Βέλη δέχεται τόσο Κυβέρνηση όσο και το υπουργείο Υγείας από τις ενώσεις που εκπροσωπούν τους νοσοκομειακούς γιατρούς, μετά την ανακοίνωση δια στόματος της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, Ειρήνης Αγαπηδάκη, για την κατάργηση του θεσμού του αγροτικού ιατρού και την αντικατάσταση του με τον θεσμό του Προσωπικού Γιατρού υποχρεωτικής θητείας, στον οποίο θα υπηρετούν απόφοιτοι της ιατρικής σχολής. Κοινή συνισταμένη των αντιδράσεων της ΟΕΝΓΕ όσο και τις ΕΙΝΑΠ είναι η αναγκαιότητα για προσλήψεις γιατρών στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Περαιτέρω προώθηση του “gate keeping”, «της ενίσχυσης της λειτουργίας της ΠΦΥ ως φραγμού προς τα νοσοκομεία και προς τους γιατρούς άλλων ειδικοτήτων», θα σημάνει η εφαρμογή των αλλαγών που προωθεί η κυβέρνηση, αναφέρει χαρακτηριστικά η Ομοσπονδία Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ), σε ανακοίνωση της. Από την πλευρά της, η Ένωση Ιατρών Αθήνας Πειραιά (ΕΙΝΑΠ), απαιτεί να μην κατατεθεί το σχέδιο χαρακτηρίζοντας το επικίνδυνο και αντιεπιστημονικό «για τους πολίτες που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό».
Τόσο η ΟΕΝΓΕ όσο και η ΕΙΝΑΠ θεωρούν πως η εφαρμογή αυτού του σχεδίου, τελικά θα οδηγήσει σε ενίσχυση της φυγή των νέων γιατρών από τη χώρα, αντί να λειτουργήσει ως κίνητρο, όπως επιδιώκει η Κυβέρνηση, ενώ επαναλαμβάνουν την ανάγκη για προσλήψεις.
Επιπλέον, χαρακτηρίζουν «πρόκληση την υπόσχεση για 100.000 έως 150.000 και με μειωμένη φορολόγηση σε όσους γιατρούς αποφασίσουν να επαναπατριστούν και να δουλέψουν στο δημόσιο σύστημα υγείας», όπως αναφέρει η Ομοσπονδία. «Όχι μόνο η κυβέρνηση τιμωρεί όσους γιατρούς έμειναν στην Ελλάδα και έβαλαν πλάτη την περίοδο της πανδημίας, όχι μόνο ομολογεί έμμεσα ότι οι μισθοί μας παρά τις μικρές αυξήσεις του 10%, που και αυτές κερδήθηκαν κάτω από αγώνες, είναι πολύ πίσω από τις ανάγκες και αναντίστοιχες των υπηρεσιών που προσφέρουμε, αλλά οδηγεί και στη δημιουργία γιατρών πολλών ταχυτήτων στο δημόσιο σύστημα υγείας», σημειώνει.
«Αμειβόμαστε με ψίχουλα και παραμένουν χιλιάδες κενές θέσεις, όχι μόνο παθολόγων, αλλά γιατρών όλων των ειδικοτήτων. Χιλιάδες Έλληνες γιατροί εργάζονται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες και στις ΗΠΑ. Προκειμένου να επιστρέψουν αλλά και να μην φύγουν και άλλοι νέοι επιστήμονες, είναι απαραίτητο να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας και να αυξηθούν δραστικά οι αποδοχές των ήδη υπηρετούντων», προσθέτει η Ένωση.
Ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση...
«Θα περίμενε κανείς […] ότι αφού η κυβέρνηση και η κ. Αγαπηδάκη αναγνώρισαν επιτέλους αυτό που λέμε χρόνια ότι πρέπει να καταργηθεί ο θεσμός του αγροτικού γιατρού, θα προχωρούσαν ταυτόχρονα σε μαζικές μόνιμες προσλήψεις Παθολόγων, Γενικών Γιατρών, γιατρών όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων στα Κέντρα Υγείας και τα αποκεντρωμένα Περιφερειακά Ιατρεία για την κάλυψη του συνόλου των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού απολύτως δωρεάν. Όμως κάθε άλλο παρά αυτό πρόκειται να συμβεί αν προχωρήσει ο σχεδιασμός της κυβέρνησης», εξηγεί η ΟΕΝΓΕ.
Σύμφωνα με τους νοσοκομειακούς γιατρούς, «στην καλύτερη περίπτωση αυτό που εξασφαλίζεται στους ασθενείς είναι ένα υποτυπώδες πακέτο παροχών υγείας, συνταγογράφησης και στοιχειωδών εξετάσεων για ορισμένα προβλήματα υγείας και όχι για όλα, για συγκεκριμένες ώρες της μέρας, για κάποιες μέρες την εβδομάδα και όχι 24 ώρες το 24ωρο, 7 μέρες την εβδομάδα, 30 μέρες το μήνα, 365 μέρες το χρόνο».
«Ούτε καν αυτό το «λίγα, για λίγους και για λίγο» δεν μπορεί να εξασφαλίσει η επιστράτευση αποφοίτων της ιατρικής χωρίς εκπαίδευση, που βαφτίζονται από την κυβέρνηση προσωπικοί γιατροί», συμπληρώνουν, εκτιμώντας ότι η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση στις ήδη υποτυπώδεις υπηρεσίες.
Όπως εξηγούν, το έργο που καλούνται να εκτελέσουν οι αγροτικοί γιατροί είναι ήδη αρκετά επιβαρυμένη, αφήνοντας στην πράξη μηδενικό χρόνο για να μπορέσει να λειτουργήσει και ως προσωπικός γιατρός.
