Η επιδημία από τον νέο κορωνοϊό (Covid-19) βρίσκεται πλέον σε πλήρη εξέλιξη παγκοσμίως. Όπως τονίζει ο Θάνος Δημόπουλος, Καθηγητής Ιατρικής Σχολής και Πρύτανης του ΕΚΠΑ, προς το παρόν, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν έχει κηρύξει πανδημία αλλά αυτό αξιολογείται διαρκώς. Σύμφωνα και με πρόσφατο άρθρο-παρέμβαση στο περιοδικό New England Journal of Medicine, διακεκριμένοι επιστήμονες από το Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργικών και Λοιμωδών Νόσων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής εκφράζουν την ανησυχία τους για την έκβαση της επιδημίας του κορωνοϊού σε παγκόσμιο επίπεδο και την παρομοιάζουν με το «κουτί της Πανδώρας» της ελληνικής μυθολογίας. Πώς μπορεί, όμως, η ανθρωπότητα να θωρακιστεί? Η ελπίδα βρίσκεται στην επένδυση στην έρευνα. Οι απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα σχετικά με τα χαρακτηριστικά του ιού όπως ο ακριβής χρόνος επώασης, το δυναμικό μεταδοτικότητας και το ποσοστό των ασυμπτωματικών φορέων που μεταδίδουν τον ιό θα μας επιτρέψουν να βελτιστοποιήσουμε τα προληπτικά μέτρα και τη στρατηγική αποτροπής γενικευμένης μετάδοσης του ιού.
Παράλληλα, θεραπευτικές εξελίξεις θα μας επιτρέψουν να αντιμετωπίσουμε τα κρούσματα και να αποτρέψουμε την εμφάνιση επιπλοκών. Αντιρετροικοί παράγοντες όπως η λοπιναβίρη και η ριτοναβίρη, ο αντι-ιικός παράγοντας ρεμντεσιβίρη, που είχε σχεδιαστεί αρχικά εναντίον του ιού Ebola αλλά δεν είχε την αναμενόμενη αποτελεσματικότητα, και το ανθελονοσιακό φάρμακο χλωροκίνη έχουν δείξει ενθαρρυντικά προκαταρκτικά αποτελέσματα.
Επιπλέον, δημοσίευση στο περιοδικό The Lancet – Infectious Diseases σημειώνει την ανάγκη θεραπειών που διαθέτουν ταυτόχρονα αντι-ιικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, ώστε να αποτραπεί η σοβαρή πνευμονική βλάβη. Οι τρεις παράγοντες με αυτά τα χαρακτηριστικά που είναι ισχυρά υποψήφιοι για αξιολόγηση σε κλινικές μελέτες είναι η βαρισιτινίμπη, η φεντρατινίμπη και η ρουξολιτινίμπη. Τα φάρμακα χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία ρευματολογικών παθήσεων και της μυελοίνωσης και έχουν ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση, καθώς αναστέλλουν το ενδοκυττάριο σηματοδοτικό μονοπάτι των πρωτεινών JAK-STAT. Επιπλέον, έχει δειχθεί ότι έχουν αντι-ιική δράση καθώς αναστέλλουν την ενδοκύττωση, δηλαδή την είσοδο του ιού στα κύτταρα του προσβεβλημένου ξενιστή. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι επίσης ότι τα φάρμακα αυτά, κυρίως η βαρισιτινίμπη, δεν εμφανίζουν μείζονες αλληλεπιδράσεις με αντι-ιικούς παράγοντες όπως η λοπιναβίρη, η ριτοναβίρη και η ρεμντεσιβίρη. Επομένως, μπορεί να εκτιμηθεί η συνδυαστική αποτελεσματικότητά τους έναντι του κορωνοϊού.