Σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση, ο αυξανόμενος αριθμός κρουσμάτων στην Ευρώπη προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία σε περιοχές με χαμηλά επίπεδα εμβολιαστικής κάλυψης, όπου υπάρχουν ομάδες μη εμβολιασμένων ατόμων. Τα βρέφη ηλικίας κάτω των 12 μηνών, τα οποία είναι πολύ μικρά για να εμβολιαστούν, αποτελούν την ομάδα υψηλότερου κινδύνου, ενώ τα μη εμβολιασμένα παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών, καθώς και τα ανοσοκατεσταλμένα παιδιά και οι ενήλικες παρουσιάζουν μεγαλύτερο κίνδυνο σοβαρής ασθένειας και αυξημένης θνησιμότητας.
Για να σταματήσει η μετάδοση αυτής της εξαιρετικά μεταδοτικής νόσου, είναι αναγκαίο να εμβολιαστεί τουλάχιστον το 95% του πληθυσμού με δύο δόσεις του εμβολίου. Το ECDC ενθαρρύνει τις αρχές δημόσιας υγείας να διατηρήσουν υψηλά ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης, να διασφαλίσουν ικανότητες επιτήρησης, έγκαιρης ανίχνευσης, διάγνωσης και ελέγχου επιδημιών, καθώς και να ευαισθητοποιήσουν τους επαγγελματίες του τομέα της υγείας και το κοινό.
{https://youtu.be/EXNQ5osjGd8}
Η Επίτροπος Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων Στέλλα Κυριακίδου δήλωσε σχετικά: «Η αυξητική τάση των κρουσμάτων ιλαράς στην Ευρώπη είναι ανησυχητική. Πρόκειται για μια εξαιρετικά μεταδοτική νόσο που μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, ιδίως για τα παιδιά και τα ευάλωτα άτομα. Τα καλά νέα είναι ότι πρόκειται για νόσο που μπορεί να αποφευχθεί με τον εμβολιασμό και ότι υπάρχουν πολλά ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια στην ΕΕ. Όταν βλέπουμε επιδημικές εξάρσεις της ιλαράς, γνωρίζουμε ότι υπάρχει κενό στους εμβολιασμούς. Καλώ όλους και όλες να ελέγξουν το καθεστώς εμβολιασμού τους και τους γονείς να βεβαιωθούν ότι τα μικρά και τα έφηβα παιδιά τους έχουν εμβολιαστεί επαρκώς. Ο εμβολιασμός προστατεύει και σώζει ζωές. Είναι ένα από τα ισχυρότερα εργαλεία μας κατά της ιλαράς και πολλών άλλων λοιμωδών νόσων».