Το στρες, η αλλαγή της διατροφής με την ένταξη περισσότερων λιπαρών, αλατιού και ζάχαρης, η αύξηση της κατανάλωσης αλκοόλ, του καπνίσματος, όπως και του σωματικού βάρους, είναι οι ερεθιστικοί παράγοντες που οδηγούν στην εκδήλωση και επιδείνωση της νόσου αυτές τις ημέρες.
«Η ψωρίαση είναι μια χρόνια, φλεγμονώδης, αυτοάνοση, δερματική νόσος που επηρεάζει το 2-5% του πληθυσμού στις δυτικές χώρες. Το σώμα επιτίθεται στον δικό του ιστό, ο οποίος αρχίζει να υπερπαράγει δερματικά κύτταρα και να σχηματίζει κόκκινες στη βάση και λευκές στην κορυφή φολιδωτές πλάκες, που προκαλούν φαγούρα. Τόσο το φυσικό όσο και το επίκτητο ανοσοποιητικό σύστημα ευθύνονται για την εμφάνισή της, ενώ ο τρόπος ζωής και η διατροφή παίξουν σημαντικό ρόλο στην πορεία της», εξηγεί ο Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου και προσθέτει πως «ο Δεκέμβριος είναι ένας μήνας με αυξημένες υποχρεώσεις και κοινωνικές εκδηλώσεις, που δημιουργούν στρες και εξάντληση του οργανισμού. Μετά την προετοιμασία έρχεται ένα 15ήμερο με υπερκαταναλωτικές διαθέσεις. Οι καταχρήσεις, όμως, αυτές γίνονται αιτία φλεγμονής, η οποία θεωρείται ως ο κύριος παράγοντας πυροδότησης των συμπτωμάτων της ψωρίασης».
Η διατροφή
Όσον αφορά στη διατροφή, η έρευνα σχετικά με τον τρόπο που ορισμένες τροφές οδηγούν σε φλεγμονώδη απόκριση βρίσκεται σε εξέλιξη. Τα μέχρι σήμερα δεδομένα δείχνουν ότι εκείνες που έχουν υποστεί υψηλή επεξεργασία, είναι πλούσιες σε λιπαρά, νάτριο ή ζάχαρη διεγείρουν τους αμυντικούς μηχανισμούς του σώματος και αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης ψωρίασης. Πιο συγκεκριμένα: Τα λιπαρά κρέατα, τα πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα, τα τηγανητά και η μαργαρίνη, είναι γνωστό ότι προκαλούν φλεγμονή στο σώμα. Έτσι μια διατροφή υψηλής περιεκτικότητας σε αυτές τις τροφές επιδεινώνει δερματικές ασθένειες όπως η ψωρίαση, αυξάνοντας το επίπεδο των φλεγμονωδών κυτοκινών στο δέρμα.
Οδηγεί επίσης σε αύξηση του σωματικού βάρους. Μελέτες έχουν καταδείξει ότι το υπερβολικό σωματικό λίπος διευκολύνει την ανάπτυξη της νόσου και την επιδείνωση των συμπτωμάτων της, λόγω της συνεχιζόμενης φλεγμονής του λιπώδους ιστού.
Εκτός από τα λιπαρά, η δυσανεξία που έχουν ορισμένα άτομα στην καζεΐνη και τη λακτόζη που περιέχονται στα γαλακτοκομικά, μπορεί να γίνει αιτία έξαρσης της δερματοπάθειας, αφού οι ουσίες αυτές οδηγούν σε ερεθισμό του εντέρου και σε φλεγμονή.
Τα γλυκά και το αλκοόλ
Η υπερβολική πρόσληψη ζάχαρης επίσης μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα κυτοκινών, οι οποίες παίζουν κύριο ρόλο στον έλεγχο της ανοσολογικής αντίδρασης. Στην παθογένεση της ψωρίασης εμπλέκεται η IL-23, ενώ οι IL-17 και IL-22 προκαλούν κυτταρικό πολλαπλασιασμό και φλεγμονή. Σε αυτήν οδηγεί η κατανάλωση ζάχαρης αλλά και τεχνητών γλυκαντικών, λόγω της αποθήκευσης των θερμίδων στα λιπώδη κύτταρα.
Οι επεξεργασμένοι υδατάνθρακες αυξάνουν επίσης τα τελικά προϊόντα προηγμένης γλυκοζυλίωσης, τα οποία είναι ουσίες στο αίμα που μπορούν να οδηγήσουν σε φλεγμονή, αλλά και στην ανάπτυξη νόσων όπως ο σακχαρώδης διαβήτης 2 και η αρθρίτιδα.
Το αλκοόλ επηρεάζει τη φυσική όσο και την προσαρμοστική ανοσία και θεωρείται παράγοντας έναρξης της φλεγμονής όσο και επιδείνωσής της. Επιπλέον, μελέτες σε ποντίκια δείχνουν ότι η ηπατική βλάβη που προκαλείται εξαιτίας του οδηγεί σε εξασθένηση της λειτουργίας του δερματικού φραγμού.