«Πως θα μπορέσει ο αγροτικός γιατρός που καλύπτει την τακτική πρωινή λειτουργία των Περιφερειακών Ιατρείων και των Κέντρων Υγείας, που καλύπτει τα επείγοντα του Κέντρου Υγείας, που μετακινείται συνεχώς για να εφημερεύσει στα επείγοντα του νοσοκομείου, που του αναθέτουν να διακομίσει βαρέως πάσχοντες, διασωληνωμένους ασθενείς, να έχει ταυτόχρονα στην ευθύνη του 2.000 ασθενείς; Πότε ακριβώς θα προλάβει να τους δει έστω μία φορά;», διερωτώνται τα μέλη της ΟΕΝΓΕ.
«Στην καλύτερη περίπτωση, με ρυθμό 20 ασθενείς/μέρα και υπό την προϋπόθεση ότι λειτουργούν καθημερινά τα τακτικά ιατρεία στο Κέντρο Υγείας και στο Περιφερειακό Ιατρείο, ο πληθυσμός ευθύνης του θα εξεταστεί σε 5 μήνες. Αν, όπως συχνά συμβαίνει στα Κέντρα Υγείας των μη αστικών περιοχών και τα Περιφερειακά Ιατρεία, τα τακτικά ιατρεία λειτουργούν 2 φορές την εβδομάδα οι 5 μήνες καθυστέρησης σχεδόν τριπλασιάζονται», υποστηρίζουν.
Θέτουν, μάλιστα και την παράμετρο της εναλλαγής των προσώπων, αφού ο πληθυσμός αναφοράς θα έχει κάθε χρόνο και διαφορετικό προσωπικό γιατρό με αποτέλεσμα την ασυνέχεια στην παρακολούθηση του ασθενούς.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ακόμα μεγαλύτερη υποβάθμιση στις ήδη υποτυπώδεις υπηρεσίες και οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας θα είναι πιο κάτω και «από τα λίγα, για λίγους και για λίγο». Επιπρόσθετα, είναι ορατός ο κίνδυνος να δυναμώσει το ογκούμενο ρεύμα μετανάστευσης νέων γιατρών στο εξωτερικό για να κάνουν ειδικότητα εξαιτίας της ανάθεσης σε νέους πτυχιούχους ιατρικής πριν καν την έναρξη ειδικότητας ευθυνών που δεν τους αναλογούν.
Η ΟΕΝΓΕ υπογραμμίζει πως ελλείψεις υπάρχουν και σε άλλες κρίσιμες ειδικότητες (Ακτινολόγους, Αναισθησιολόγους, Γιατρούς Εργασίας). Εκτιμά, δε, ότι η έλλειψη ενδιαφέροντος που φαίνεται να έχει για την κάλυψη αυτών των ειδικοτήτων η κυβέρνηση, δείχνει πως προωθεί την αύξηση του αριθμού «των γιατρών– κοφτών που θα εμποδίζουν την πρόσβαση των ασθενών σε γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, που θα στερούν από τους ασθενείς αναγκαίες εξετάσεις και φάρμακα για να μειωθεί το κόστος, να πέσει ακόμα μεγαλύτερο τσεκούρι στις δαπάνες και τις παροχές από το κράτος και από τον ΕΟΠΥΥ».
ΕΙΝΑΠ: «Επικίνδυνο και αντιεπιστημονικό σχέδιο»
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι νοσοκομειακοί γιατροί του λεκανοπεδίου, που σημειώνουν πως αντί να γίνουν προσλήψεις μόνιμων παθολόγων και γενικών γιατρών καθώς και γιατρών όλων των ειδικοτήτων, ανακοινώνεται η πρόθεση τοποθέτησης των ανειδίκευτων πτυχιούχων συναδέλφων σε θέσεις προσωπικού γιατρού.
«Αυτό προφανώς δεν καλύπτει τις ανάγκες της διαλυμένης ΠΦΥ, αφού θα λειτουργήσει ως «κόφτης» ιατρικών υπηρεσιών. Πολύ απλά κανένας «προσωπικός γιατρός άνευ ειδικότητας» δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις ανάγκες καθημερινής εργασίας στο 2 περιφερειακό ιατρείο ή στο κέντρο Υγείας, εφημέρευσης και διαχείρισης 2000 κατοίκων στα πλαίσια του Νομού ή της Περιφέρειας», σημειώνει με ανακοίνωσή της η ΕΙΝΑΠ και συμπληρώνει: «Πρόκειται για ένα επικίνδυνο και αντιεπιστημονικό σχέδιο για τους πολίτες που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό», απαιτώντας να μην κατατεθεί το σχετικό νομοσχέδιο.
Κατά την Ένωση, το σχέδιο θα υπονομεύσει ευθέως την εργασιακές συνθήκες των νέων γιατρών, καθώς και την επιστημονική τους εξέλιξη.
«Οι συνάδελφοι χωρίς ειδικότητα δεν μπορούν να αναλάβουν ευθύνες που δεν τους αναλογούν. Τα οικονομικά κίνητρα που ευνοούν ορισμένες ειδικότητες έναντι άλλων μας βρίσκουν παντελώς αντίθετους. Η τακτική άλλης αμοιβής για άλλη ειδικότητα είναι πέρα από κάθε λογική», αναφέρει και προσθέτει: «Το Υπουργείο αντί να διχάζει τους γιατρούς της χώρας μπορεί απλά να αποδώσει τα οφειλόμενα σε όλους, όπως επιτάσσουν και οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις και να υλοποιήσει τα δίκαια αιτήματα του κλάδου για αυξήσεις αποδοχών σε όλους, είτε είναι νεοεισερχόμενοι είτε ήδη υπηρετούν».