Στόχο την προσέλκυση νέων γιατρών στην ειδικότητα της αναισθησιολογίας, η κυβέρνηση αποφάσισε να προχωρήσει στη θεσμοθέτηση σχετικού επιδόματος.
Η έλλειψη επαρκούς αριθμού αναισθησιολόγων, ιδίως στα δημόσια νοσοκομεία αλλά και ευρύτερα, είναι μια από τις μεγαλύτερες «ανοικτές πληγές» το Συστήματος Υγείας και στη χώρα μας. Σημαντικότερη παρενέργεια αυτού του φαινομένου είναι οι καθυστερήσεις, με μεγάλες αναμονές, χειρουργείων ή ακόμη και η ανεπαρκής κάλυψης ιατρείων πόνου.
Οι προκηρύξεις κατά προτεραιότητα για θέσεις αναισθησιολόγων που «έτρεξε» το Υπουργείο Υγείας δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα. Ακάλυπτο είναι περίπου το 30% των οργανικών θέσεων ειδικευμένων αναισθησιολόγων στο ΕΣΥ, ενώ σε ό,τι αφορά στις θέσεις ειδικευομένων πάνω από 7 στις 10 είναι κενές, προμηνύοντας σοβαρή κρίση τα επόμενα χρόνια.
Προκειμένου να αντιστραφεί η τάση, εισάγεται διάταξη σε τροπολογία που κατατίθεται απόψε στη Βουλή στο πλαίσιο του τελευταίου σχεδίου νόμου υπό συζήτηση, του νομοσχεδίου του Υπ. Εσωτερικών για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία προβλέπει οικονομικό κίνητρο, που θα καταβάλλεται στους ιατρούς που ειδικεύονται στην ειδικότητα της αναισθησιολογίας στα νοσοκομεία αρμοδιότητας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το εν λόγω νέο κίνητρο ακολουθεί το επίδομα που είχε προβλεφθεί στο άρθρο 54 του ν. 4999/2022 για τους ιατρούς που ειδικεύονται στην ειδικότητα της αναισθησιολογίας, καθώς και στους ιατρούς, οι οποίοι παρατείνουν την παραμονή τους, μετά από το πέρας του χρόνου ειδικευσής τους.
Βάσει αυτών, λοιπόν, οι νέοι γιατροί που επιλέγουν την ειδικότητα της αναισθησιολογίας θα λαμβάνουν επίδομα 250 ευρώ.
Παράταση θητείας διοικήσεων νοσοκομείων
Στο πλαίσιο της τροπολογίας εντάσσεται και τρίμηνη παράταση της θητείας των διοικήσεων των δημόσιων νοσοκομείων, προφανώς για να μην προκύψει θεσμικό κενό εν μέσω των εκλογών.
Ειδικότερα, αναφέρεται ότι «η θητεία όλων των διοικητών των νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η οποία έληξε ή λήγει έως τις 30.4.2023, παρατείνεται από τη λήξη της και έως την 31η.7.2023».
Αποζημίωση μετακινούμενου ιατρικού νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού
Επίσης στην ίδια τροπολογία περιλαμβάνεται και διάταξη, η οποία αφορά στην αποζημίωση μετακινούμενου ιατρικού νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού σε συγκεκριμένες δομές υγείας της ίδιας ή άλλης Υγειονομικής Περιφέρειας.
Με το άρθρο 13 της τροπολογίας σημειώνεται ότι στην υπάρχουσα νομοθεσία προστίθεται και δεύτερο εδάφιο περί της αποζημίωσης για μετακινήσεις εντός της περιφέρειας Αττικής.
Η σχετική νομοθεσία, λοιπόν, διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Στους ιατρούς κλάδου Εθνικού Συστήματος Υγείας, οι οποίοι μετακινούνται έως τις 30.9.2023, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 24 του ν. 3599/2007 (Α` 176), περί των μετακινήσεων του πάσης φύσεως
προσωπικού των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας, σε συγκεκριμένες δομές υγείας της ίδιας ή άλλης Υγειονομικής Περιφέρειας (Υ.Πε.), λόγω έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, χορηγείται μηνιαία αποζημίωση ύψους χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ, πλέον των μηνιαίων αποδοχών τους. Κατ’ εξαίρεση, για μετακινήσεις του προηγούμενου εδαφίου εντός δομών υγείας της Περιφέρειας Αττικής χορηγείται μηνιαία αποζημίωση ύψους οκτακοσίων (800) ευρώ. Στους ιατρούς του πρώτου και δεύτερου εδαφίου δεν καταβάλλεται η αποζημίωση του άρθρου 29 του ν. 4816/2021 (Α ́ 118), περί της αποζημίωσης των ιατρών διαφόρων ειδικοτήτων για τη μετακίνηση σε νοσοκομεία της ίδιας ή άλλης Υ.Πε.».
2. Στην παρ. 1 του άρθρου εικοστού πρώτου του ν. 5015/2023 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, και η παρ. 1 του άρθρου εικοστού πρώτου διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Στο νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό, το οποίο μετακινείται, κατ` εφαρμογή του άρθρου 24 του ν. 3599/2007 (Α` 176), περί των μετακινήσεων του πάσης φύσεως προσωπικού των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας, κατά το χρονικό διάστημα από την 1η.6.2023 έως την 30ή.9.2023, λόγω έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, χορηγείται μηνιαία αποζημίωση ύψους χιλίων διακοσίων (1.200) ευρώ, πλέον των μηνιαίων αποδοχών τους. Κατ’ εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου, στο νοσηλευτικό και λοιπό προσωπικό που μετακινείται εντός της Περιφέρειας Αττικής χορηγείται αποζημίωση ύψους τετρακοσίων (400) ευρώ.».