα μέχρι τον ελάσσονα τροχαντήρα του μηριαίου.
«Κοινό χαρακτηριστικό μετά από ένα κάταγμα ισχίου είναι ότι η βάδιση καθίσταται αδύνατη και το πόδι παίρνει τη χαρακτηριστική θέση έξω στροφής, ενώ συγχρόνως είναι πιο κοντό από το υγιές πόδι. Σε κάποιες λιγότερο συχνές περιπτώσεις μπορεί να μην συμβαίνει αυτό και τότε μιλάμε για τα ενσφηνωμένα κατάγματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται υψηλός βαθμός υποψίας και αναγνώρισης στην ακτινογραφία από τον ιατρό.
Διότι, η έγκαιρη διάγνωση από τον εξειδικευμένο Ορθοπαιδικό είναι αποφασιστικής σημασίας για τη σωστή περαιτέρω αντιμετώπιση», αναφέρει ο κ. Κωνσταντίνος Ρέππας, Ορθοπαιδικός - Χειρουργός,Επιστημονικός συνεργάτης MetropolitanGeneral.
Όλα τα κατάγματα ισχίου χρειάζονται χειρουργική αντιμετώπιση για τους εξής λόγους:
- Καθηλώνουν μόνιμα τον ασθενή στο κρεβάτι με όλες τις συνέπειες που αυτό μπορεί να έχει
- Πρόκειται για κατάγματα που προκαλούν εσωτερική αιμορραγία και επομένως αιμοδυναμική κατάρρευση αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα
- Μπορεί να συμβεί εύκολα εμβολή λόγω της αστάθειας του κατάγματος και των λιπωδών εμβόλων που απελευθερώνονται από την εστία του κατάγματος.
Συνεπώς το χειρουργείο είναι μονόδρομος.
Η γρήγορη αντιμετώπιση σε συνδυασμό με την ελάχιστη επεμβατικότητα μπορούν να προσφέρουν σημαντική παράταση ζωής στον ηλικιωμένο με κάταγμα ισχίου. Η προσφορά της ραχιαίας αναισθησίας φυσικά διευκολύνει πολύ την επέμβαση ακόμα και σε ασθενείς με σοβαρά παθολογικά προβλήματα, μιας και ο ασθενής δεν παίρνει ολική νάρκωση, αλλά μόνο από τη μέση και κάτω.
Η ελάχιστη επεμβατικότητα σημαίνει μικρές τομές και κατά το δυνατόν μικρότερη κακοποίηση των μυϊκών ομάδων. Οι τομές φτάνουν μέχρι τα 10 εκατοστά που στα διατροχαντήρια κατάγματα μπορεί να είναι και 4 ή 5 εκατοστά. Αυτό σημαίνει ελάχιστη κακοποίηση των ιστών και ελάχιστο μετεγχειρητικό stress και αιμορραγία.
«Στα διατροχαντήρια κατάγματα αυτό επιτυγχάνεται με τη βοήθεια ενός ακτινοσκοπικού μηχανήματος, το οποίο μέσω των ειδικών οδηγών-εργαλείων μας επιτρέπει να τοποθετήσουμε τα εμφυτεύματα που θα στηρίξουν το οστό μέσα από πολύ μικρές τομές. Η ενδομυελική ήλωση, όπως ονομάζεται η μέθοδος που πλέον εφαρμόζεται, είναι πολύ αποτελεσματική και επιτρέπει τις περισσότερες φορές πλήρη φόρτιση από την επόμενη κιόλας ημέρα, παρόλο που το κάταγμα χρειάζεται μήνες για να κολλήσει, μιας και ο ασθενής στηρίζεται πλήρως στα εμφυτευμένα υλικά», επισημαίνει ο ιατρός.
Στα υποκεφαλικά κατάγματα γίνεται αφαίρεση της κεφαλής του μηριαίου και τοποθέτηση τεχνητής κεφαλής, η οποία στηρίζεται σε ένα ενδοαυλικό μόσχευμα. Η ελάχιστη επεμβατικότητα είναι πολύ σημαντική αφού η επέμβαση είναι πιο μεγάλη και πιο πολύπλοκη από ό,τι στα διατροχαντήρια κατάγματα. Κι εδώ ο ασθενής μπορεί να φορτίσει πλήρως το πόδι του από την επόμενη μέρα μιας και η χρήση βιολογικού τσιμέντου εξασφαλίζει την σταθερότητα του μοσχεύματος.
Η ελάχιστη επεμβατικότητα εδώ εξασφαλίζεται μετην πρόσθια προσπέλαση, η οποία επιτρέπει την πρόσβαση στην άρθρωση του ισχίου χωρίς να κοπούν μυς, αλλά διαμέσου των μυών. Αυτό είναι πολύ σημαντικό μιας και εξασφαλίζει την πιο γρήγορη κινητοποίηση των ηλικιωμένων μετά από την επέμβαση.
«Η ελάχιστη επεμβατικότητα με μικρές τομές, η άμεση χειρουργική αντιμετώπιση και η γρήγορη επάνοδος στο σπίτι αποτελούν τη χρυσή συνταγή για την αντιμετώπιση των καταγμάτων των ηλικιωμένων.
Η εμπειρία του Ορθοπαιδικού για την επιλογή των κατάλληλων υλικών και την εφαρμογή των μεθόδων ελάχιστης επεμβατικότητας σε συνδυασμό με την υποστήριξη ενός κατάλληλα οργανωμένου νοσοκομείου με όλες τις ειδικότητες και τον κατάλληλο εξοπλισμό,εξασφαλίζουν την υγιή επάνοδο του ηλικιωμένου στο σπίτι του και την κατά το δυνατόν παράταση της ζωής του», καταλήγει ο κ. Ρέππας.