Η κατανάλωση αλκοόλ αυξάνει ακόμη την ευαισθησία σε λοιμώξεις, διεγείρει τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων και των κερατινοκυττάρων και την παραγωγή κυτοκινών και μαστοκυττάρων, τα οποία παίζουν ρόλο στην παθογένεση της ψωρίασης. Μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και διότι βλάπτει τα καλά εντεροβακτήρια.
Η υψηλή πρόσληψη νατρίου διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην ψωρίαση, καθώς ενισχύει την ενεργοποίηση των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, προάγει τη συσσώρευση φλεγμονωδών κυτοκινών, αλλά και την παχυσαρκία.
Μια πρόσφατη μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε 433.788 συμμετέχοντες οι οποίοι παρακολουθήθηκαν για 14 χρόνια, έδειξε ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ της συχνότητας προσθήκης αλατιού στα τρόφιμα και του κινδύνου ψωρίασης.
Οι ερευνητές, που δημοσίευσαν τη μελέτη τους στο Journal of Autoimmunity, παρατήρησαν ότι οι συμμετέχοντες με υψηλό γενετικό κίνδυνο και την υψηλότερη συχνότητα προσθήκης αλατιού στα τρόφιμα παρουσίασαν 149% υψηλότερο κίνδυνο ψωρίασης, σε σύγκριση με συμμετέχοντες με χαμηλό γενετικό κίνδυνο και τη χαμηλότερη συχνότητα προσθήκης αλατιού στα τρόφιμα. Η θετική συσχέτιση ήταν ανεξάρτητη από πολλούς άλλους παράγοντες κινδύνου και μπορεί να οφείλεται εν μέρει λόγω της παχυσαρκίας και της φλεγμονής.
Ψυχολογικό στρες και κάπνισμα
Μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι το ψυχολογικό στρες συμβάλει στην εμφάνιση ψωρίασης, όπως και το κάπνισμα.
«Την περίοδο των γιορτών ελάχιστοι είναι οι εγκρατείς που δεν παρασύρθηκαν σε γαστρονομικές “αμαρτίες”. Όλοι λίγο ή πολύ έχουν πιεί και καπνίσει παραπάνω, έχουν περιορίσει τις δραστηριότητές τους, έχουν ξεχάσει το γυμναστήριο και έχουν βάλει μερικά κιλά παραπάνω. Όλα αυτά όμως για όσους πάσχουν από ψωρίαση είναι επιβαρυντικά και είναι πολύ πιθανόν να έχουν προκαλέσει έξαρση της νόσου.
Η επιστροφή σε έναν υγιεινό τρόπο ζωής που βασίζεται σε ένα σωστό διατροφικό πρόγραμμα, πλούσιο σε αντιοξειδωτικά, σε ω-3, φρούτα και λαχανικά μπορεί να μειώσει τη φλεγμονή και να επαναφέρει το σώμα. Η μεσογειακή διατροφή, η οποία περιλαμβάνει τροφές που έχουν αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, με χαμηλά λιπαρά και λίγες θερμίδες, μπορεί βελτιώσει τη γενική υγεία και να μειώσει τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων της ψωρίασης μακροπρόθεσμα. Είναι δε ιδανική για τη διαχείριση του βάρους.
Η καλή διατροφή, όπως και η άσκηση, είναι αποδεδειγμένο ότι ενισχύουν τη θεραπεία και μπορούν να βελτιώσουν τα συμπτώματα των ασθενών. Για κάποιους μάλιστα μπορεί να διαφοροποιήσει την αγωγή και αντί να χρειάζονται συστηματικά φάρμακα ή ενέσεις να αρκεί μόνο η τοπική αγωγή. Δεδομένων μάλιστα των παρενεργειών που μπορεί να προκαλέσουν τα φάρμακα, η θετική επίδραση της υγιεινής ζωής θα μπορούσε να κάνει μεγάλη διαφορά στην ποιότητά της.
Για όσους αντιμετωπίζουν δυσκολία με τη φαρμακευτική θεραπεία ή συμπληρωματικά αυτής μπορούν να δοκιμάσουν τη φωτοθεραπεία, δηλαδή την έκθεση του δέρματος σε μια τεχνητή πηγή φωτός UVB για ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα στο ιατρείο. Από τους δύο τύπους θεραπείας UVB, την ευρέως και τη στενού φάσματος, προτιμάται η δεύτερη, καθώς είναι πιο αποτελεσματική και ταχύτερη στην ύφεση των συμπτωμάτων αλλά και γιατί τα διαστήματα των υφέσεων διαρκούν περισσότερο», καταλήγει ο δρ Στάμου.