Σε κρίσιμη καμπή βρίσκεται το Φάρμακο στη χώρα μας, μετά τις τελευταίες αλλαγές στην κατανομή της φαρμακευτικής δαπάνης και με φόντο τη συνεχιζόμενη και ανεξέλεγκτη πορεία της. Με ανακοίνωση της και η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) ξεκαθαρίζει ότι ο προϋπολογισμός της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα και δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών των ασθενών και την χρηματοδότηση των νέων θεραπειών.
«Ακριβώς λόγω του χαμηλού προϋπολογισμού, όλες οι φαρμακοβιομηχανίες και κυρίως οι ελληνικές που διαθέτουν οικονομικά φάρμακα έφθασαν να επιβαρύνονται με τεράστια ποσά επιστροφών τα τελευταία χρόνια. Η διατήρηση της υποχρηματοδότησης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης προκαλεί προβλήματα στην κάλυψη των ασθενών και παράλληλα δημιουργεί εμπόδια στην υλοποίηση των μεγάλων επενδύσεων της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας», συμπληρώνει.
Όπως υπενθυμίζει, πάγια θέση της Ένωσης είναι ότι στο πλαίσιο του χαμηλού κλειστού προϋπολογισμού θα πρέπει να ισχύσει ένας ξεκάθαρος και διαφανής κανόνας: «Όποιος προκαλεί την αύξηση της δαπάνης θα πρέπει να επιβαρύνεται και ανάλογα», κάτι που δεν έγινε τα τελευταία χρόνια.
«Επί μια δεκαετία και μέχρι το 2021, τα παλιά οικονομικά φάρμακα κυρίως της ελληνικής παραγωγής επιβαρύνονταν δυσανάλογα λόγω της δαπάνης που προκαλούσαν κυρίως τα νεότερα ακριβά φάρμακα. Στο πλαίσιο αυτό τα νέα μέτρα διαχωρισμού της δαπάνης κινούνται στη σωστή και ακριβοδίκαιη κατεύθυνση».
Παράλληλα, σημειώνει πως το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση έχει προχωρήσει στην υιοθέτηση μέτρων ελέγχου της συνταγογράφησης τα οποία θα πρέπει να λειτουργήσουν πιο γρήγορα και αποτελεσματικά. «Είναι δεδομένο ότι μόνο από τον εξορθολογισμό της συνταγογράφησης κυρίως των νέων ακριβών θεραπειών μπορούν να εξοικονομηθούν 250 - 300 εκατ. ευρώ», τονίζεται στην ανακοίνωση.
«Καλούμε λοιπόν όλους να συνειδητοποιήσουν ότι δεν είναι πλέον δυνατό τα παλαιά οικονομικά φάρμακα και τα γενόσημα που κυκλοφορούν με μέση τιμή 8 ευρώ καλύπτοντας 3.000.000 ασθενείς, να επιβαρύνονται υπέρμετρα λόγω της αύξησης της δαπάνης που προκαλείται από τα ακριβά φάρμακα. Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά στον κόσμο», προσθέτει.
Κατά την ΠΕΦ, η σημασία της ύπαρξης εγχώριας παραγωγικής φαρμακοβιομηχανίας αναδείχθηκε με τον καλύτερο τρόπο όταν, εν μέσω πανδημίας, οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες εγγυήθηκαν την κάλυψη των αναγκών περισσότερων από 3.000.000 ασθενών, κρατώντας όρθιο το σύστημα της φαρμακευτικής φροντίδας.
«Η ελληνική παραγωγική φαρμακοβιομηχανία με μόλις 20% μερίδιο αγοράς αναλογεί στο 85% των νέων επενδύσεων, διαθέτοντας χιλιάδες θέσεις εργασίας», υποστηρίζει η ΠΕΦ, συμπληρώνοντας πως «ειδικά τα τελευταία χρόνια η ελληνική φαρμακοβιομηχανία έχει αναδειχθεί σε εξέχοντα επενδυτικό και εξαγωγικό κλάδο της χώρας, προχωρώντας στην υλοποίηση σημαντικών επενδύσεων ύψους 1,2 δισ. €».
«Η προσπάθεια μας αυτή πρέπει να συνεχιστεί», εξηγεί και προειδοποιεί πως «στο πλαίσιο αυτό δηλώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι η οποιαδήποτε μεταβολή των προϋπολογισμών, εφόσον αποβεί σε βάρος των οικονομικών φαρμάκων, δεν είναι δυνατό να γίνει αποδεκτή».
«Η ΠΕΦ, τονίζοντας ότι βάσει των στοιχείων είναι απαραίτητη η αύξηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, παραμένει σταθερά προσανατολισμένη στην υλοποίηση μιας φαρμακευτικής πολιτικής που θα εγγυάται την κάλυψη όλων των ασθενών με τις απαραίτητες θεραπείες. Αυτό άλλωστε αποτελεί προτεραιότητα για όλες τις φαρμακοβιομηχανίες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας», καταλήγει η ανακοίνωση.