Η αμερικανική εταιρεία δήλωσε στο Reuters ότι τα δεδομένα φαίνονται ασυνεπή, τα ευρήματα ήταν πρόωρα και ότι άλλες μελέτες είχαν επικυρώσει τα οφέλη του φαρμάκου.
Σε ό,τι αποτελεί ένα πλήγμα για ένα από τα λίγα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία ατόμων με COVID-19, ο ΠΟΥ δήλωσε την Πέμπτη ότι οι δοκιμές της κατέληξα στο συμπέρασμα ότι η ρεμδεσιβίρη φάνηκε να έχει μικρή ή καθόλου επίδραση στη θνησιμότητα 28 ημερών ή στη διάρκεια της παραμονής στο νοσοκομείο μεταξύ ασθενών με αναπνευστική νόσο.
Το αντιιικό φάρμακο ήταν ένα από τα φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν για τη θεραπεία της λοίμωξης από τον αμερικανό Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και έχει αποδειχθεί σε προηγούμενες μελέτες ότι έχει μειώσει το χρόνο έως την ανάρρωση, αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση το διερευνά για πιθανό τραυματισμό στα νεφρά.
Η δοκιμή του ΠΟΥ πραγματοποιήθηκε σε 11.266 ενήλικες ασθενείς σε περισσότερες από 30 χώρες. Τα στοιχεία ήταν πειστικά, είπε ο ΠΟΥ. Η Gilead είπε ότι άλλες δοκιμές της ρεμδεσιβίρης, συμπεριλαμβανομένων 1.062 ασθενών που το συνέκριναν με εικονικό φάρμακο, έδειξαν ότι ο χρόνος θεραπείας μείωσαν το χρόνο ανάρρωσης.
Οι σοβαρές ενστάσεις της Gilead για τη μελέτη του ΠΟΥ
«Τα αναδυόμενα δεδομένα (ΠΟΥ) φαίνονται ασυνεπή, με πιο ισχυρά στοιχεία από πολλαπλές τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες μελέτες που δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά με κριτές που επιβεβαιώνουν το κλινικό όφελος της ρεμδεσιβόρης», δήλωσε η Gilead στο Reuters.
Η Gilead είπε ότι ήταν «ασαφές εάν μπορούν να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα», δεδομένου ότι εντόπισε διαφορές στον τρόπο διεξαγωγής της δοκιμής από τόπο σε τοποθεσία και μεταξύ των ασθενών που έλαβαν το φάρμακο.
Η Gilead ανέφερε ότι τα συμπεράσματα των δοκιμών του ΠΟΥ, χωρίς έλεγχο από άλλους επιστήμονες, ήταν πρόωρα.
«Ανησυχούμε ότι τα δεδομένα από αυτήν την ανοιχτή παγκόσμια δοκιμή δεν έχουν υποβληθεί στην αυστηρή αναθεώρηση που απαιτείται για να καταστεί δυνατή η εποικοδομητική επιστημονική συζήτηση, ιδίως δεδομένων των περιορισμών του σχεδιασμού της δοκιμής», ανέφερε.
Η ρεμδεσιβίρη έλαβε εξουσιοδότηση έκτακτης ανάγκης από την Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων την 1η Μαΐου και έχει εγκριθεί για χρήση σε πολλές χώρες.