Χρόνια, προοδευτική και υποτροπιάζουσα νόσος, η παχυσαρκία επηρεάζει πολλά συστήματα οργάνων και συμβάλλει σε περισσότερες από 200 επιπλοκές, ενώ βαρύ είναι και το κοινωνικοοικονομικό κόστος. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) την αναγνώρισε επίσημα ως νόσο το 1948, ενώ το 1997 τη χαρακτήρισε παγκόσμια επιδημία.
Στην Ευρώπη το 2020, 192 εκατομμύρια ενήλικες ζούσαν με παχυσαρκία. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με δεδομένα του 2019 από την Ελληνική Στατιστική Αρχή, ένας στους δύο άνδρες και μία στις τρείς γυναίκες άνω των 15 ετών εμφανίζουν υπέρβαρο, ενώ ένα στα έξι άτομα έχει παχυσαρκία.
Τόσο παγκοσμίως όσο και στη χώρα μας, η συχνότητα της παχυσαρκίας εκτιμάται ότι θα αυξηθεί προοδευτικά, όπως αναφέρει και ο ΕΟΔΥ, με αποτέλεσμα το 2035 το ποσοστό των ενηλίκων με παχυσαρκία στην Ελλάδα να αυξηθεί στο 39%!
Μεταξύ των αρνητικών επιπτώσεων είναι η στεφανιαία νόσος, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, το υπνοαπνοϊκό σύνδρομο, συγκεκριμένες μορφές καρκίνου (εντέρου, μαστού, ενδομητρίου), η μη αλκοολική λιπώδη διήθηση ήπατος, η οστεοαρθρίτιδα, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, για να μην παραλείψουμε και τις ψυχολογικές επιπτώσεις.
Από τους πλέον χαρακτηριστικούς «συνεργούς» της είναι, βέβαια, ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2 (ΣΔτ2). Ο παράγοντας παχυσαρκία περιλαμβάνεται στις κατευθυντήριες οδηγίες για τη διαχείριση του διαβήτη της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας (ΕΔΕ). Όπως σημειώνεται συνυπάρχει συχνότατα με μείζονες παράγοντες κινδύνου Καρδιαγγειακών Νοσημάτων (ΚΑΝ), όπως δυσλιπιδαιμία, υπέρταση και τον ΣΔτ2. «Πιθανότατα δε συνδέεται με αυτούς και αιτιολογικά».
Ερευνητές από την Κλινική Cleveland Clinic στο Ohio των ΗΠΑ, μάλιστα, διαπίστωσαν ότι για κάθε μονάδα αύξησης του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) ο κίνδυνος για εμφάνιση ΣΔτ2 αυξάνει κατά 67%!Πέραν της επίπτωσης στην υγεία, όμως, σημαντική είναι και η επιβάρυνση στο σύστημα υγείας.
Ενδεικτική είναι μελέτη για το οικονομικό φορτίο της παχυσαρκίας σε 4 νοτιοανατολικές χώρες, ανάμεσα τους και η Ελλάδα, η οποία εξέτασε συγκεκριμένες δέκα συνοσυρότητες, ανάμεσα τους και ο διαβήτης. Το συνολικό ετήσιο κόστος ανά ασθενή για το σύστημα υγείας στην Ελλάδα υπολογίστηκε σε σχεδόν 2.900 ευρώ.
Σπάζοντας την αλυσίδα
Η στενή σχέση διαβήτη και παχυσαρκίας επιβάλλει, λοιπόν, τη διαχείριση της δεύτερης για την αντιμετώπιση και πρόληψη του ΣΔτ2 και όλων των άλλων νοσημάτων. Πολλές μελέτες έχουν αναδείξει την αποτελεσματικότητα της μείωσης του βάρους στην πρόληψη και θεραπεία του διαβήτη. Όπως τονίζει και ο ΠΟΥ η παχυσαρκία είναι δυνατόν να προληφθεί αλλά και να αντιμετωπιστεί με αλλαγές στον τρόπο ζωής και τις διατροφικές συνήθειες. Η ευθύνη, μάλιστα, δεν βαραίνει μόνο το ίδιο το άτομο αλλά απαραίτητες είναι και κοινωνικές αλλαγές.
Η προέλευση της παχυσαρκίας ωστόσο είναι πολυπαραγοντική. Πέραν της συμπεριφοράς, υπερβαρότητα και παχυσαρκία μπορεί να είναι αποτέλεσμα γενετικών και επιγενετικών παραγόντων, περιβαλλοντικών, κοινωνικοοικονομικών και πολιτισμικών συνθηκών ακόμη και της φυσιολογίας του ατόμου.
Συνεπώς, αν και οι αλλαγές σε επίπεδο διατροφής και τρόπου ζωής μπορούν να επιφέρουν αποτελέσματα, για πολλά άτομα με υπέρβαρο ή παχυσαρκία συχνά δεν μπορούν να είναι βιώσιμες.
Απαιτείται μια εξίσου πολυπαραγοντική προσέγγιση, που στη βάση της θα έχει την αλλαγή του τρόπου ζωής, αλλά μπορεί να χρειαστεί να συνοδευτεί από φαρμακοθεραπεία ή και βαριατρική χειρουργική επέμβαση.
Σε πρόσφατο άρθρο τους τρεις ακαδημαϊκοί από το Πανεπιστήμιο του Bradford, υπογραμμίζουν ότι μεγαλύτερη πρόσβαση σε φαρμακευτικές λύσεις μπορεί να βοηθήσει ασθενείς να χάσουν βάρος και να προλάβουν σχετιζόμενα προβλήματα υγείας.
Στη φαρέτρα των γιατρών έρχεται να προστεθεί ένα νέο φάρμακο, που έχει ένδειξη τόσο για τον διαβήτη τύπου 2 αλλά και κατά της παχυσαρκίας. Πρόκειται για το πρώτο μιας νέας κατηγορίας φαρμάκων που που είναι GLP-1 και GIPαγωνιστές. Είναι υποδόρια χορηγούμενο, ενέσιμο σκεύασμα με δραστική ουσία την τιρζεπατίδη και θα είναι διαθέσιμο για τα άτομα με παχυσαρκία και στην χώρα μας από τα τέλη Νοεμβρίου.
Η τιρζεπατίδη, το πρώτο και μοναδικό μέχρι στιγμής σκεύασμα με διπλή ένδειξη (παχυσαρκία και ΣΔ2) επιτυγχάνει σημαντική απώλεια βάρους, που φτάνει ακόμα και το 22,5% μετά από 72 εβδομάδες.
Η θεραπεία είναι εβδομαδιαία και η υποδόρια ένεση με τη χρήση ειδικού στυλό όπως εκείνου που χρησιμοποιούν τα άτομα με διαβήτη που λαμβάνουν ινσουλίνη, γίνεται στην κοιλιά, το μπράτσο ή τον μηρό. Η θεραπία είναι χρόνια, δηλαδή για να διατηρηθεί η απώλεια των κιλών θα πρέπει να συνεχίζεται δια βίου.