«Ακούγονται πολλά, σχετικά με την εικόνα της πορείας της επιδημίας στην Ελλάδα, από έγκριτους συναδέλφους οι οποίοι αποστέλλουν επιστολές με δραματικές εκκλήσεις στην πολιτική ηγεσία του τόπου, στις οποίες δυστυχώς μιλούν με με ανακρίβειες και διαδίδουν fake news σχετικά με τη διασπορά της νόσου σε ό,τι αφορά το γενικό πληθυσμό, ότι δηλαδή γίνονται απειροελάχιστα τεστ και οδηγούμαστε σε κατάσταση Ιταλίας. Καταλαβαίνω την αγωνία όλων και την προσπαθεια τους να βοηθήσουν. Θέλει όμως προσοχή να μην περνούν λανθασμένα μηνύματα στον πληθυσμό που προξενούν μια επιδημία φόβου και πανικού», τόνισε ο κ. Τσιόδρας
Οι εν λόγω επιστήμονες παραθέτουν παραδείγματα από τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για στρατηγικές μαζικού ελέγχου και παραθέτουν παραδείγματα από χώρες όπως η Νότια Κορέα.
Στη Νότια Κορέα μετά την επιδημία του πρώτου ιού SARS, οι άνθρωποι φορούσαν μάσκες στο δρόμο επί 3 χρόνια, με την επιδημία φόβου να προκαλεί μεγαλύτερο κακό στη χώρα από τον ίδιο τον ιό. «Η Ν. Κορέα έχει μικρότερη γεωγραφική επιφάνεια από την Ελλάδα και έχει πληθυσμό 50 εκατομμυρίων ανθρώπων. Άρα έχει υψηλότερες πιθανότητες διασποράς του ιού και για αυτό κάνουν εξαντλητικές στρατηγικές ελέγχου, που αφορούν σε 20 χιλιάδες άτομα την ημέρα, 633 εργαστηριακές δομές για τεστ, ειδικούς χώρους ελέγχου έξω από κάθε κτήριο με θετικό κρούσμα, 118 διαφορετικά εργαστήρια και 1200 επαγγελματίες υγείας να αναλύουν τα αποτελέσματα καθημερινα.
Καταλαβαίνετε λοιπόν πόσο δύσκολο θα ήταν να πραγματοποιηθεί μια τέτοια στρατηγική ελέγχου στη χώρα μας, με τέντες για παράδειγμα έξω από ένα κτήριο , με δημιουργία μεγαλύτερου πανικού και εξωπραγματικές καταστάσεις», σημείωσε ο κ. Τσιόδρας. Μάλιστα, όπως ανέφερε από όλα αυτά τα τεστ τα θετικά δείγματα είναι μόλις 3%.
Μάλιστα, τόνισε ότι κανείς δεν μπορεί να εξασφαλίσει ότι η διακοπή της στρατηγικής αυτής δεν θα οδηγήσει σε αύξηση του κορονοϊού στη Ν. Κορέα, αλλά μάλλον θα πρέπει να εφαρμοστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, έως την εμπορική διάθεση εμβολίου ή φαρμάκου για τον κορονοϊό.
«Κανείς δεν μιλά για παρακολούθηση και καταγραφή προσωπικών δεδομένων και της κατάφορης παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων των πολιτών μέσω ηλεκτρονικών εφαρμογών», πρόσθεσε ο κ. Τσιόδρας.
Στην Ελλάδα ο έλεγχος γίνεται με αυστηρά κριτήρια που έχουν προταθεί από διεθνείς φορείς και έχουν υιοθετηθεί από τον ΕΟΔΥ. Γίνεται δε, σε δύο επίπεδα: μια εκτεταμένη διαδικασία που περιλαμβάνει όλες τις νοσηλείες στα νοσοκομεία και βαριά περιστατικά σε ΜΕΘ και μια ειδική δειγματοληπτική διαδικασία στο γενικό πληθυσμό, που δεν εκθέτει σε κίνδυνο τις ομάδες αυξημένου κινδύνου, ανέφερε ο κ. Τσιόδρας παραπέμποντας στη δημιουργία δικτύου κινητών μονάδων, με νοσηλευτές που λαμβάνουν δείγμα από πολίτες κατ' οίκον.