Σε μελέτη που πραγματοποίησαν σε σχεδόν 3.000 εθελοντές ηλικίας 50 έως 97 ετών, ανακάλυψαν ότι ένας βασικός δείκτης της λειτουργίας των νεφρών μειωνόταν αργά αλλά σταδιακά κάθε χρόνο. Ωστόσο η μείωση ήταν:
* Μικρότερη στους εθελοντές χωρίς υποκείμενα προβλήματα υγείας και χωρίς παράγοντες κινδύνου για εκδήλωση νεφροπάθειας
* Μεγαλύτερη στα άτομα με υποκείμενα χρόνια προβλήματα υγείας ή/και με παράγοντες κινδύνου για εκδήλωση νεφρικής νόσου. Οι ερευνητές δημοσιεύουν τα ευρήματά τους στο έγκυρο νεφρολογικό περιοδικό Journal of the American Society of Nephrology. Όπως γράφουν, βάσισαν την έρευνά τους σε τρεις ομάδες εθελοντών από τη Νορβηγία, τη Γερμανία και την Ισλανδία. Στις δύο από τις ομάδες οι συμμετέχοντες είχαν ηλικία 50-70 ετών και στην τρίτη άνω των 70 ετών. Λιγότερο από το ένα τρίτο των συμμετεχόντων θεωρήθηκαν ως υγιείς.
Για να αξιολογήσουν τη νεφρική λειτουργία τους, οι επιστήμονες υπολόγισαν τον λεγόμενο ρυθμό σπειραματικής διήθησης (GFR). Ο ρυθμός αυτός δείχνει πόσο γρήγορα διηθείται (φιλτράρεται) το αίμα στους νεφρούς. Αναλόγως με το αποτέλεσμα της εξέτασης οι νεφροί θεωρείται πως είναι υγιείς ή ότι ενδέχεται να έχει αναπτυχθεί νεφρική νόσος.
Για τους σκοπούς της μελέτης οι επιστήμονες έκαναν ενδοφλέβια έγχυση μιας ουσίας στους εθελοντές τους. Η ουσία αυτή διαλύεται όταν φτάσει στους νεφρούς και έπειτα από λίγες ώρες οι επιστήμονες μπορούσαν να μετρήσουν τα επίπεδά της που έχουν παραμείνει στο αίμα. Με αυτό τον τρόπο αξιολόγησαν την ικανότητα των νεφρών να απομακρύνουν από το αίμα τις τοξίνες και τα άχρηστα υποπροϊόντα του μεταβολισμού.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως όσο πιο ηλικιωμένοι ήταν οι εθελοντές, τόσο μικρότερος ήταν ο ρυθμός σπειραματικής διήθησης. Και αυτό ίσχυε ανεξάρτητα από την γενικότερη κατάσταση της υγείας τους.
«Η έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας είναι κάτι που συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους, ακολουθώντας την φυσιολογική γήρανση του σώματος», σχολιάζει ο χειρουργός-ουρολόγος Δρ. Ηρακλής Πούλιας, τ. πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας. «Η έκπτωση αυτή δεν συμβαίνει επειδή αρρωσταίνουμε, αλλά επειδή μεγαλώνουμε. Επιταχύνεται όμως όταν αναπτυχθούν νοσήματα που επιβαρύνουν τη νεφρική λειτουργία, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης ή η υπέρταση, καθώς και όταν αναπτυχθεί χρόνια νεφρική νόσος. Ωστόσο η έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας παρουσιάζει διακύμανση από άνθρωπο σε άνθρωπο και δεν γνωρίζουμε ακόμα με βεβαιότητα γιατί υπάρχει αυτή η διαφοροποίηση. Το μόνο σίγουρο είναι πως η καλή γενική υγεία δεν εγγυάται καλή νεφρική λειτουργία».
