Το περιεχόμενο σε θρεπτικά συστατικά ποικίλει ανάλογα με το ποιο κομμάτι κρέατος θα χρησιμοποιήσουμε από το κάθε είδος. Φυσικά, μεγάλη σημασία έχει και ο τρόπος που θα μαγειρευτεί το κρέας μας.
Η σύγκριση των δύο ειδών
Χοιρινό (μαγειρεμένο, άπαχο)
- Σίδηρος: Περίπου 0,9 mg
- Πρωτεΐνη: Περίπου 27 g
- Ολικά Λιπαρά: Περίπου 6 g
- Κορεσμένα λιπαρά: Περίπου 2 g
- Μονοακόρεστα λιπαρά: Περίπου 2,6 g
- Πολυακόρεστα λιπαρά: Περίπου 0,6 g
Μοσχάρι (μαγειρεμένο, άπαχο)
- Σίδηρος: Περίπου 2,1 mg
- Πρωτεΐνη: Περίπου 26 g
- Ολικά Λιπαρά: Περίπου 6 g (Κορεσμένα λιπαρά: Περίπου 2,5 g, Μονοακόρεστα λιπαρά: Περίπου 2,7 g, Πολυακόρεστα λιπαρά: Περίπου 0,3 g)
Παρατηρήσεις για τα δύο είδη
- Σίδηρος: Το μοσχαρίσιο κρέας τείνει να έχει υψηλότερη περιεκτικότητα σε σίδηρο από το χοιρινό και ο τύπος σιδήρου και στα δύο κρέατα είναι κυρίως αιμικός σίδηρος, ο οποίος απορροφάται πιο εύκολα από το σώμα σε σύγκριση με τον μη αιμικό σίδηρο που βρίσκεται στα φυτικά τρόφιμα.
- Πρωτεΐνη: Τόσο το χοιρινό όσο και το μοσχαρίσιο κρέας είναι εξαιρετικές πηγές πρωτεΐνης υψηλής ποιότητας, που περιέχει όλα τα απαραίτητα αμινοξέα.
- Λίπη: Η συνολική περιεκτικότητα σε λιπαρά είναι παρόμοια μεταξύ άπαχων τεμαχίων χοιρινού και μοσχαρίσιο κρέατος. Και τα δύο κρέατα περιέχουν ένα μείγμα κορεσμένων, μονοακόρεστων και πολυακόρεστων λιπών. Το συγκεκριμένο προφίλ λιπαρών οξέων μπορεί να ποικίλει ανάλογα με παράγοντες όπως η διατροφή του ζώου και το συγκεκριμένο κομμάτι κρέατος.
- Κορεσμένα λιπαρά: Η περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά είναι σχετικά παρόμοια σε άπαχα κομμάτια χοιρινού και μοσχαρίσιο κρέατος.
-
Μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λίπη: Και τα δύο κρέατα περιέχουν μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά, με τις συγκεκριμένες ποσότητες να ποικίλλουν ανάλογα με παράγοντες όπως η διατροφή του ζώου και ο τρόπος μαγειρέματος.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτές οι τιμές είναι γενικές εκτιμήσεις και το θρεπτικό περιεχόμενο μπορεί να ποικίλει ανάλογα με συγκεκριμένους παράγοντες.
Οι μερίδες ανά εβδομάδα
Στο Μεσογειακό Διατροφικό μοντέλο η κατανάλωση κρέατος είναι σχετικά αραιή μία φορά κάθε περίπου 10 μέρες. Οι διατροφικές συστάσεις για ανήλικες είναι για μια κατανάλωση μία φορά την εβδομάδα σε μια ποσότητα 120-150 γραμμ. Φυσικά είναι προτιμότερο το ψήσιμο στο φούρνο ή στην κατσαρόλα έναντι του τηγανίσματος και ή του ψησίματος στη σχάρα. Πάντα συνοδεία λαχανικών.
Για τα παιδιά και τους έφηβους η κατανάλωση είναι συχνότερη 2-3 φορές την εβδομάδα, όχι όμως αποκλειστικά σε κόκκινο κρέας αλλά και σε κοτόπουλο. Φυσικά και υπάρχει διαφοροποίηση στη ποσότητα ανάλογα με την ηλικία.
Από 30-40 γραμμ για τις μικρότερες ηλικίες (1-2 ετών) έως 120-150 γραμμ για τους 18-19 ετών.
Υπάρχει ισχυρή σύσταση για περιορισμό και το καλύτερο αποφυγή κατανάλωσης επεξεργασμένου κρέατος. Επεξεργασμένο είναι το κρέας που έχει συντηρηθεί με τη χρήση μεθόδων όπως κάπνισμα, ωρίμανση, προσθήκη αλατιού, ή/και με τη χρήση χημικών ουσιών (π.χ., νιτρώδες νάτριο). Στην κατηγορία αυτή ανήκουν όλα τα προϊόντα αλλαντοποιίας (π.χ., ζαμπόν, φέτες γαλοπούλας ή κοτόπουλου, πάριζα, σαλάμι, μπέικον, λουκάνικο), καθώς και τα προπαρασκευασμένα (φρέσκα ή κατεψυγμένα) προϊόντα κρέατος (π.χ., παναρισμένα κομμάτια κοτόπουλου, μπιφτέκια κ.ά.).
Συμπερασματικά
Η σύγκριση μεταξύ χοιρινού και μοσχαρίσιου κρέατος αποκαλύπτει ότι και τα δύο κρέατα προσφέρουν πολύτιμα θρεπτικά συστατικά. Το χοιρινό κρέας είναι πιο πλούσιο σε βιταμίνη Β1 και Β6 και έχει πιο ευνοϊκό λιπαρό προφίλ, καθώς είναι υψηλότερο σε πολυακόρεστα λιπαρά και χαμηλότερο σε κορεσμένα λιπαρά σε σύγκριση με το μοσχαρίσιο κρέας.
Από την άλλη πλευρά, το βοδινό κρέας είναι υψηλότερο σε βιταμίνη Β12, σίδηρο και ψευδάργυρο. Περιέχει επίσης περισσότερο σίδηρο και βιταμίνη Β12 από το χοιρινό κρέας. Και τα δύο κρέατα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, με το χοιρινό να έχει ελαφρώς υψηλότερη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες.
{https://youtu.be/6OZPGBUr41w}
Πηγή: Διατολογικό γραφείο Μανωλαράκη