Το όριο των 37 βαθμών ως μέση κανονική θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος είχε προσδιορίσει το 1851 ο πρωτοπόρος Γερμανός γιατρός Καρλ Ράινχολντ 'Αουγκουστ Βούντερλιχ, μετά την εξέταση 25.000 ατόμων στη Λειψία (βρίσκοντας μια γκάμα θερμοκρασίας από 36,2 έως 37,5). Εδώ και δεκαετίες υπήρχαν ενδείξεις ότι το μέσο όριο έχει πέσει (μια βρετανική έρευνα το 2017 με σχεδόν 250.000 μετρήσεις σε 35.000 άτομα με θερμόμετρο στο στόμα είχε βρει μέση θερμοκρασία 36,6 βαθμών), κάτι που η νέα μελέτη το επιβεβαιώνει.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την καθηγήτρια Τζούλι Πάρσονετ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνια, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό eLife, ανέλυσαν διαχρονικά στοιχεία από 677.423 μετρήσεις θερμοκρασίας, από στρατιώτες του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου μέχρι σύγχρονους ανθρώπους, καλύπτοντας μια περίοδο 157 ετών (1860-2017).
Διαπιστώθηκε ότι η μέση θερμοκρασία του σώματος μειώνεται κατά 0,03 βαθμούς Κελσίου ανά δεκαετία. Οι άνδρες που είχαν γεννηθεί στις αρχές του 19ου αιώνα, είχαν θερμοκρασία σώματος 0,59 βαθμούς μεγαλύτερη από τους σημερινούς άνδρες. Για τις γυναίκες δεν υπάρχουν διαθέσιμα εξίσου παλαιά στοιχεία, αλλά η μέση θερμοκρασία τους έχει υποχωρήσει κατά 0,32 βαθμούς από το 1890 και σήμερα είναι κατά μέσο όρο περίπου 36,6 βαθμοί.
Οι ερευνητές είναι σίγουροι ότι το σώμα όντως γίνεται πιο κρύο και ότι δεν πρόκειται για πρόβλημα αξιοπιστίας των παλαιότερων θερμομέτρων, καθώς η τάση μείωσης της θερμοκρασίας είναι ορατή και με τα θερμόμετρα της σύγχρονης εποχής. «Την ίδια μείωση που είδαμε από τη δεκαετία του 1860 έως του 1960, είδαμε επίσης από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα. Δεν νομίζω ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα θερμόμετρα του 1960 και στα σημερινά», δήλωσε η Πάρσονετ.