Ο οργανισμός αντιδρά άμεσα στην υπερκατανάλωση αλκοόλ: πονοκέφαλος, εφίδρωση, ανακατωσούρα στο στομάχι, σκέψεις που τρέχουν, ακόμα και τύψεις για το τόσο πολύ αλκοόλ. Όλα αυτά μαζί αποτελούν το περιβόητο hangover το οποίο φαίνεται να χειροτερεύει με την πάροδο των ετών. Οι πιο ηλικιωμένοι διαπιστώνουν ότι η ποσότητα αλκοόλ που έπιναν στα νιάτα τους χωρίς αρνητικές συνέπειες, τώρα τους... διαλύει. Η επιστήμη έχει τις απαντήσεις...
Πολλοί, μιλώντας από προσωπική εμπειρία, θα σας πουν ότι το χανγκόβερ όντως γίνεται χειρότερο όσο μεγαλώνουμε. «Δεν είναι απολύτως σαφές αν χειροτερεύουν για όλους καθώς μεγαλώνουν ή μόνο για μερικούς ανθρώπους», δηλώνει στο LiveScience ο Aaron White, επικεφαλής του κλάδου Eπιδημιολογίας και Bιομετρίας του αμερικανικού Εθνικού Ινστιτούτου για την Κατάχρηση Αλκοόλ και τον Αλκοολισμό. «Απλώς δεν έχει γίνει επαρκής έρευνα πάνω σε αυτό το θέμα». Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες εύλογες θεωρίες.
Η ακεταλδεΰδη και η τοξική δράση της
Τα χανγκόβερ προκαλούνται από μυριάδες αλλαγές στο σώμα που συμβαίνουν μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ. Το τελευταίο είναι τοξικό για τα κύτταρα, καθώς μπορεί να βλάψει το DNA και να εμποδίσει σημαντικές κυτταρικές διεργασίες. Καθώς διασπάται, το αλκοόλ μετατρέπεται για λίγο σε μια διαφορετική τοξική ουσία, που ονομάζεται ακεταλδεΰδη, πριν μετατραπεί σε μια λιγότερο τοξική ένωση που ονομάζεται ακετάτη και, τέλος, σε νερό και διοξείδιο του άνθρακα.
Καθώς οι άνθρωποι μεγαλώνουν, όμως, τα ένζυμα στο συκώτι που μεταβολίζουν το αλκοόλ και τα τοξικά υποπροϊόντα του μπορεί να γίνουν λιγότερο αποτελεσματικά, οπότε αυτές οι τοξικές χημικές ουσίες μπορεί να παραμείνουν στο σώμα για περισσότερο χρόνο απ' όσο παλιότερα.
Όταν η ακεταλδεΰδη παραμένει στο συκώτι, μπορεί επίσης να προκαλέσει εκτεταμένη φλεγμονή στο σώμα. Οι κυτοκίνες, οι χημικοί «αγγελιοφόροι» που προκαλούν φλεγμονή, έχουν συνδεθεί με την δυσφορία, το άγχος, την ευερεθιστότητα και την κόπωση, όλα τους κοινά συμπτώματα του χανγκόβερ.
Επιπλέον, σε σύγκριση με τους νεότερους, οι πιο ηλικιωμένοι είναι περισσότερο πιθανό να υποφέρουν από χρόνιο πόνο και παθήσεις που προκαλούν απανωτές φλεγμονές, όπως ο διαβήτης και η αρθρίτιδα. Έτσι, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ θα μπορούσε, σύμφωνα με τον καθηγητή White, να «επιδεινώσει τις υπάρχουσες σωματικές ενοχλήσεις» και τελικά να οδηγήσει σε ένα πιο σοβαρό χανγκόβερ.
Η αφυδάτωση και η δύσκολη επόμενη μέρα
Τόσο η κατανάλωση αλκοόλ όσο και η φυσιολογική γήρανση μπορεί να δυσχεράνουν την ενυδάτωση του οργανισμού, οπότε ο συνδυασμός των δύο θα μπορούσε να είναι μια συνταγή για ένα δύσκολο «επόμενο πρωινό», ίσως και μια δύσκολη ολόκληρη μέρα!
Το αλκοόλ προκαλεί διούρηση, γεγονός που σημαίνει αποβολή νερού από το σώμα. Οι επιστήμονες εξακολουθούν να συζητούν πόσο ακριβώς παίζει ρόλο η αφυδάτωση στο χανγκόβερ, σημειώνει ο White, αλλά είναι γνωστό ότι η αφυδάτωση μπορεί να προκαλέσει πονοκεφάλους και κόπωση, δύο πολύ κοινά συμπτώματα του χανγκόβερ. Και μετά την ηλικία των 60 ετών, η συνολική ποσότητα νερού στο σώμα αρχίζει να μειώνεται λόγω της απώλειας ιστών. Αυτή η αφυδάτωση όχι μόνο μας προετοιμάζει για το χανγκόβερ, αλλά θα μπορούσε επίσης να αυξήσει τη συγκέντρωση αλκοόλ στο αίμα μας μετά το ποτό.
Διαταραχές στον ύπνο
Το αλκοόλ αλλά και η ηλικία είναι από τους παράγοντες που διαταράσσουν τον ύπνο. Η κατανάλωση μερικών ποτών μπορεί να επιταχύνει την αρχική διαδικασία του ύπνου, αλλά μπορεί επίσης να υπονομεύσει σε σημαντικό βαθμό την ποιότητά του, η οποία τείνει να μειώνεται ούτως ή άλλως με την ηλικία, οπότε «μπορεί να νιώθουμε τον αντίκτυπο του αλκοόλ στην κούραση της επόμενης ημέρας περισσότερο απ' ό,τι όταν είμαστε νεότεροι», σχολιάζει ο White.
Αν και υπάρχει ακόμη κάποια συζήτηση σχετικά με το πώς ακριβώς η γήρανση επηρεάζει τα χανγκόβερ, ένα πράγμα είναι σαφές: Ο μόνος εγγυημένος τρόπος για να αποφύγουμε το χανγκόβερ είναι να αποφεύγουμε εξ αρχής να πίνουμε... σαν να μην υπάρχει αύριο.
«Ο χρόνος είναι η μόνη καθολική θεραπεία για τα συμπτώματα του χανγκόβερ», τονίζει ο White ο οποίος καταλήγοντας επισημαίνει το εξής απλό: «Και το να μην το παρακάνετε με την κατανάλωση αλκοόλ είναι η καλύτερη στρατηγική για την πρόληψή τους».
Με πληροφορίες από το LiveScience.com