Τι μπορούμε να κάνουμε
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν και τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε τους νεφρούς μας να διατηρηθούν υγιείς για περισσότερο καιρό. «Υπάρχουν αρκετά πράγματα που όλοι μπορούμε να κάνουμε», απαντά ο κ. Πούλιας. «Κατ' αρχάς πρέπει να λαμβάνουμε όλα τα μέτρα που θα μας προστατεύσουν από την ανάπτυξη παθήσεων που βλάπτουν τους νεφρούς. Οι δύο κυριότερες είναι η υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης. Επομένως πρέπει να προσέχουμε τη διατροφή μας, να γυμναζόμαστε καθημερινά (το παρατεταμένο περπάτημα είναι πολύ καλή επιλογή), να μην καπνίζουμε και να φροντίσουμε να διατηρούμε σε υγιή όρια το σωματικό βάρος μας».
Ακρογωνιαίος λίθος της διατροφής για την προστασία των νεφρών είναι η λογική κατανάλωση άλατος και σακχάρων. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα βάζουμε ελάχιστο έως καθόλου πρόσθετο αλάτι στο φαγητό και στις σαλάτες, διότι τα περισσότερα έτοιμα τρόφιμα του εμπορίου περιέχουν πολύ πρόσθετο αλάτι. Συνολικά στη διάρκεια της ημέρας δεν πρέπει να υπερβαίνουμε τα 2.300 mg νάτριο (ή 2,3 γραμμάρια). Το αλάτι αναγράφεται ως «νάτριο» στις συσκευασίες των τροφίμων, επομένως διαβάζοντας τες μπορούμε να υπολογίσουμε κατά προσέγγιση πόσο αλάτι τρώμε.
Όσον αφορά τα σάκχαρα, η διατροφή μας καλό είναι να περιέχει άφθονα μη επεξεργασμένα και λιγοστά επεξεργασμένα. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα τρώμε άφθονα ολόκληρα φρούτα, λαχανικά και όσπρια, και λογικές ποσότητες από δημητριακά ολικής αλέσεως (μπορεί να περιέχουν πολύ αλάτι και πρόσθετη ζάχαρη). Η ζάχαρη και οτιδήποτε την περιέχει πρέπει να καταναλώνεται σποραδικά.
Λογική και μετρημένη πρέπει να είναι και η κατανάλωση αλκοόλ, διότι σε μεγάλες ποσότητες τα οινοπνευματώδη ποτά βλάπτουν τη νεφρική λειτουργία.
Εκτός από τη διατροφή, πολύ σημαντικός είναι και ο περιοδικός προληπτικός έλεγχος (τσεκάπ) των ούρων, ώστε να γίνει εγκαίρως αντιληπτή τυχόν έναρξη της νεφρικής νόσου και να ληφθούν τα απαιτούμενα μέτρα. Απαραίτητο είναι ακόμα να συμβουλευόμαστε αμέσως έναν ουρολόγο ιατρό, εάν εκδηλώσουμε ύποπτα συμπτώματα από το ουροποιητικό, όπως αίσθημα καύσου (κάψιμο) κατά την ούρηση, συχνουρία κ.λπ. «Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να υποκρύπτουν κάποια ουρολοίμωξη, η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως και σωστά μπορεί να βλάψει τους νεφρούς», εξηγεί ο ειδικός.
Ιδιαίτερα προσεκτικοί, τέλος, πρέπει να είμαστε και με τα φάρμακα που λαμβάνουμε συστηματικά. Αν και ορισμένα (όπως κάποια για την υπέρταση) δρουν προστατευτικά στους νεφρούς, άλλα μπορεί να επιβαρύνουν τη νεφρική λειτουργία. Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμα και με θεωρητικώς «αθώα» φάρμακα, όπως ορισμένα παυσίπονα ή και αντιβιοτικά ακόμα. «Κάθε φαρμακευτική ουσία που λαμβάνουμε, εισέρχεται στο αίμα το οποίο διηθείται στους νεφρούς», εξηγεί ο κ. Πούλιας. «Επομένως πρέπει να γνωρίζουν οι ασθενείς αν τα φάρμακά τους επηρεάζουν τη νεφρική λειτουργία και με ποιον τρόπο (θετικά ή αρνητικά). Σε περίπτωση αμφιβολίας, να συμβουλεύονται τον γιατρό που τους χορήγησε τα φάρμακα».